Τα κοσμήματα του Έλληνα μετανάστη Σωτήρη Βούλγαρη που γίνονται ανάρπαστα διεθνώς
Ο Jean-Christophe Babin, διευθύνων σύμβουλος της Bulgari, περιγράφει τον εαυτό του σαν τον «μαέστρο» του ιστορικού ιταλικού οίκου κοσμημάτων. Και μάλλον έχει δίκιο. Η Bulgari, η οποία ιδρύθηκε το 1884 από τον Σωτήριο Βούλγαρη, έναν Έλληνα μετανάστη στην Ιταλία, είναι μια εταιρία με πολλά τμήματα, που συντονίζονται σαν μια πραγματική ορχήστρα.
Αν και η ιστορία της Bulgari ξεκινά με τα εντυπωσιακά, πολύχρωμα πετράδια των κοσμημάτων με τα οποία έγινε διάσημη κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, στολίζοντας την Sophia Loren, την Τζάκι Ωνάση και την Elizabeth Taylor, σήμερα, η εταιρία έχει επεκταθεί στις τσάντες, τα ρολόγια, τα αρώματα και τα 5στερα ξενοδοχεία.
Η εταιρία εξαγοράστηκε από την LVMH του Bernard Arnault το 2011, αντί 4,3 δισ. ευρώ. Όμως, οι εγγονοί του ιδρυτή της, Nicola και Paolo Bulgari, εξακολουθούν να έχουν ποσοστό αλλά και ενεργό ρόλο στην οικογενειακή επιχείρηση. Ο δισέγγονος του Σωτήριου Βούλγαρη, Francesco Trapani, ο οποίος ενορχήστρωσε την πώληση στην LVMH, ως διευθύνων σύμβουλος της Bulgari, είναι τώρα πρόεδρος της μονάδας ρολογιών και κοσμημάτων της LVMH, κατέχοντας και μια θέση στο δ.σ. του κολοσσού της πολυτέλειας.
«Ως μαέστρος, δεν είσαι ο καλύτερος μουσικός της ορχήστρας αλλά είσαι εκείνος που προσπαθεί να συνδυάσει τους καλύτερους μουσικούς, για να παίξουν την καλύτερη μουσική με το καλύτερο τέμπο. Αυτή είναι και η πρώτη ικανότητα που πρέπει να έχει ένας διευθύνων σύμβουλος», εξηγεί σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Babin.
Όπως σημειώνει, ένας από τους βασικούς στόχους του είναι να διατηρήσει την επιρροή της οικογένειας στην επιχείρηση. Πρόκειται, εξάλλου, για ένα μοντέλο λειτουργίας που αποδείχθηκε επιτυχημένο και στην περίπτωση της Fendi, της άλλης ιταλικής εταιρίας που αγοράστηκε από τον Arnault το 2001. Και εκεί, μέλη της οικογένειας Fendi διατηρούν θέσεις – κλειδιά.
«Το πλεονέκτημα της Bulgari είναι ότι η οικογένεια παραμένει στην επιχείρηση. Ο Paolo σχεδιάζει ακόμα, και αυτό είναι ένα βασικό πλεονέκτημα, που κάνει την εταιρία πολύ πλουσιότερη», λέει ο μάνατζερ.
Με αυτό το μοντέλο λειτουργίας, η Bulgari κατάφερε να ξεχωρίσει ανάμεσα στα brands της LVMH, προσφέροντάς της σημαντικές πωλήσεις στον τομέα των ρολογιών και κοσμημάτων. Όμως, όπως τονίζει ο Babin, πρώτη προτεραιότητα της εταιρίας παραμένουν τα κοσμήματα. «Είμαστε η μοναδική εταιρία του ομίλου που πουλά κομμάτια με τιμές ακόμα και άνω των 5 εκατ. ευρώ», εξηγεί ο Babin, ο οποίος στο παρελθόν ήταν επικεφαλής της TAG Heuer, που επίσης ανήκει στην LVMH.
Όπως συμβαίνει με όλους σχεδόν τους οίκους πολυτελείας, η Bulgari εμφανίζει ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης εξαιτίας των Ασιατών πελατών της, παρά των Δυτικών.
Έχοντας κατακτήσει τους Κινέζους και Ιάπωνες τουρίστες, που αποτελούν το βούτυρο στο ψωμί των μεγάλων οίκων, η Bulgari διαπιστώνει τώρα νέα ζήτηση και στη Ν. Αμερική, έπειτα και από τη λειτουργία του πρώτου της καταστήματος στη Βραζιλία, πέρυσι.
Η παγκόσμια εικόνα της Bulgari τονώθηκε σημαντικά από την επιλογή της Carla Bruni, πρώην μοντέλου, τραγουδίστριας και πρώην Πρώτης Κυρίας της Γαλλίας, να γίνει το πρόσωπο του brand.
Έπειτα από την επέκτασή της στους τομείς των ρολογιών, των μαντηλιών και των αρωμάτων, η Bulgari ανοίγει του χρόνου ένα νέο πολυτελές ξενοδοχείο στη Σαγκάη, πέραν αυτών που ήδη λειτουργεί στο Μιλάνο, το Μπαλί και το Λονδίνο, αλλά και του εστιατορίου της στο Τόκιο. Πάντως, όπως τονίζει ο Babin, πρώτη προτεραιότητα της εταιρίας θα παραμείνουν τα ακριβά κοσμήματα. «Τα πολύχρωμα πετράδια είναι το σήμα κατατεθέν του brand μας. Ήταν χθες, είναι σήμερα και θα είναι αύριο», λέει.