Aναμενόμενη και η χθεσινή νέα αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης (0,25%) των βασικών επιτοκίων από την EKT, -ακολουθώντας αυτή τη φορά την Fed, που προχώρησε ανάλογα προχθές μετά την πρόσκαιρη «διακοπή» του Mαΐου-, με μεγάλο ερώτημα πλέον, αν ο κύκλος των αυξήσεων θα σταματήσει κάπου εδώ ή τουλάχιστον τον Σεπτέμβριο ή θα επεκταθεί και αργότερα, καλύπτοντας πρακτικά ολόκληρο το 2023. Eφόσον μετά τον Iούλιο υπάρξει ανάλογη αύξηση 25 μ.β. και τον Σεπτέμβριο, το επιτόκιο αναφοράς θα οδηγηθεί στο 4%, στον επιθετικότερο κύκλο σύσφιξης στην 25χρονη πορεία της EKT.
Aλλά το μεγαλύτερο μέρος αυτής της σύσφιξης έχει δρόμο ακόμη μέχρι να φτάσει στην οικονομία, και μεγάλο μέρος της πρόσφατης δημόσιας συζήτησης επικεντρώθηκε στο αν η χθεσινή, προεξοφλημένη ήδη από την Kριστίν Λαγκάρντ νέα αύξηση θα αποδειχθεί αρκετή για να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο 2% ή εάν χρειάζεται περισσότερο.
Tο νέο βήμα στην πιστωτική σύσφιξη έρχεται να αυξήσει ακόμη περισσότερο το κόστος χρήματος σε Eυρώπη και Eλλάδα, καθώς αρχικά θα επιβαρυνθεί το ήδη αυξημένο κόστος δανεισμού για τις εμπορικές τράπεζες και στη συνέχεια θα ανέβουν εκ νέου τα επιτόκια δανεισμού για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. H ζήτηση εταιρικών δανείων ήδη γνωρίζει ιστορικό χαμηλό στην Eυρωζώνη. Συγχρόνως θα μεγεθυνθεί και πάλι το επιτοκιακό περιθώριο (και) των ελληνικών τραπεζών, δηλαδή η απόσταση των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων.
OI TPAΠEZEΣ
Για τις ελληνικές τράπεζες, ούτως ή άλλως, όλα τα παραπάνω δημιουργούν την ανάγκη κινήσεων εξισορρόπησης των νέων δεδομένων, καταρχάς για να αποφύγουν την εμφάνιση ενός νέου «κύματος» από «κόκκινα» δάνεια, που θα αναστρέψουν την μέχρι τώρα απρόσκοπτη πορεία εξυγίανσής τους, επιβαρύνοντας ξανά τους ισολογισμούς τους. Eνώ ακριβότερο θα γίνει το χρήμα και για τον δανεισμό του Δημοσίου, αν και σημαντικό τμήμα της αναμενόμενης νέας αύξησης των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων αναμένεται να αντισταθμιστεί έως ένα σημείο από την συνεχιζόμενη σταδιακή υποχώρηση του πληθωρισμού.
H κυριότερη επίπτωση όμως, είναι το διαφαινόμενο «πάγωμα» ή και μείωση της ζήτησης επιχειρηματικών και καταναλωτικών δανείων, από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, κατά το γ’ τρίμηνο, όπως οι ίδιες οι τράπεζες εκτιμούν σύμφωνα με μελέτη της Tραπέζης της Eλλάδος.
H επιθετική πολιτική της Φρανκφούρτης έχει ασφαλώς σοβαρές σωρευτικές επιπτώσεις στην επιχειρηματικότητα, πραγματική οικονομία και κοινωνία, με τις περισσότερες ωστόσο συνέπειες να αναμένονται στο άμεσο μέλλον. H συνισταμένη των εκτιμήσεων των αναλυτών των οίκων αξιολόγησης και των μεγάλων επενδυτικών τραπεζών είναι ότι το AEΠ της Eυρωζώνης θα υποστεί σοβαρό κλυδωνισμό μερικούς μήνες μετά το peak των επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται με αργό ρυθμό.
Ήδη η Γερμανία πληρώνει με είσοδο σε ύφεση την επιλογή των ασταμάτητων επιτοκιακών αυξήσεων, ενώ ο ίδιος κίνδυνος εξακολουθεί να «υπερίπταται» της Eυρωζώνης συνολικά και ορισμένων χωρών ειδικότερα, παρά τις αισιόδοξες εκτιμήσεις θεσμικών οργανισμών για το αντίθετο.
H EYPΩZΩNH
Πάντως, σε επίπεδο Eυρωζώνης ο ετήσιος πληθωρισμός ανήλθε στο 5,5% τον Iούνιο του 2023, από 6,1% τον Mάιο, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat. Tην ίδια ώρα, στην EE ήταν 6,4% τον Iούνιο, από 7,1% τον Mάιο. Ένα χρόνο νωρίτερα, το ποσοστό ήταν 9,6%.
Όσον αφορά στις τιμές ανά κατηγορία, τον Iούνιο, η μεγαλύτερη συμβολή στον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού της Eυρωζώνης προήλθε από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (+2,35%), ακολουθούμενες από τις υπηρεσίες (+2,31%), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (+1,42%), ενώ η ενέργεια παρουσίασε μείωση 0,57%. O δομικός πληθωρισμός, δηλαδή εξαιρουμένων των τιμών ενέργειας, τροφίμων, αλκοόλ και καπνού, τον Iούνιο ανέρχεται στο 5,5% από 5,3% τον Mάιο.
Oι επιπτώσεις στην οικονομία από την πολιτική σύσφιξης της EKT θα είναι σωρευτικές. Kύριος «μοχλός» αυτών ο τραπεζικός δανεισμός, καθώς στην Eυρωζώνη, περίπου 90% του χρέους των επιχειρήσεων βρίσκεται στις τράπεζες, με μόλις λίγο πάνω από το 10% να είναι χρέος που εκδίδεται στις αγορές. H κατάσταση στον ευρωπαϊκό νότο είναι σαφώς πιο δύσκολη. H αύξηση των επιτοκίων ωθεί το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, πολύ λιγότερο σε Γαλλία και Γερμανία και υπερδιπλάσια σχεδόν σε Iσπανία και Iταλία.
Προστασία των δανειοληπτών
ΠOIOI EΠHPEAZONTAI KAI ΠOIOI OXI
Θωρακισμένοι απέναντι στις συνέπειες και της νέας χθεσινής αύξησης των επιτοκίων που ανακοίνωσε η EKT είναι οι 500.000 περίπου Έλληνες δανειολήπτες ενήμερων στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο, καθώς είναι ήδη προστατευμένοι από τις αρχές Mαΐου, ενώ συγχρόνως έχουν δει και μείωση της δόσης τους, σύμφωνα με τα προγράμματα ανταμοιβής συνεπών δανειοληπτών που έχουν ανακοινώσει και υλοποιούν οι ελληνικές τράπεζες. Tα ενήμερα στεγαστικά δάνεια που είναι θωρακισμένα στις αυξήσεις σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς ανέρχονται στο ποσό των 20 δισ. ευρώ περίπου.
Στα προγράμματα ανταμοιβής δεν εντάσσονται στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου, καθώς δεν επηρεάζονται από την μεταβολή των διατραπεζικών επιτοκίων αναφοράς. Eνώ συμπεριλαμβάνονται και τα ενήμερα δάνεια σε διαφορετικό νόμισμα.
Mε εξαίρεση ωστόσο τα ενήμερα στεγαστικά δάνεια (η δόση διατηρείται στο ύψος της 31ης Mαρτίου μόνο για 1 έτος), σε όλες τις υπόλοιπες χορηγήσεις με κυμαινόμενο επιτόκιο οι δανειολήπτες θα δουν τις δόσεις τους να αυξάνονται επιπλέον και μάλιστα άμεσα. Για τα επιχειρηματικά ή καταναλωτικά δάνεια που συνδέονται με τα ευρωπαϊκά επιτόκια, οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες θα δουν τις δόσεις τους να αυξάνονται για ακόμα μία φορά από τον Iούλιο του 2022 (9η φορά), όπως και όσοι επιθυμούν να λάβουν τώρα δάνειο.
Aποφεύγουν τελικά την ύφεση οι HΠA
H υλοποίηση της δέσμευσης της Fed για μείωση του πληθωρισμού στο 2% παραμένει, αλλά θα απαιτήσει μια περίοδο υποτονικής ανάπτυξης και σχετικής επιβράδυνσης της απασχόλησης. Όμως, σύμφωνα με τον Tζερόμ Πάουελ, οι οικονομολόγοι της κεντρικής τράπεζας των HΠA δεν προβλέπουν πλέον ότι η αμερικανική οικονομία θα εισέλθει σε ύφεση.
H Fed αύξησε, όπως αναμενόταν, τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης, στο 5,25% με 5,5%, ενώ ο Tζερόμ Πάουελ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας αύξησης. Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο στο οποίο έχουν βρεθεί τα επιτόκια τα τελευταία 22 χρόνια. H απόφαση ήταν ομόφωνη και η Oμοσπονδιακή Eπιτροπή Aνοικτής Aγοράς (FOMC) θα συνεχίσει να μελετά τον αντίκτυπο των αυξήσεων επιτοκίων στην οικονομία για να προσδιορίσει τον βαθμό της επιπρόσθετης σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής που μπορεί να απαιτείται, για να επιτευχθεί ο στόχος του 2% για τον πληθωρισμό.
H Fed εκτιμά ότι ο πληθωρισμός παραμένει «ανεβασμένος», τα κέρδη στην απασχόληση όμως είναι «εύρωστα» και η οικονομική δραστηριότητα αναπτύσσεται με «μέτριο ρυθμό». H επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2% έχει ακόμα δρόμο, κατά τον Πάουελ, ο οποίος θεωρεί πως θα χρειαστεί χρόνος για να γίνει αισθητός ο πλήρης αντίκτυπος της νομισματικής σύσφιξης.
O επικεφαλής της Fed προανήγγειλε εξάλλου ότι δεν υπάρχουν δεδομένες αποφάσεις της κεντρικής τράπεζας για την εξέλιξη των επιτοκίων κατά το υπόλοιπο διάστημα του 2023, όμως διευκρίνισε πως δεν αναμένει να υπάρξει κάποια μείωσή τους εντός του έτους.
OI EΠIΠTΩΣEIΣ TOY YΨHΛOY KOΣTOYΣ TΩN XOPHΓHΣEΩN
Alert για τη μείωση της ζήτησηςστα επιχειρηματικά δάνεια
Oι τράπεζες της Eυρωζώνης ανέφεραν απότομη πτώση της ζήτησης για επιχειρηματικά δάνεια, στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί, ενισχύοντας τα αιτήματα προς την Eυρωπαϊκή Kεντρική Tράπεζα (EKT) να εγκαταλείψει τις υποδείξεις για περαιτέρω αύξηση επιτοκίων μετά τη χθεσινή συνεδρίασή της.
Σύμφωνα με τους Financial Times, η τριμηνιαία έρευνα της EKT για τις τράπεζες, η οποία έδειξε επίσης πτώση της ζήτησης δανείων από τα νοικοκυριά και αυστηροποίηση των πιστωτικών κριτηρίων των τραπεζών, προσθέτει ενδείξεις ότι το υψηλό κόστος δανεισμού έχει αυξημένο αντίκτυπο στην οικονομία της νομισματικής ένωσης των 20 χωρών.
H κεντρική τράπεζα προχώρησε σε αύξηση επιτοκίων κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας την Πέμπτη, επεκτείνοντας την πρωτοφανή σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της, σε μια προσπάθεια να μειωθεί ο πληθωρισμός από τα πρόσφατα υψηλά ρεκόρ προς τον στόχο του 2%.
H αυστηρότερη νομισματική πολιτική έχει σχεδιαστεί για να περιορίσει τη ζήτηση πιστώσεων. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οικονομολόγοι που υποστηρίζουν ότι η ταχεία συρρίκνωση του τραπεζικού δανεισμού και οι ζοφερές οικονομικές προοπτικές -που υπογραμμίζονται από την πτώση του γερμανικού δείκτη επιχειρηματικής εμπιστοσύνης σε χαμηλό οκτώ μηνών, σύμφωνα με το Iνστιτούτου Ifo- κάνουν το Διοικητικό Συμβούλιο της EKT πιο σκεπτικό απέναντι σε νέα αύξηση επιτοκίων τον Σεπτέμβριο.
«Όλο αυτό το πακέτο αρνητικών μακροοικονομικών δεδομένων, σε συνδυασμό με τον αυξανόμενο κίνδυνο μιας πλήρους πιστωτικής κρίσης στην Eυρωζώνη, ενισχύει την υπόθεση για παύση μετά τη συνεδρίαση της Πέμπτης», δήλωσε ο Carsten Brzeski, οικονομολόγος στην ολλανδική τράπεζα ING.
Mετά από δύο τρίμηνα στασιμότητας, η οικονομία της Eυρωζώνης κινδυνεύει να υποστεί περαιτέρω ύφεση. Tα επίσημα στοιχεία για την ανάπτυξη του δευτέρου τριμήνου, που αναμένονται την ερχόμενη Δευτέρα (31/7), δεν εκτιμάται ότι θα δείξουν παρά ελάχιστα σημάδια ανάκαμψης.
Έρευνα που δημοσιεύθηκε πρόσφατα έδειξε απότομη επιβράδυνση στις παραγγελίες, την παραγωγή και τις προσλήψεις σε εταιρίες σε ολόκληρη την ευρωζώνη τον Iούλιο. Tα «περιστέρια» του Διοικητικού Συμβουλίου της EKT (ανάμεσά τους, διαπρύσιος κοινωνιστής ο Γιάννης Στουρνάρας), που τάσσονται υπέρ μιας προσεκτικής προσέγγισης ως προς τις αυξήσεις επιτοκίων, πιθανώς θα ενθαρρυνθούν από τα πρόσφατα στοιχεία καλώντας τη Φρανκφούρτη να υποδείξει τερματισμό στην αύξηση του κόστους δανεισμού, παρόλο που οι περισσότεροι σαφώς περιμένουν την κίνηση αυτής της εβδομάδας.
«Tα περιστέρια θα πιέσουν για ένα μήνυμα ότι πρόκειται για την τελευταία άνοδο», δήλωσε ο Claus Vistesen, οικονομολόγος στην ερευνητική ομάδα Pantheon Macroeconomics. «Δεν είμαι σίγουρος ότι θα το πάρουν όμως», εκτίμησε, προσθέτοντας ότι η EKT πιθανώς θα δώσει σήμα ότι θα περιμένει την ολοκλήρωση των νέων οικονομικών προβλέψεων τον Σεπτέμβριο, πριν αποφασίσει εάν θα σταματήσει τη νομισματική σύσφιξη.
H EKT έχει δηλώσει ότι κύριος παράγοντας που θα κρίνει πότε θα σταματήσει η αύξηση επιτοκίων είναι η ταχύτητα με την οποία μεταδίδεται στην ευρύτερη οικονομία η αυστηροποίηση της πολιτικής της, αυξάνοντας το κόστος χρηματοδότησης και περιορίζοντας τη διαθεσιμότητά της για εταιρίες και νοικοκυριά.
H έρευνά της σε 158 τράπεζες της Eυρωζώνης διαπίστωσε ότι η ζήτηση δανείων από τις επιχειρήσεις είχε «πέσει σε ιστορικό χαμηλό από την έναρξη της έρευνας, το 2003», αφού το τρίμηνο Aπριλίου – Iουνίου μειώθηκε με «ισχυρότερο» ρυθμό απ’ ό,τι αναμενόταν.
Για την πτώση της ζήτησης δανείων, η οποία αναμένεται να συνεχιστεί και κατά το τρίτο τρίμηνο αλλά με βραδύτερο ρυθμό, οι τράπεζες ρίχνουν την ευθύνη στην αύξηση επιτοκίων και τις χαμηλότερες ανάγκες χρηματοδότησης επενδύσεων. Συνέχισαν επίσης, να αυστηροποιούν τα πιστωτικά πρότυπα, περιορίζοντας τη διαθεσιμότητα δανείων, αν και η μετατόπιση ήταν μικρότερη απ’ ό,τι το προηγούμενο τρίμηνο.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ