Η Ελλάδα έχει αναγνωριστεί ως η κορυφαία χώρα στη μείωση του δημόσιου χρέους μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από το 2020 έως το 2023, η Ελλάδα πέτυχε τη σημαντικότερη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ της, μειωμένο κατά 45,1 ποσοστιαίες μονάδες στο 161,9% στο τέλος της περιόδου, από 207% το 2020. Μετά την Ελλάδα, η Κύπρος μείωσε το δημόσιο χρέος της κατά 37,6%, με την Κροατία να ακολουθεί με 35,8%.
Η διαπίστωση αυτή αποτελεί μέρος ανάλυσης που δημοσιεύεται στο τελευταίο Οικονομικό Δελτίο της Alpha Bank. Οι οικονομολόγοι της τράπεζας τονίζουν ότι η σημαντική αυτή μείωση έχει ενισχύσει σημαντικά την αξιοπιστία της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η βελτίωση αυτή αντανακλάται στην πρόσφατη έκδοση νέου 30ετούς ομολόγου, το οποίο προσέλκυσε προσφορές που ξεπέρασαν τα 33 δισ. ευρώ, καλύπτοντας τα 3 δισ. ευρώ που αντλήθηκαν κατά ενδεκαπλάσιο τρόπο.
Η απόδοση διαμορφώθηκε στο 4,241%, μόλις 20 μονάδες βάσης πάνω από το 30ετές ομόλογο που εξέδωσε η Ισπανία τον Φεβρουάριο και 20 μονάδες βάσης κάτω από το 30ετές ομόλογο της Ιταλίας. Η επιτυχία αυτής της έκδοσης ομολόγου επηρεάστηκε επίσης από την πρόσφατη αναβάθμιση των οικονομικών προοπτικών της Ελλάδας σε “θετικές” από τον διεθνή οίκο αξιολόγησης S&P.
Η ανάλυση δείχνει επίσης ότι η Ελλάδα αναμένεται να παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία, με προγραμματισμένο πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% το 2024, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2024 του Υπουργείου Οικονομικών. Αυτό θα συμβάλει στην περαιτέρω μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ στο 152,7% έως το 2024. Ωστόσο, η εφαρμογή των νέων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων ενδέχεται να πιέσει την κυβέρνηση να ακολουθήσει ακόμη πιο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, με στόχο υψηλότερο μακροπρόθεσμο δημοσιονομικό πλεόνασμα.
Τα επιτόκια αναμένεται να έχουν μέτρια επίπτωση στα δημόσια οικονομικά τα επόμενα χρόνια, καθώς σημαντικό μέρος του δημόσιου χρέους της Ελλάδας κατέχεται από επίσημους πιστωτές με ευνοϊκούς όρους.
Όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, εκτιμάται ότι η θετική δυναμική της οικονομίας θα συνεχιστεί έως το 2024, παρά την ελαφρά επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ πέρυσι, χάνοντας τον στόχο κατά 0,3%. Η ανάπτυξη φέτος αναμένεται να υποστηριχθεί από την εύρωστη ιδιωτική κατανάλωση, η οποία θα ενισχυθεί από την περαιτέρω βελτίωση της δυναμικής της απασχόλησης και την ανάκαμψη της αγοραστικής δύναμης μετά τις πρόσφατες απώλειες λόγω του υψηλού πληθωρισμού. Επιπλέον, οι επενδύσεις θα συμβάλουν θετικά στο ΑΕΠ, χάρη στα κεφάλαια από το ΤΑΙΠΕΔ και την επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα. Η ισχυρή δυναμική του ελληνικού τουρισμού το 2024 αναμένεται επίσης να ενισχύσει τη συμβολή των εξαγωγών υπηρεσιών στην οικονομική δραστηριότητα και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Οι πρώιμοι οικονομικοί δείκτες, όπως ο δείκτης οικονομικού κλίματος (ESI), ο δείκτης προσδοκιών για την απασχόληση (EEI) και ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI), παρουσίασαν ικανοποιητικές αυξήσεις. Ειδικότερα, τον Μάρτιο, η Ελλάδα κατέγραψε τη δεύτερη υψηλότερη άνοδο τόσο του ESI όσο και του EEI μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ.