Σημαντικούς φόρους αρκετών εκατομμυρίων ευρώ εκτιμάται ότι χάνει και η χώρα μας, από την πρακτική που ακολουθεί η Google σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2009 που ξεκίνησε η κρίση στη χώρα μας μέχρι το τέλος του 2012, η Google Ελλάς πλήρωσε συνολικά για φόρους 491.270 ευρώ, δηλαδή κάτι λιγότερο από 123.000 ετησίως. Στο ίδιο διάστημα, εμφάνισε συνολικό τζίρο ύψους 12,7 εκατ. και καθαρά κέρδη της τάξης των 1,25 εκατ. ευρώ.
Βέβαια όπως αναφέρουν γνωρίζοντες του ηλεκτρονικού επιχειρείν, ο πραγματικός τζίρος που πραγματοποιείται στην Google είναι σαφώς υψηλότερος, καθώς οι διαφημίσεις που προβάλλονται στις σελίδες της, πληρώνονται απευθείας από τους Ελληνες πελάτες σε λογαριασμούς στην Ιρλανδία.
Οταν δηλαδή κάποιος Ελληνας (επιχείρηση ή ιδιώτης) αγοράζει διαφήμιση από την Google, η χρέωση γίνεται από την Google Ireland Ltd στην Ιρλανδία, όπου ο φορολογικός συντελεστής ανέρχεται μόλις στο 12,5% (αντίστοιχες εταιρείες έχουν συσταθεί στις Βερμούδες, τις Μπαχάμες και την Ολλανδία). Αξίζει να αναφέρουμε ότι μοναδικός μέτοχος της Google Ελλάδας είναι η Google LLC η οποία εδρεύει στον φορολογικό παράδεισο του Ντέλαγουερ στις ΗΠΑ.
Πληροφορίες θέλουν τον πραγματικό τζίρο να φθάνει στα 40 εκατ. ετησίως, κάτι που σημαίνει ότι εάν γίνονταν οι εγγραφές στον ισολογισμό της ελληνικής εταιρείας, τα κέρδη θα ήταν πολλαπλάσια, όπως και οι αποδιδόμενοι φόροι. Πάντως, εκπρόσωπος της Google Ελλάς δήλωσε ότι «συμμορφωνόμαστε πλήρως με τους φορολογικούς κανόνες σε κάθε χώρα στην οποία δραστηριοποιούμαστε, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας».
Tο ζήτημα της φορολόγησης της Google λέγεται ότι τέθηκε επί τάπητος στην τελευταία συνάντηση του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ με τον Ελληνα πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά που είχε πραγματοποιηθεί προ τριμήνου στην Αθήνα.
Ειδικότερα, έγινε αναφορά στο μοντέλο που υιοθέτησε η Γαλλία (για την αποζημίωση των Γάλλων εκδοτών από τις μηχανές αναζήτησης) και αφορούσε στη δημιουργία εκ μέρους της Google ενός ταμείου ύψους 60 εκατ. ευρώ για τη διευκόλυνση της μετάβασης του Τύπου στον ψηφιακό κόσμο.
Ο αμερικανικός κολοσσός έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια αντιμέτωπος με τους περισσότερους Ευρωπαίους πολιτικούς και εκδότες, καθώς οι πρώτοι αναζητούν μεγαλύτερα φορολογικά έσοδα για τη χώρα τους, ενώ οι δεύτεροι απαιτούν από την Google να πληρώνει για το δικαίωμα να δημοσιεύει στις ειδησεογραφικές του σελίδες τα άρθρα από τα Μέσα που εκπροσωπούν. Για παράδειγμα, Ιταλοί, Γερμανοί και Γάλλοι εκδότες έχουν ζητήσει μια δικαιότερη διανομή των εσόδων της Google και παράλληλα την επιβολή του λεγόμενου «δασμού Google».
Το δίλημμα είναι: Φόροι ή καινοτομία και ανάπτυξη;
Σε πρόσφατο άρθρο του εκτελεστικού προέδρου της Google Ερικ Σμιτ στην The Guardian, ο ισχυρός άνδρας του αμερικανικού κολοσσού επισήμανε μεταξύ άλλων ότι οι εταιρικοί φόροι θα πρέπει να πληρώνονται με βάση τα κέρδη της επιχείρησης και όχι τα έσοδα.
«Για τις πολυεθνικές εταιρείες, όπως η Google, το θέμα είναι πιο πολύπλοκο. Προκειμένου να αποδοθεί ο σωστός φόρος, θα πρέπει να καθοριστεί πού ακριβώς παράγονται τα κέρδη.
Για τον λόγο αυτόν, οι περισσότερες αναπτυγμένες χώρες έχουν εργαστεί μαζί προκειμένου να δημιουργήσουν ένα σετ από φορολογικές πρακτικές. Αυτές βασίζονται κυρίως στην αρχή ότι οι φόροι θα πρέπει να πληρώνονται στη χώρα όπου η εταιρεία έχει τις βασικές της δραστηριότητες και παίρνει το ρίσκο του επιχειρείν και όχι όπου καταναλώνονται τα προϊόντα».
Σημείωσε ακόμη ότι «οι περισσότεροι μηχανικοί της Google έχουν τη βάση τους στις ΗΠΑ, όπου πραγματοποιείται το βασικό μέρος των εργασιών της εταιρείας.
Στις ΗΠΑ η Google πέρυσι πλήρωσε φόρο ύψους 2 δισ. δολαρίων περίπου. Το ίδιο αντίστοιχα συμβαίνει στη Μεγάλη Βρετανία με τις βρετανικές εταιρείες τεχνολογίας και φαρμάκου που έχουν τη βάση τους εκεί.
Αυτή η πρακτική που ακολουθείται εξασφαλίζει ότι τα ίδια κέρδη δεν θα φορολογηθούν δύο φορές ή και περισσότερες σε διάφορες χώρες, αφού κάτι τέτοιο θα μείωνε τη δυνατότητα της εταιρείας να επενδύει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στο μέλλον.
Μια αλλαγή στη φορολογική μεταχείριση των εταιρειών, όπως η Google, θα μπορούσε να επιφέρει βραχυπρόθεσμα σημαντική αύξηση στα φορολογικά έσοδα σε κάθε χώρα όπου δραστηριοποιούνται, ωστόσο θα σήμαινε ταυτόχρονα λιγότερη καινοτομία, λιγότερη ανάπτυξη, λιγότερες θέσεις εργασίας».