Η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ αλλά και όλων των οικονομιών έχει τεθεί στο στόχαστρο των οικονομολόγων και των επιχειρηματιών. Μετά από παρατεταμένη περίοδο μηδενικών επιτοκίων οι οικονομίες βρίσκονται αντιμέτωπες με την έξαρση του πληθωρισμού, ο οποίος ανάγεται σε ενδογενή ζητήματα και σε εξωγενείς παράγοντες όπως οι γεωπολιτικές κρίσεις που μετατράπηκαν σε ενεργειακές. Ειδικά για τις ΗΠΑ η πλειοψηφία των οικονομολόγων αναζητεί -και αποτυγχάνει- τα τελευταία χρόνια το ακριβές χρονικό σημείο κατά το οποίο η μεγαλύτερη οικονομία θα εισέλθει στη φάση της ύφεσης, επηρεάζοντας και τις υπόλοιπες οικονομίες.
Κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας
Η αύξηση της πραγματικής κατανάλωσης κατά 0,4% τον Φεβρουάριο επιβεβαιώνει ότι, παρά τον αυξημένο πληθωρισμό, η εσωτερική κατανάλωση σημειώνει αξιοσημείωτη αντοχή και ξεπερνά κατά 0,3% τις προβλέψεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι είναι η δεύτερη κατά σειρά μηνιαία αύξηση της πραγματικής κατανάλωσης, η οποία συνδυαζόμενη με τις 275.000 νέες θέσεις εργασίας του Φεβρουαρίου και με τη μείωση των αιτήσεων για επιδόματα ανεργίας, δείχνει ότι η ύφεση απομακρύνεται. Η σημαντικότερη όμως απόδειξη ότι η ανάπτυξη είναι μη πληθωριστική και βιώσιμη είναι ο δείκτης μεταποίησης ο οποίος επανήλθε σε τροχιά ανάπτυξης για πρώτη φορά μετά από δύο χρόνια κερδίζοντας 6,2 μονάδες, ενώ ταυτόχρονα τα αποθέματα των εταιρειών αυτών για τρίτο συνεχόμενο μήνα μειώνονται αποδεικνύοντας ξεκάθαρα την αύξηση της κατανάλωσης. Η FED αναλύοντας τα δεδομένα θεωρεί ότι δεν απαιτείται άμεση μείωση των επιτοκίων, αφού ο αδιαπραγμάτευτος στόχος για μείωση του πληθωρισμού στο 2% δεν δείχνει να επιτυγχάνεται άμεσα αφού ούτε η αγορά εργασίας ούτε η κατανάλωση αποθερμαίνονται, ενώ ταυτόχρονα οι τιμές των βασικών συντελεστών παραγωγής αυξάνονται. Με τα δεδομένα αυτά όλοι οι οικονομολόγοι συγκλίνουν στο γεγονός ότι η νομισματική πολιτική θα αλλάξει εφόσον επιβεβαιωθεί η πτωτική τάση του πληθωρισμού. Ο μετασχηματισμός όμως της οικονομίας ταράζει τα ήρεμα οικονομικά νερά του “ceteris paribus”.
Ακύρωση του ceteris paribus
Για να μπορέσει να λειτουργήσει η συνταγή της νομισματικής πολιτικής πρέπει να παραμένουν αμετάβλητοι οι βασικοί συντελεστές παραγωγής και κυρίως η τεχνολογία, η οποία επηρεάζει δραστικά την παραγωγικότητα και επιδεινώνει ή ελαφρύνει τις πληθωριστικές πιέσεις. Τις τελευταίες εβδομάδες σημειώνεται ότι στο αμερικανικό χρηματιστήριο μετοχές του τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, όπως της Nvidia και της Soundhound, τίθενται στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος, αφού οι εφαρμογές τους μπορούν να αλλάξουν άρδην την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών προάγοντας την καινοτομία αλλά επαναδιαμορφώνοντας τη διαδικασία παραγωγής προϊόντων με πολύ χαμηλότερο κόστος αφού μειώνουν τον απαιτούμενου αριθμό εργαζομένων. Το γεγονός αυτό θα βοηθήσει την αμερικανική οικονομία στην οποία η ανεργία κινείται κοντά στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 3,2%, και άλλες οικονομίες διεθνώς, οι οποίες λίαν συντόμως θα βρεθούν αντιμέτωπες με το δημογραφικό πρόβλημα. Παρατηρούμε ότι η κλιμακούμενη διείσδυση των αυτοματοποιημένων διαδικασιών μειώνει την ανάγκη για ανθρώπινα χέρια και συμβάλλει- ιδίως στην αμερικανική οικονομία – στην μείωση των μισθών που διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της υψηλής κατανάλωσης και στην ανάγκη της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ να διατηρεί τα επιτόκια πάνω από το 5%.
Για να υιοθετηθούν οι εφαρμογές αυτές από το σύνολο των εταιρειών και των πολιτών θα πρέπει να υπάρξουν πολύ μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές και σε γραμμές παραγωγής που αυξάνουν την παραγωγική ικανότητα μηχανημάτων, ημιαγωγών, αισθητήρων κλπ τα οποία χαρακτηρίζονται εντάσεως κεφαλαίου και έχουν υψηλότατο αρχικό κόστος επένδυσης. Για να μπορέσουν μάλιστα να ολοκληρωθούν και λειτουργήσουν απαιτούνται υψηλής κατάρτισης εργαζόμενοι με ακαδημαϊκά προσόντα και εργασιακή προϋπηρεσία και υψηλότατες αμοιβές. Ταυτόχρονα για να προσαρμοστεί το σύνολο της οικονομίας στη νέα πραγματικότητα πρέπει να προβλεφθούν από όλες τις κυβερνήσεις παγκοσμίως γενναιόδωρα προγράμματα επανακατάρτισης – reskilling – ώστε να μην επιτευχθεί αύξηση της παραγωγικότητας με ταυτόχρονη πρόκληση κοινωνικών προβλημάτων και αποκλεισμό εργαζομένων.
Σε περίπτωση που ο επανασχεδιασμός και η επαναμορφοποίηση των οικονομιών γίνει στο προσεχές μέλλον δεν προβλέπεται η επιστροφή των επιτοκίων σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, αφού τα κεφάλαια θα αντληθούν από τις διεθνείς αγορές μέσω του τραπεζικού συστήματος αλλά ενδεχομένως και μέσω κυβερνητικών προγραμμάτων όπως αυτά που κατήρτισε η ΕΕ και οι ΗΠΑ, υπολογίζονται σε 2,5 τρις δολάρια! Σε περίπτωση που η προσφορά χρήματος επανέλθει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ελλοχεύει ο κίνδυνος δημιουργίας νέας φούσκας στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, η οποία δεν θα αυξήσει την παραγωγικότητα αλλά αντιθέτως θα προκαλέσει απώλεια κεφαλαίων σε μια πολύ μεγάλη ομάδα επενδυτών αντίστοιχη με αυτή των .com στα τέλη της δεκαετίας του ’90.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Οι κυβερνήσεις να σταθούν αρωγοί στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Είναι εντελώς λανθασμένο να προσπαθούμε να αναλύσουμε τη σημερινή διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα με τα μάτια του παρελθόντος. Η διαδικασία παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών αλλάζει ραγδαία και πρέπει το σύνολο των κυβερνήσεων να σταθεί αρωγός ειδικά στις ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ επιχειρήσεις και να φροντίσει σε απόλυτη σύμπνοια με το τραπεζικό σύστημα να προωθήσει σε αυτές κεφάλαια ώστε να μπορέσουν να μεταβάλουν το υπάρχον μοντέλο, ώστε να αλλάξει το ευρύτερο εθνικό παραγωγικό μοντέλο τους. Πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή να μην επιβιώσουν μόνο τα πολυεθνικά μεγαθήρια αλλά να προστατευτεί το περισσότερο από 90% των επιχειρήσεων που ανήκουν στο μικρομεσαίο μέγεθος και αποτελούν το όχημα της μεσαίας τάξης για οικονομική ευημερία και πρόοδο. Μόνο μέσα από αυτή τη διαδικασία θα επιβιώσουν και θα αναπτυχθούν οι οικονομίες, αφού όλες οι συνήθειες του παρελθόντος μοιάζουν με φάρμακα, τα οποία δεν μπορούν να θεραπεύσουν την αρρώστια…
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ