Κρατικές παραγωγικές επιχειρήσεις ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου, είναι μεταξύ των 122 που συμπεριλαμβάνονται στη βάση δεδομένων της Carbon Majors
Πρόσφατη παγκόσμια εξειδικευμένη έρευνα, αποκαλύπτει ότι περίπου 100 εταιρείες ιδιωτικές και κρατικές, έχουν την πρώτη και μεγαλύτερη ευθύνη για την αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Είναι οι εταιρείες, ολιγοπώλια, οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων, που λειτουργούν σε παγκόσμιο επίπεδο στον τομέα των ορυκτών καυσίμων και του τσιμέντου. Αυτές οι εταιρείες, παραβιάζοντας σε πολλές περιπτώσεις κατάφωρα τις διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες, το εθνικό, το ενωσιακό, αλλά και το διεθνές δίκαιο, συνεχίζουν και μετά τη Συμφωνία του Παρισιού που υιοθετήθηκε το 2015 και τέθηκε σε ισχύ το 2016, να έχουν την ευθύνη του μεγαλύτερου ποσοστού ρύπανσης του πλανήτη.
Οι εταιρείες παραγωγής πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα, τσιμέντου έχουν την ευθύνη του 80% των εκπομπών αερίων σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι ενδεικτικό, ότι η βάση δεδομένων της Carbon Majors περιλαμβάνει τους 122 μεγαλύτερους ιστορικά ρυπαντές του κλίματος σε παγκόσμιο επίπεδο, διαπιστώνοντας πως ανάμεσα σε αυτούς, με μεγάλο ποσοστό, συμμετέχουν κρατικές παραγωγικές εταιρείες ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου.
Αυτές οι 122 εταιρείες ρυπαντές διαχωρίζονται σε επενδυτικές εταιρείες, κρατικές εταιρείες και σε δημόσιους φορείς παραγωγής. Κάτι που προξενεί ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι εταιρείες που ανήκουν στο κράτος, ιδιαίτερα στο κλάδο του άνθρακα στην Ασία, θεωρούνται οι μεγαλύτεροι ρυπαντές, οι οποίες προέρχονται κυρίως από κράτη με απολυταρχικά καθεστώτα. Χαρακτηριστική είναι η απεικόνιση στον παρακάτω πίνακα, από την οποία προκύπτει η πτωτική τάση των μεγαλύτερων επενδυτικών εταιρειών και η αύξηση των εκπομπών από κρατικούς φορείς.
Η μεγαλύτερη ιδιωτική επενδυτική εταιρεία που συνέβαλε στις εκπομπές αερίου του θερμοκηπίου ήταν η ExxonMobil των Ηνωμένων Πολιτειών (1,4% του παγκόσμιου συνόλου). Ενώ ακολουθούσαν οι Shell, BP, Chevron και TotalEnergies, καθεμία από τις οποίες συνδέθηκε με τουλάχιστον 1% των παγκόσμιων εκπομπών.
Έτσι, η έρευνα λειτούργησε και ως αφετηρία για σχόλια και δηλώσεις των συγκεκριμένων ρυπαντών. Εξ αυτών η εκπρόσωπος της διεθνής εταιρείας καυσίμων Shell δήλωσε πως «Η Shell έχει δεσμευτεί να γίνει μια ενεργειακή επιχείρηση καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050». Ενώ πρόσθεσε πως «Συνεχίζουμε να σημειώνουμε καλή πρόοδο στους στόχους μας για το κλίμα και μέχρι το τέλος του 2023, είχαμε επιτύχει περισσότερο από το 60% του στόχου μας να μειώσουμε στο μισό τις εκπομπές του Πεδίου 1 και 2 από τις δραστηριότητές μας έως το 2030, σε σύγκριση με το 2016».
ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ
«Καμπανάκι κινδύνου» και αναγκαίες οι αλλαγές
Αρκετές, βέβαια από αυτές τις εταιρείες, κυρίαρχες στον δυτικό κόσμο, είχαν πρωτοστατήσει τις προηγούμενες δεκαετίες για την εκδήλωση του φαινομένου για να φτάσουμε στη σημερινή κλιματική κατάσταση. Στο πεδίο των κρατικών – δημόσιων εταιρειών με ανοδική παραγωγή, αποθήκευση και προσφορά ορυκτών καυσίμων συναντώνται χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία, η Ινδία και το Ιράν, αναδεικνύοντας την άνοδο του ρυπαντικού αποτυπώματος της Ασίας από το 2016 έως το 2022. Ενδεικτικά μερικές από τις εταιρείες συνιστούν η Saudi Aramco, Gazprom, Coal India, National Iranian Oil Co., Rosneft, CNPC (Petro China), Abu Dhabi National Oil Co (ADNOC), Iraq National Oil Company κ.ά.
Οι παραπάνω εταιρείες αποτελούν τους μεγαλύτερους ρυπαντές εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, όμως σε κάθε περίπτωση η προσέγγιση χρειάζεται να είναι συνολική, για να αντιμετωπιστεί η παγκόσμια κλιματική κρίση. Μάλιστα, 100 εταιρείες βρίσκονται πάνω από το 0.05% των εκπομπών, γεγονός που «κρούει τον κώδωνα του κινδύνου», καθώς χρειάζονται πολλές, μαζικές και καθοριστικές θεσμικές, οικονομικές και ιδεολογικές αλλαγές για να επιτευχθούν χαμηλά επίπεδα εκπομπών. Έτσι, εκτός από τις πρώτες 57 εταιρείες που κατέχουν το 80% των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου σε παγκόσμιο επίπεδο ακολουθούν άλλες 43 χώρες με διάρκεια στο χρόνο, καθώς η πλειοψηφία αυτών βρίσκονταν στις 100 κορυφαίες εταιρείες ρυπαντών και στην έρευνα της Carbon Majors το 2017, με ποσοστά από 0.19% έως 0.04%.
Ενδεικτικά ακολουθεί η εταιρεία Marathon Oil 0.19%, Bumi Resources 0.19%, Devon Energy 0.16%, Singareni Collieries 0.17%, Sonangol 0.18%, Holcim Group 0.18%, Novatek 0.14%, Ecopetrol 0.16%, Suncor Energy 0.16%, Hess Corporation 0.15%, Ovintiv 0.14%, Czech Republic 0.14%, Canadian Natural Resources 0.13%, Cyprus AMAX Mineral 0.13%, Westmoreland Mining 0.12%, BASF (Wintershall Dea) 0.11%, American Consolidated Natural Resources 0.11%, Exxaro Resources Ltd 0.11%, Bapco Energies 0.10%, Adaro Energy 0.10%, YPF 0.10%, Cenovus Energy 0.10%, APA Corporation 0.10%, Banpu 0.10%, PetroEcuador 0.10%, EOG Resources 0.09%, Alliance Resource Partners 0.09%, Kiewit Mining Group 0.09%, Heidelberg Materials 0.09%, North American Coal 0.08%, Chesapeake Energy0.07%, Syrian Petroleum 0.08%, Cloud Peak, 0.07%, Vistra 0.07%, Teck Resources 0.07%, Inpex 0.06%, Naftogaz 0.06%, Coterra Energy 0.06%, PTTEP 0.05%, OMV Group 0.05%, EQT Corporation 0.05%, Southwestern Energy 0.04%, Woodside Energy 0.04%.
Συνεπώς, χρειάζεται να οριοθετηθούν οι μονοπωλιακές και ολιγοπωλιακές εταιρείες και η ευρεία προσφορά και παραγωγή ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου για ένα ασφαλέστερο περιβάλλον, δημιουργώντας κατά αυτόν τον τρόπο και ένα πλαίσιο προστασίας και ασφάλειας στους ανθρώπους και στον πλανήτη.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ