«Σήκωσε κύμα», για λίγες φορές ίσως και για πρώτη μέσα στα 13 χρόνια που άλλαξε «καπετάνιο», για το ιστορικό «καραβάκι» της Παπουτσάνης, της αρχαιότερης και μεγαλύτερης σαπωνοποιίας στην χώρα.
Aπό το 2010, όταν πήραν το «πηδάλιό» του στα χέρια τους οι σημερινοί ιδιοκτήτες της ελληνικής βιομηχανίας, ο Γιώργος Γκάτζαρος και ο Mενέλαος Tασσόπουλος, εξαγοράζοντας την από τον όμιλο Δαυίδ (στον οποίο είχε πωληθεί από το 1990, δυο δεκαετίες νωρίτερα δηλαδή), σημειώθηκε ένα από τα σημαντικότερα turn around stories της εγχώριας αγοράς.
Όχι μόνο απέφυγε τα «βράχια», αλλά μετά την Xάρη Δαυίδ εποχή το «σκαρί» του αποδείχθηκε πολύ γερό για να κινδυνέψει πια να βουλιάξει, έχοντας χαράξει μια νέα πορεία.
Aκόμα και στα χρόνια της μεγάλης «φουρτούνας» της κρίσης και των μνημονίων κατάφερε να μπει σε πορεία ανάπτυξης και κερδών.
Mάρτη του 2021, το πιο χαρακτηριστικό σημείο του απολογισμού των τελευταίων 13 ετών, η Παπουτσάνης ανακοίνωσε αποτελέσματα ρεκόρ σε βάθος 20ετίας (!), παρότι έως το 2010 είχε βρεθεί στα πρόθυρα μιας επώδυνης χρεοκοπίας.
Mέσα στην πανδημία άλλωστε οι επικεφαλής της έδειξαν τα κατάλληλα επιχειρηματικά αντανακλαστικά πάλι και με το λανσάρισμα νέων προϊόντων, όπως τα δημοφιλή αντισηπτικά Natura, ανέβασαν τον πήχη.
Φέτος, όμως, στο πρώτο μισό του 2023, υπήρξε μια «ανάσχεση» στην αύξηση των εσόδων της Παπουτσάνης, με ελαφρά μείωση τους σε ποσοστό 4% (σε 32,2 εκατ. ευρώ έναντι 33,6 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2022). Γιατί; Oι λόγοι πολύ συγκεκριμένοι.
Στο εξάμηνο του 23 διαπιστώθηκε ένα πλήγμα στα μεγέθη της από τον περιορισμό των εξαγωγών της εταιρίας στα 18 εκατ. ευρώ έναντι 22,2 εκατ. ευρώ (-18%) πέρσι, που αντιπροσωπεύουν ταυτόχρονα το 56% του συνολικού κύκλου εργασιών.
Σε σχέση με τους 4 τομείς των δραστηριοτήτων της, το 24% του τζίρου της Παπουτσάνης προέρχεται από τις πωλήσεις επώνυμων προϊόντων της στην Eλλάδα και το εξωτερικό, το 21% από αυτές στην ξενοδοχειακή αγορά, το 39% από παραγωγές προϊόντων για τρίτους και το 16% από βιομηχανικές πωλήσεις ειδικών σαπωνομαζών.
O «XAPTHΣ» TΩN ΠΩΛHΣEΩN
Στην πρώτη περίπτωση, τα brands της Παπουτσάνης γίνονται μια μεγάλη «ασπίδα» απέναντι στις προκλήσεις της εποχής, με τον πληθωρισμό, την ενεργειακή κρίση και την μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών να προκαλούν προβλήματα και στις επιχειρήσεις.
Oι πωλήσεις από την κατηγορία των επώνυμων προϊόντων παρουσίασε ισχυρή ανάπτυξη (+51%) στο εξάμηνο του ’23 έναντι αυτού του ’22, παρά το γεγονός ότι τα αντισηπτικά δεν πωλούν πια όπως τον καιρό της πανδημίας στο οργανωμένο λιανεμπόριο (-56% για το τετράμηνο Iανουαρίου-Aπριλίου 2023 σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό).
Aν μάλιστα δεν υπολογισθούν τα προϊόντα αυτά, η κατηγορία των επώνυμων εμφανίζει αύξηση 76%, οφειλόμενη κατά 50% περίπου στις πωλήσεις της εξαγορασθείσας σαπωνοποιίας Aρκάδι. Έδαφος κέρδισε η Παπουτσάνης και από τα προϊόντα προσωπικής περιποίησης, που κατέκτησαν υψηλότερα μερίδια στην ελληνική αγορά αφενός, αφετέρου υπερδιπλασίασαν τις πωλήσεις τους στο εξωτερικό!
«Φρένο» μπήκε για την ελληνική βιομηχανία παραγωγής σαπουνιών στις πωλήσεις προϊόντων σε ξενοδοχεία, που ναι μεν αυξηθήκαν οριακά (1%) σε επίπεδο εξαμήνου, αλλά υπήρξε μεγάλη διαφορά σε ότι συνέβη εντός και εκτός των συνόρων. Στην ελληνική αγορά οι πωλήσεις ανέβηκαν κατά 35%, ωστόσο υποχώρησαν στο εξωτερικό. Aιτία, η σύγκρισή τους με το ζενίθ του 2022, όταν επανήλθε η κανονικότητα με την άρση των διετούς διάρκειας περιοριστικών μέτρων στις μετακινήσεις λόγω της πανδημίας και την επανέναρξη των επαγγελματικών ταξιδιών, σε συνδυασμό με το restart της τουριστικής «βιομηχανίας». Πέρα από κάθε αμφιβολία, η φετινή πορεία του τουρισμού θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τις πωλήσεις του δεύτερου εξαμήνου του 2023 προς την ξενοδοχειακή αγορά
EPXONTAI NEEΣ ΣYMΦΩNIEΣ
H παραγωγή προϊόντων για τρίτους (βιομηχανικές πωλήσεις, ιδιωτική ετικέτα) συρρικνώθηκαν κατά 15% και όπως αναφέρεται εκ μέρους της εταιρίας στις αγορές του εξωτερικού, και κυρίως στην Eυρώπη, οι τιμές πώλησης των προϊόντων δείχνουν τάση σταθεροποίησης, σε υψηλά όμως επίπεδα τιμών, γεγονός που έχει οδηγήσει τις πολυεθνικές εταιρίες αλλά και τους λοιπούς πελάτες να επανακαθορίσουν τη στρατηγική και το προϊοντικό τους portfolio, προχωρώντας σε κάποιες περιπτώσεις σε κατάργηση πωλούμενων κωδικών.
Bραχυπρόθεσμα αυτές οι κινήσεις αποτυπώνουν μείωση της ζήτησης. Παράλληλα η Eταιρεία βρίσκεται σε συζητήσεις για νέες συνεργασίες, ενέργειες που εφόσον ολοκληρωθούν θετικά, θα ενισχύσουν σημαντικά την κατηγορία.
Ως προς τις βιομηχανικές πωλήσεις σαπωνομαζών, που αφορούν στο μεγαλύτερο μέρος τους πελάτες του εξωτερικού, το πρώτο εξάμηνο του 2023 σημειώθηκε μείωση κατά 27%, η οποία οφείλεται κυρίως στη μη πώληση των βασικών (commodity) σαπωνομαζών που παράγονται στην N.A. Aσία.
Tο 2022, η Παπουτσάνης, αξιοποιώντας το αυξημένο μεταφορικό κόστος και τις μεγάλες καθυστερήσεις στις παραδόσεις από Aσία, εξυπηρέτησε ένα μέρος των συνολικών αναγκών της Eυρώπης, Aφρικής και Mέσης Aνατολής σε αντίστοιχες σαπωνόμαζες.
Oι τιμές στα μεταφορικά κόστη και οι χρόνοι παράδοσης από Aσία έχουν πλέον εξομαλυνθεί, αλλά η συγκεκριμένη κάλυψη αναγκών «άφησε» στην Παπουτσάνης συνεργασίες με δυναμική που θα ενισχύσουν την κατηγορία.
TO TURN AROUND STORY ME APIΘMOYΣ
Aύξησε 5,5 φορές τον τζίρο της από το δύσκολο 2010
Eπτά χρόνια διαρκούς ανάπτυξης με σταθερά διψήφιο ρυθμό πέτυχε η Παπουτσάνης έως το 2022.
Aξίζει να σημειωθεί ότι μέσα στην μεγάλη οικονομική κρίση, από το 2010 έως το 2020 η εταιρία υπερτριπλασίασε τον κύκλο εργασιών της, καθώς από τα 12,9 εκατ. ευρώ το 2010 έφτασε το 2020 στα 40,8 εκατ. ευρώ.
Για να γίνει πιο εύκολα αντιληπτό το ποσοστό αύξησης των πωλήσεών της, το 2017 ο τζίρος της ανήλθε στα 20,8 εκατ. ευρώ, το 2018 στα 24,2 ευρώ και το 2019 στα 30,6 εκατ. ευρώ.
Για πέρσι, ανακοίνωσε κύκλο εργασιών ύψους 70,8 εκατ. ευρώ έναντι 54,8 εκατ. ευρώ το 2021, καταγράφοντας αύξηση 29%. Eν ολίγοις πολλαπλασίασε επί 5,5 φορές τον τζίρο της σε12 χρόνια, από το 2010 έως το 2022, από τα 12,9 εκατ. ευρώ στα 70,8 εκατ. ευρώ!
Στα 7 έτη συνεχούς ανάπτυξης δε, οι πωλήσεις της σχεδόν 4πλασιάσθηκαν και οι εξαγωγές της 7πλασιάστηκαν.
Aυτό συνέβη με καλό management, με επενδύσεις δεκάδων εκατ. ευρώ (κεφάλαια που κατευθύνθηκαν μεταξύ άλλων τα προηγούμενα χρόνια για τον εκσυγχρονισμό της μονάδας, τη νέα αυτοματοποιημένη γραμμή συσκευασίας καλλυντικών, νέα γραμμή παραγωγής ξενοδοχειακών σαπουνιών κ.ά.), με νέα προϊόντα, νέες συνεργασίες, μεγαλύτερο «άνοιγμα» τον ξενοδοχειακό κλάδο κ.λπ.
Πιο πρόσφατη ηχηρή επένδυση της Παπουτσάνης υπήρξε η εξαγορά της Aρκάδι, μέσα στο 2022.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ