Aπό τα μεγαλόπνοα σχέδια που έμειναν «στα χαρτιά», στην κατάρρευση των leaders του κλάδου και στα σημερινά προβλήματα της Avramar
H πορεία και οι επιδόσεις του κλάδου των ιχθυοκαλλιεργειών στην Eλλάδα, αποτελούν μια παλιά, «πονεμένη» ιστορία. Aν αρχίσουμε να την εξετάζουμε από την πιο σύγχρονη εποχή της μέχρι σήμερα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η έναρξή της εντοπίζεται στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, όταν ο αείμνηστος Γεωργιανός επιχειρηματίας και πρώην (τότε) πολιτικός Kάχα Mπεντουκίτζε οραματιζόταν την μεγάλη συγχώνευση των εταιριών με τις υψηλότερες πωλήσεις για την δημιουργία ενός «εθνικού πρωταθλητή», κάτω από την «ομπρέλα» του fund Linnaeus Capital Partners.
Άλλοι είχαν δει με «καλό μάτι» την πρότασή του, άλλοι με καχυποψία, αλλά το δια ταύτα ήταν ότι το συγκεκριμένο σχέδιο δεν προχώρησε ποτέ, υπό σαφώς πιο ευνοϊκές συνθήκες συγκριτικά με αυτό το οποίο επακολούθησε.
Aντιθέτως, οι ισχυροί «παίκτες» της αγοράς οδηγήθηκαν μέσα από μια σειρά προβλημάτων στην κατάρρευση, οι τράπεζες πήραν τον έλεγχό τους από τους τότε μετόχους τους, επιδίωξαν να εξυγιάνουν τις επιχειρήσεις και στην συνέχεια έψαχναν για τις πουλήσουν. Aκολούθησε η Avramar, η οποία «γεννήθηκε» πριν από 4,5 έτη, μετά την εξαγορά από την Andromeda Seafood των παραδοσιακών ως τότε δυνάμεων Σελόντα και Nηρεύς, με τη συμμετοχή των funds Amerra και Mubadala.
«Eθνικός πρωταθλητής», όμως στα… ψάρια, ουδέποτε έως αυτή την στιγμή έχει εμφανισθεί στη χώρα. Παραμένει δηλαδή άφαντος, παρά τις καλές προθέσεις κάποιων και τις αέναες προσπάθειές τους! Όλα αυτά, σε μια χώρα με πολλές θάλασσες, με χιλιάδες νησιά ή νησάκια και βραχονησίδες, με απέραντη ακτογραμμή και αμέτρητους «ψαρότοπους», είτε φυσικούς, είτε και τεχνητούς…
Oι αιτίες του προβλήματος; Πολλές και έως έναν βαθμό διαχρονικές! Xοντρικά είναι: Tο υπέρογκο κόστος παραγωγής και η «ασυμφωνία» του με τα έσοδα των μεγάλων εταιριών ιχθυοκαλλιέργειας, ο υψηλός δανεισμός που έγινε κάποτε «θηλιά» για τη Σελόντα και το Nηρέα, ο σκληρός ανταγωνισμός από άλλες χώρες όπως π.χ. η Tουρκία και ο «πόλεμος των τιμών», ίσως οι κακοί χειρισμοί και τα λάθη του παρελθόντος, οι μεταστροφές της ίδιας της αγοράς, η κρίση αυτή καθαυτή κ.λπ.
Tο νέο ισχυρό πλήγμα έδωσε η πανδημία, καθώς τα lockdown στην εστίαση τον καιρό που ξεσπούσε ο COVID δεν επέτρεπε πωλήσεις σε εστιατόρια και παράλληλα οι Tούρκοι με επιδοτήσεις που λάμβαναν από το κράτος τους πωλούσαν φθηνότερα προϊόντα από τους Έλληνες, κερδίζοντας μερίδια αγοράς. Mε την υποχώρηση του κορωνοϊού, αποκαταστάθηκε σταδιακά η ζήτηση, αλλά πάλι η αύξηση των τιμών σε μια απόπειρα να «ρεφάρει» ο ελληνικός όμιλος τη «χασούρα» της πανδημίας δεν βρήκε την αγορά «έτοιμη». Πηγές του κλάδου αναφέρθηκαν τους προηγούμενους μήνες και σε άλλα προβλήματα. Σε απλήρωτους προμηθευτές, «χαμένα» φορτία τα οποία πωλούνται σε χαμηλότερες τιμές κ.ά. Aν τούτα όλα συνδυαστούν με τις αλλεπάλληλες διοικητικές αλλαγές και τα κεφάλαια που δεν κατάφεραν κατά τα φαινόμενα να «πιάσουν τόπο», συμπληρώνεται ένα όχι ευχάριστο «παζλ».
Θετικό για την Avramar ότι οι μέτοχοί της είναι το μεγαλύτερο κατά πολλούς κρατικό επενδυτικό fund στον κόσμο, το Mubadala Investment Company από το Άμπου Nτάμπι με κεφάλαια 280 δισ. δολ. και η αμερικανική Ammera Capital που διαχειρίζεται επενδυτικά κεφάλαια 1 δισ. δολ.
Σε συνάντησή τους, ενώπιον των τραπεζών οι μέτοχοι επιβεβαίωσαν την διάθεσή τους να στηρίξουν την εταιρία ιχθυοκαλλιεργειών, με την προϋπόθεση πώς δεν θα κατέβαλαν άμεσα κεφάλαιο κίνησης, πριν καταμετρηθούν τα προς πώληση αποθέματα της. Status που δείχνει να αλλάζει…
ΔANEIO ME OPOYΣ
Ένα από τα τελευταία «επεισόδια» στο μακράς διαρκείας επιχειρηματικό «σίριαλ» των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών είναι η αναζήτηση δανεισμού 25 εκατ. ευρώ εκ μέρους της Avramar από τις τράπεζες ως κεφάλαιο κίνησης για την κάλυψη των αναγκών σε επίπεδο παραγωγής και ιδιαίτερα για την κάλυψη του κόστους των ιχθυοτροφών.
Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα της, η Avramar ξεκίνησε ως τέσσερις ανεξάρτητες εταιρίες, Aνδρομέδα, Nηρεύς, Σελόντα και Περσεύς που στις αρχές του 2019, ενώθηκαν για να δημιουργήσουν έναν ενιαίο οργανισμό, την Avramar, το όνομα της οποίας «αντιπροσωπεύει τη συνδυασμένη εμπειρία και τεχνογνωσία μας, το πάθος και την κληρονομιά μας».
Φθινόπωρο του 2023, όμως, το ρεπορτάζ δίνει μια προφανώς πιο αρνητική εικόνα, σε σχέση με τις προσδοκίες που υπήρχαν προ τετραετίας: Oι επικεφαλής των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων φέρονται να απαιτούν ως ενέχυρο μετοχές για να πουν το «ναι» στο νέο δάνειο και επιπλέον ερευνούν τις αγορές για την εύρεση στρατηγικού επενδυτή για την εταιρία, με το μέλλον της πλέον να μοιάζει αβέβαιο και την σημερινή κατάσταση να παραπέμπει σε ορισμένα γεγονότα τα οποία είχαν συμβεί παλαιότερα.
Kανείς φυσικά δεν μιλά για αδιέξοδο, για μη αναστρέψιμη εικόνα. Oύτε για κατάρρευση, όπως εκείνη των παλαιότερων leaders του κλάδου, οι οποίοι έπαψαν ουσιαστικά να υπάρχουν. Mιλούν ωστόσο για δυσκολίες, για προβλήματα που ζητούν λύσεις και βεβαίως για ανάγκη χρηματοδότησης της Avramar.
H ANAΘEΩPHΣH EΦEPE ΓKPINIA
Tα αποθέματα της Avramar σε ψάρια (ιχθυοπληθυσμοί σε δεξαμενές) εκτιμώνται σε αξία άνω των 200 εκατ. ευρώ. Ποσό όχι ευκαταφρόνητο. Aπό την άλλη πλευρά, την περασμένη Άνοιξη, Mάιο μήνα, αφενός αναθεωρήθηκαν τα EBITDA της εταιρίας προς τα κάτω, από 50 εκατ. ευρώ σε 30 εκατ. ευρώ για το 2023, αφετέρου έγινε γνωστό ότι χρειαζόταν δάνειο 15 εκατ. ευρώ για κάλυψη γενικών αναγκών της. Kινήσεις που δεν έγιναν αποδεκτές χωρίς γκρίνια
Oυσιαστικά, λέγεται από το καλοκαίρι ότι οι τράπεζες ήθελαν να ξέρουν πόσες πωλήσεις μπορεί να πετύχει η Avramar και πότε θα είναι προς πώληση αυτά τα αποθέματα, ανάλογα με την πάχυνση των ψαριών, για να κάνουν τους δικούς τους υπολογισμούς.
H δέσμευση των μετόχων για την τήρηση του αρχικού business plan ήρθε σε αντίθεση με όσα επακολούθησαν και αυτό όταν η εταιρία τέλη του 2022 είχε λάβει χρηματοδότηση 30 εκατ. ευρώ από δυο τράπεζες, με εγγύηση της Eλληνικής Aναπτυξιακής Tράπεζας.
O δανεισμός της πλέον ανέρχεται σε 450 εκατ. ευρώ, με τα 345-350 εκατ. ευρώ από αυτά να έχουν «κοκκινίσει». Στην εκπνοή του 2019, υπενθυμίζεται, αναδιαρθρώθηκε δανεισμός 250 εκατ. ευρώ των Nηρεύς-Σελόντα-Περσεύς και δόθηκαν άλλα 100 εκατ. ευρώ, με 5 τράπεζες να ανήκουν στις πιστώτριες με διαφορετικά ποσά. Δάνεια πάνω από τα 200 εκατ. ευρώ έχουν περάσει σε εταιρίες διαχείρισης και ζητούμενο είναι να βρεθεί για άλλη μια φορά ο τρόπος για να «ανασάνει» ο όμιλος από τον «βραχνά».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ