Τα stress tests της Federal Reserve έδειξαν πως η Goldman Sachs είναι ένας από τους πιο αδύναμους χρηματοοικονομικούς ομίλους της Wall Street, ενώ αντιθέτως ενίσχυσαν την αισιοδοξία της Citigroup, τόσο ώστε ο όμιλος να ανακοινώσει πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών ύψους 1,2 δισ. δολαρίων, μεταδίδουν οι Financial Times.
Τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε χθες η Fed έδειξαν πως τα 17 από τα 18 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα περνούν τα stress tests, αφού μόνο η Ally Financial απέτυχε να ανταποκριθεί στα ελάχιστα όρια κεφαλαιακής επάρκειας στο υποθετικό σενάριο μιας βαθειάς παγκόσμιας ύφεσης.
Η Citi έσπευσε να ανακοινώσει το πρόγραμμα επιστροφής κεφαλαίου της, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει και επαναγορά μετοχών ύψους 1,2 δισ. ευρώ τους επόμενους 12 μήνες. Άλλες τράπεζες, όμως, φάνηκε πως είναι λιγότερο υγιείς, με τα δεδομένα της Fed.
Η Goldman Sachs, η οποία κανονικά είναι γνωστή για την ανθεκτικότητά της, θα είχε απώλειες 20 δισ. δολαρίων σε μια υποθετική κρίση, ενώ ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειάς της Core Tier 1 θα υποχωρούσε στο 5,8%. Το ελάχιστο όριο που απαιτείται είναι το 5%. Αναλυτές της Credit Suisse προέβλεπαν ότι το ελάχιστο Core Tier 1 της Goldman θα διαμορφώνονταν στο 7,3%. Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της Morgan Stanley θα υποχωρούσε στο 5,7%.
Έτσι, παρά το ότι και τα δυο χρηματοπιστωτικά ιδρύματα «πέρασαν» το τεστ, βρίσκονται τόσο κοντά στο κατώτατο όριο που ουσιαστικά αποκλείεται κάποια σοβαρή επιστροφή κεφαλαίου.
Η ελάχιστη κεφαλαιακή επάρκεια της Bank of America διαμορφώνονταν στο 6,8%, της JPMorgan στο 6,3% και της Wells Fargo στο 7%. Αντιθέτως, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της Ally Financial θα υποχωρούσε στο 1,5%. Η Ally αντέδρασε λέγοντας πως το τεστ είναι «θεμελιωδώς προβληματικό».
Οι διαφορές που εμφανίζουν τα αποτελέσματα των stress tests που διεξάγει η Fed από αυτά που διεξάγουν οι τράπεζες, πιθανότατα θα εγείρουν ερωτηματικά στις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές όταν θα πρέπει να αποφασίσουν πόσα επιπλέον κεφάλαια θα επιτρέψουν στις τράπεζες να επιστρέψουν στους μετόχους τους.