«Δυστυχώς, μέχρι σήμεραελάχιστα αιτήματα τωνμικρομεσαίων επιχειρήσεωνέχουν υλοποιηθεί»
Του ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΣΜΕΤΑΤΟΥ
Η «περιπέτεια» των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας δεν φαίνεται να σταματά ποτέ, παρά το γεγονός ότι η εποχή των σκληρών Μνημονίων έχει παρέλθει.
Για κάποιους, δυστυχώς, η… κρίση συνεχίζεται, με συνέπεια να εξακολουθούν πολλές χιλιάδες επιχειρηματίες να αναζητούν την «άκρη του τούνελ», ακόμα και καιρούς ανάπτυξης.
Το νέο καθεστώς φορολόγησης εξακολουθεί να αποτελεί καθημερινό, σχεδόν, θέμα συζήτησης γι’ αυτούς.
Πόσο μάλλον από τη στιγμή που άρχισε η υποβολή των φετινών φορολογικών δηλώσεων και έρχονται οι «λυπητερές».
Στη συνέντευξή του στην «DEALnews» ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου της Αθήνας (ΒΕΑ), Παύλος Ραβάνης, κάνει παρέμβαση για το θέμα και δηλώνει, ανάμεσα σε πολλά άλλα, ότι η εισαγωγή τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος πλήττει καίρια τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους επιστήμονες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και το χαρακτηρίζει ένα οριζόντιο, άδικο μέτρο, που οδηγεί τη μεσαία τάξη σε αφανισμό.
Οπως αναφέρει, το επιμελητήριο έχει προτείνει για την πάταξη της φοροδιαφυγής την πραγματοποίηση αυστηρότερων ελέγχων με τη χρήση σύγχρονων ψηφιακών εργαλείων, αλλά και τη διαφοροποίηση της φορολόγησης των ΜμΕ που παράγουν στην Ελλάδα και επιστρέφουν οφέλη στην κοινωνία.
Πολλές φορές συμβαίνει, όμως, μαζί με τα ξερά να καίγονται και τα χλωρά…
– Λίγες μέρες, ώρες ίσως, έπειτα από τις εθνικές εκλογές του περσινού Ιουνίου, κύριε πρόεδρε, είχατε ζητήσει με δηλώσεις σας τη λήψη άμεσων μέτρων για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Φέτος η χώρα οδεύει πάλι προς μια νέα εκλογική διαδικασία, αυτή των ευρωεκλογών. Τόσους μήνες αργότερα, ποια από αυτά τα μέτρα στα οποία εσείς αναφερθήκατε, τότε, και τα θεωρήσατε απαραίτητα έχουν ληφθεί και ποια όχι; Ποιες είναι οι επικαιροποιημένες προτάσεις σας;
Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας επιμένει ότι οι μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να περιμένουν ικανοποίηση των αιτημάτων τους και τη λήψη νέων αναπτυξιακών μέτρων. Ωστόσο, τα σημαντικά εμπόδια παραμένουν, με κυριότερα την υψηλή φορολόγηση, την έλλειψη ρευστότητας, την περιορισμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση και την απουσία χρηματοδοτικών εργαλείων, προσαρμοσμένων στις ανάγκες τους.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα ελάχιστα αιτήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν υλοποιηθεί. Απεναντίας, υπήρξαν νομοθετικές πρωτοβουλίες που μας βρίσκουν αντίθετους, όπως οι αλλαγές στη φορολόγηση, με την εισαγωγή τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος, κάτι που πλήττει καίρια τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους επιστήμονες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Πρόκειται για ένα οριζόντιο, άδικο μέτρο, που οδηγεί τη μεσαία τάξη σε αφανισμό.
Το επιμελητήριο έχει προτείνει για την πάταξη της φοροδιαφυγής την πραγματοποίηση αυστηρότερων ελέγχων, με τη χρήση σύγχρονων ψηφιακών εργαλείων, αλλά και τη διαφοροποίηση της φορολόγησης των ΜμΕ που παράγουν στην Ελλάδα και επιστρέφουν οφέλη στην κοινωνία.
Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε για άλλη μια φορά από την 1η Απριλίου, φτάνοντας τα 830 ευρώ, με στόχο τη στήριξη της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, λόγω του υψηλού πληθωρισμού και της ακρίβειας σε προϊόντα και υπηρεσίες. Ομως η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε μείωση του μη μισθολογικού κόστους, απεναντίας αύξησε έως και 300 ευρώ τον χρόνο τις εισφορές για τους μη μισθωτούς.
Το ΒΕΑ, παρά την άρνηση του οικονομικού επιτελείου, επιμένει στην ανάγκη ενεργοποίησης νέας ρύθμισης οφειλών, έως και 100 δόσεις, για τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις εκατομμυρίων ευρώ που έχουν συσσωρευτεί σε Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, ανάλογα, όμως, με το προφίλ του κάθε οφειλέτη, όπως γίνεται και στην περίπτωση του εξωδικαστικού.
– Η εικόνα σας για την αγορά και τις επιχειρήσεις ποια είναι σήμερα, με βάση και τα στοιχεία τα οποία έχετε στην διάθεσή σας; Ποιες και πόσες πάνε καλά; Υπάρχουν κάποιες οι οποίες κινδυνεύουν ακόμα;
Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία, οι μισές και ίσως λίγο παραπάνω μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις ολοκλήρωσαν το 2023 με κερδοφορία. Ωστόσο, το μείζον ζήτημα της ρευστότητας παραμένει, καθώς, παρά τα όποια κέρδη, το ταμείο είναι «άδειο». Τα μεγαλύτερα προβλήματα ρευστότητας αντιμετωπίζουν οι μικρότερες, με βάση τον κύκλο εργασιών, επιχειρήσεις.
Την ίδια στιγμή, μία στις τρεις επιχειρήσεις έχουν καθυστερημένες ή ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις. Για τις επιχειρήσεις αυτές, τα προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα και αντιστρόφως ασθενέστερη η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης.
Στο τέλος του 2023 το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθηνών είχε 34.659 μέλη, ενώ μέσα στην περασμένη χρονιά κατέγραψε 1.222 νέες ενάρξεις. Την ίδια χρονιά έκλεισαν 526 κυρίως λόγω συνταξιοδότησης.
Από την ποιοτική ανάλυση των στοιχείων φαίνεται ότι επανέρχονται δυναμικά επαγγέλματα όπως η κλωστοϋφαντουργία ή στην οικοδομή συνεργεία και γενικά δραστηριότητες που τα προηγούμενα χρόνια δεν βρίσκονταν στην αιχμή του ενδιαφέροντος για επαγγελματίες επενδυτές και εργαζομένους. Στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων, οι ατομικές επιχειρήσεις έχουν την πρώτη θέση, ενώ δεύτερες έρχονται οι προσωπικές μορφές και ακολουθούν οι ΙΚΕ και μετά οι ΕΠΕ και οι Α.Ε.
Μεγάλο ενδιαφέρον υπάρχει στην ένδυση, στα ξυλουργικά, στα μέταλλα, στα τρόφιμα – ποτά, στο κόσμημα, στο αυτοκίνητο, στην οικοδομή, ενώ υπάρχει μεγάλη ζήτηση για ηλεκτρολόγους, μηχανογράφηση και γραφικές τέχνες. Νέες εγγραφές καταγράφονται, επίσης, σε κομμωτήρια, στεγνοκαθαριστήρια και ταπητοκαθαριστήρια.
– Ακρίβεια, πληθωρισμός, υψηλά λειτουργικά κόστη, φόροι, «ψαλιδισμένα» εισοδήματα, πτώση της κατανάλωσης. Δυστυχώς, τα ακούμε συνεχώς όλα αυτά, με εκνευριστική συχνότητα. Πόσο καλά πάει η ελληνική οικονομία; Ποιες είναι οι λύσεις;
Αν δούμε τη μεγάλη εικόνα της ελληνικής οικονομίας, είναι γεγονός ότι σε ένα περιβάλλον αυξημένης διεθνούς αβεβαιότητας η αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας στην επενδυτική κατηγορία το προηγούμενο έτος σηματοδοτεί την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις οικονομικές προοπτικές της χώρας μας. Σύμφωνα, μάλιστα, με τις τελευταίες εκτιμήσεις της ΤτΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται να επιταχυνθεί το 2024 σε 2,3%, πολύ πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης.
Ωστόσο, η καθημερινότητα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, μερικά από τα οποία ήδη αναφέρατε. Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας επιμένει στην υιοθέτηση μέτρων σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, όπως:
Η υιοθέτηση ευέλικτων χρηματοδοτικών εργαλείων και κινήτρων για την τόνωση της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων.
Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Ο εξορθολογισμός – μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ.
Η μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων στο 20%.
Η περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους και συγκεκριμένα των ασφαλιστικών εισφορών.
Η θέσπιση αφορολογήτου στα πρώτα 10.000 ευρώ και μετά 20% επί των καθαρών κερδών. Για τις κερδοφόρες επιχειρήσεις, ό,τι ποσό επενδύεται αποδεδειγμένα σε παραγωγική/ μεταποιητική δραστηριότητα και αύξηση θέσεων εργασίας, πρέπει να είναι αφορολόγητο και επιδοτούμενο από το κράτος με ποσοστό 3%-5% επί της επένδυσης. Οι επενδυτικές δαπάνες πρέπει να είναι αφορολόγητες, με δυνατότητα χρηματοδότησής τους κατά 50% με επιτόκιο 3,5% για τις μεταποιητικές / παραγωγικές δραστηριότητες και 6% για τις αμιγώς εμπορικές δραστηριότητες.
Η θέσπιση ενός ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού, που θα εξυπηρετεί όλες τις οικονομικές λειτουργίες μιας επιχείρησης.
Ο διαχωρισμός του ΑΦΜ της επιχειρηματικής οντότητας από εκείνον του φυσικού προσώπου.
Η αύξηση του αφορολόγητου ορίου.
– Αν δούμε το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο, ποιους θεωρείτε ως τους ισχυρότερους πυλώνες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας;
Παρά το γεγονός ότι η επιχειρηματικότητα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δομικά προβλήματα στην καθημερινότητά της, με πιο σημαντικά τον πληθωρισμό και τα αυξημένα επιτόκια, είναι ιδιαίτερα θετικό ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να κινούνται σε θετική τροχιά.
Οπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία που έχουμε στο ΒΕΑ για τις εγγραφές και διαγραφές επιχειρήσεων ενδεικτικά από τον κλάδο της Μεταποίησης – Επιδιόρθωσης Ενδυμάτων την περασμένη χρονιά, το ισοζύγιο ήταν ιδιαίτερα θετικό, καθώς οι συστάσεις επιχειρήσεων ήταν σχεδόν διπλάσιες από τις διαγραφές. Μάλιστα σε ποσοστό η αύξηση είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων ετών.
Σε αυτό το περιβάλλον, η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ενώ οριακά αρνητική θα είναι η συμβολή του εξωτερικού τομέα, καθώς η έντονη επενδυτική δραστηριότητα θα αυξήσει σημαντικά τις εισαγωγές. Ο τομέας του τουρισμού παρουσιάζει και φέτος θετικές προοπτικές, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ