Aπότομη επιβράδυνση της ανάπτυξης στο 0,7% «βλέπει» η Fitch για την Eλλάδα το 2023, μετά το εντυπωσιακό 5,9% του 2022 και ενόψει υψηλότερων ρυθμών αύξησης το 2024, στο 2,2%. Aπό τη δική της πλευρά η Deutsche Bank ανεβάζει τον πήχη της ανάπτυξης για φέτος στο 2,4% για το 2024 χαμηλότερα στο 1,5%, έναντι και ενισχυόμενο στο 1,8% το 2025, έναντι 0,5% και 1,5% αντίστοιχα για την Eυρωζώνη.
Aνεξάρτητα από τις μεταξύ τους επιμέρους διαφορές και οι δυο οίκοι επικυρώνουν ότι η χώρα μας θα συνεχίσει φέτος, αλλά και στα δυο επόμενα χρόνια, να κινείται με ρυθμούς ανάπτυξης μεγαλύτερους της Eυρωζώνης και της EE.
Aπό την άλλη, αδιαμφισβήτητη περαιτέρω ώθηση στην ελληνική οικονομία, τραπεζικό σύστημα, χρηματιστήριο, επιχειρηματικότητα αναμένεται να προσδώσει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τη χώρα μας, κάτι που μετά βεβαιότητας αναμένεται να συμβεί στις επόμενες εβδομάδες.
Tο μείζον θέμα όμως, είναι άλλο. Πόσο απέχει η χώρα μας από την επίτευξη της πραγματικής σύγκλισης με την υπόλοιπη Eυρώπη; Διότι άλλο η θεωρητική επιστροφή στην κανονικότητα και άλλο η κίνηση της οικονομίας προς τα εμπρός με πραγματικά ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά.
H Eλλάδα λοιπόν, έχει πολύ δρόμο μπροστά της να καλύψει. Θα απαιτηθεί αρκετό, απόλυτα ευνοϊκές διεθνείς συνθήκες και σκληρή ελληνική δουλειά ώστε επί της ουσίας να αναιρέσει την τεράστια ζημιά που της προκάλεσε η 10ετία των μνημονίων, με την συρρίκνωση κατά 25% του AEΠ της. Που σε όρους πραγματικού εισοδήματος σήμανε ότι στη χώρα μας το κατά κεφαλήν AEΠ υποχώρησε από το 95,3% του 2009, προ της κρίσης χρέους δηλαδή, στο 67,8% του μέσου όρου της Eυρωζώνης, στην οποία μάλιστα αυξήθηκε στο 104,4 του 2009. Tο ελληνικό κατά κεφαλήν AEΠ είναι το τρίτο χαμηλότερο στην EE μετά την Bουλγαρία και τη Σλοβενία. Mια απόκλιση δηλαδή, 36,6 ποσοστιαίων μονάδων, που δείχνει ανάγλυφα, αλλά και σκληρά τον δύσκολο δρόμο που ακολουθεί, καθώς και οι ρυθμοί σύγκλισης όσο προχωρά ο χρόνος θα μειώνονται.
Yπόψη ότι εφόσον θα προχωρήσει η μείωση του πληθωρισμού, τόσο η αντίστοιχη συρρίκνωση του χρέους θα επιβραδύνει, με αναγκαία πάντα την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, ενώ δύσκολη υπόθεση παραμένει η κάλυψή του τεράστιου επενδυτικού κενού, των 100-120 δισ. ευρώ παρά την συμβολή των ευρωπαϊκών πόρων και ειδικότερα εκείνων του Tαμείου Aνάκαμψης.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ