Η Αθήνα έχει ήδη ζητήσει ένα ταμείο ανάκαμψης Νο2, αλλά αυτό που κυοφορείται πανευρωπαϊκά με βάση τους υφιστάμενους συσχετισμούς στα ευρωπαϊκά κόμματα είναι μια πολύ πιο σφιχτή δημοσιονομική πολιτική
Τα «φώτα» στην κορύφωση του προεκλογικού αγώνα στην Ελλάδα επικεντρώνονται στην εγχώρια «ατζέντα», αλλά οι Ευρωεκλογές του 2024 είναι ίσως – σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο – η πιο κρίσιμη κάλπη για την οικονομία αλλά και για το μέλλον της Ευρώπης όπως την ξέρουμε. Οι αλυσιδωτές ανακατατάξεις που κυοφορούνται στην ΕΕ όλο το προηγούμενο διάστημα και αναμένεται να κορυφωθούν τον επόμενο χρόνο εκτείνονται σε πολλά πεδία, αλλά – ανάλογα με την έκβασή τους – καταλήγουν στο ίδιο «δια ταύτα» ειδικά για κράτη του Νότου όπως η Ελλάδα: στο αν θα υπάρχουν επαρκείς κοινοτικοί πόροι κάλυψης των αναγκών που έχει, και θα έχει, η χώρα τα επόμενα χρόνια.
Οι μεγάλες προκλήσεις εκτείνονται από την άνοδο της ακροδεξιάς (ειδικά μετά και τις Γαλλικές εκλογές που θα ακολουθήσουν) και την επίδραση που θα έχει μία νέα ισορροπία προς τα «δεξιά» σε μια σειρά από πολιτικές άμυνας, αγροτικής ανάπτυξης, στήριξης του Νότου, πράσινης μετάβασης κ.λ.π. Μεγάλος άγνωστος «Χ» είναι και η έκβαση των εκλογών στις ΗΠΑ και οι αλλαγές που μπορεί να φέρει και σε επίπεδο εμπορίου, άμυνας και όχι μόνο.
Προφανώς στα μέτωπα προστίθεται οι υφιστάμενες πληγές που περιλαμβάνουν από το υψηλό κόστος δανεισμού και την πληθωριστική κρίση αλλά και τις συνθήκες αναιμικής ανάπτυξης στη βόρεια Ευρώπη έως τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, τις διαταραχές του εμπορίου στην Ερυθρά Θάλασσα και βεβαίως τον πόλεμο στην Ουκρανία (που αποτελεί κεντρικό ζητούμενο στην ατζέντα των κρατών της Κεντρικής Ευρώπης).
Τι διακυβεύεται
Σε αυτό το πλαίσιο αβεβαιότητας, θα ξεδιπλωθεί η οικονομική ατζέντα της επόμενης μέρας που περιλαμβάνει πολύ κρίσιμες οι αποφάσεις για την Ελλάδα. Η κορύφωση των διαδικασιών θα έρθει το 2025 με την ανακοίνωση των προτάσεων για τη χρηματοδοτική στήριξη της Ευρώπης στη νέα 7ετή προγραμματική περίοδο αλλά κατ’ ουσίαν οι προτάσεις θα αποκαλυφθούν λίγες μέρες μετά τις εκλογές, με αφορμή 2 μεγάλα γεγονότα που – καθόλου τυχαία – έχουν τοποθετηθεί χρονικά για τον Ιούνιο: αφενός την έκθεση Ντράγκι για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και αφετέρου τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οροφή δημόσιων δαπανών που θα πρέπει να έχουν όλα τα κράτη (και η Ελλάδα) όλα τα επόμενα χρόνια.
Στο δεύτερο πεδίο δεδομένο είναι πως – ό τι και να συμβεί στις εκλογές της Κυριακής – η δημοσιονομική τροχιά που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα θα είναι εξαιρετικά περιοριστική. Με άλλα λόγια θα έχει πολύ μικρή δυνατότητα αύξησης στις δαπάνες (ακόμα και στις επενδυτικές) και άρα θα έχει την απόλυτη ανάγκη για χρηματοδοτική στήριξη από την Ευρώπη με πόσο ιδανικά ανάλογο με αυτό που τώρα της αναλογεί μέσα από τα «παραδοσιακά» πακέτα (κοινή αγροτική πολιτική, ΕΣΠΑ κ.λ.π.), αλλά και από το ταμείο ανάκαμψης που λήγει το 2026.
Η Αθήνα έχει ήδη ζητήσει ένα ταμείο ανάκαμψης Νο2, αλλά αυτό που κυοφορείται πανευρωπαϊκά με βάση τους υφιστάμενους συσχετισμούς στα ευρωπαϊκά κόμματα είναι μια πολύ πιο σφιχτή δημοσιονομική πολιτική για 2 λόγους:
- Η πρώτη αιτία είναι πως τα κράτη του Βορά δεν επιθυμούν η πολιτική συνοχής όπως ονομάζεται να αυξηθεί, ούτε καν να τιμαριθμοποιηθεί, δηλαδή να καλυφθεί η ζημιά που προκάλεσε η πληθωριστική κρίση. Αυτό σημαίνει ότι την επόμενη προγραμματική περίοδο θα υπάρχουν λιγότερα χρήματα να μοιραστούν και προφανώς σε ένα τέτοιο σενάριο δεν γίνεται συζήτηση (τουλάχιστον σοβαρή ακόμα) για ένα νέο ταμείο ανάκαμψης που θα δίνει επιδοτήσεις και όχι μόνο δάνεια.
- Ο δεύτερος λόγος είναι ακόμη πιο επικίνδυνος για τα ελληνικά συμφέροντα και η μάχη για το τελικό αποτέλεσμα θα κριθεί από την επόμενη «ηγεσία» της ΕΕ που θα προκύψει από τις ευρωεκλογές. Αυτό που ανησυχεί κυρίως τη βόρεια Ευρώπη είναι η στήριξη της βαριάς βιομηχανίας για να μειωθεί η μεγάλη ψαλίδα στην ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και την Κίνα. Αυτό άλλωστε είναι και μέρος του αντικειμένου της έκθεσης Ντράγκι. Το ζητούμενο είναι αν αυτό το εγχείρημα θα συνδυαστεί με την παράλληλη πρόταση και από τον Ντράγκι αλλά και από τον Λέττα για την στήριξη της κοινωνικής και της αναπτυξιακής συνοχής των περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της διασφάλισης επαρκούς χρηματοδότησης ή αν θα έχουμε μια νέα «μοιρασιά» της περιορισμένης πίτας των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς την ευρωπαϊκή βιομηχανία, με ότι αυτό συνεπάγεται για τα κράτη του Νότου (περιορισμός δαπανών συνοχής που σήμερα είναι το 30% του συνόλου). Στην ίδια εξίσωση εισέρχεται και το θέμα των αμυντικών δαπανών, δηλαδή της ανάγκης για αμυντική ένωση της Ευρώπης και για στήριξη της σχετικής βιομηχανίας κάτι που προφανώς ευνοεί κράτη όπως η Γαλλία αλλά και πάλι όχι την Ελλάδα (αν και σε αυτό το πεδίο διεκδικούνται οφέλη σε επιχειρησιακό επίπεδο αν προωθηθεί το ελληνικό αίτημα για κοινή ομπρέλα άμυνας της ΕΕ).
Ολικός ανασχηματισμός
Τα γεγονότα και τα πρόσωπα που θα καθορίσουν την επόμενη ηγεσία της ΕΕ
Στο καλό σενάριο με την επομένη των ευρωεκλογών θα έχει διασφαλιστεί ο μαγικός αριθμός των 361 εδρών (επί συνόλου 720). Δηλαδή όσων χρειάζεται το ΕΛΚ μαζί με «δημοκρατικούς» δορυφόρους ώστε να επανεκλεγεί, η φον ντερ Λάιεν και να προχωρήσει ολικός ανασχηματισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα στο καλοκαίρι με τελικό ορόσημο την 18η Ιουλίου όταν θα γίνει η 1η κρίσιμη ψηφοφορία στο ΕΚ.
Διαφορετικά η διαδικασία μεταφέρεται για το φθινόπωρο, όπως άλλωστε είχε συμβεί και στο παρελθόν με την εκλογή Barroso. Σε καθε περίπτωση, στην συνέχεια θα ακολουθήσει ο ανασχηματισμός (δομικος αυτή τη φορά), των υπόλοιπων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον ESM να επιχειρείται από το μεγάλο δανειστή των μνημονίων να μετασχηματιστεί σε έναν ισχυρό χρηματοδότη (μέσω δανείων) των αλλαγών που κυοφορούνται συμπληρώνοντας τον κοινοτικό προϋπολογισμό παράλληλα με την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Και παράλληλα, θα δίδονται οι μάχες για το αν θα επικρατήσει η πρόταση του Βορρά για λιτότητα στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό ή η Γαλλική συζήτηση για έκδοση κοινού χρέους.
Στο επικρατέστερο σενάριο 2ης θητείας φον ντερ Λάιεν με μία πλειοψηφία του ΕΛΚ και των Σοσιαλιστών, στο ΕΚ παραμένει η νυν πρόεδρος Μετσόλα (ανήκει στο ΕΛΚ), ενδεχομένως με μία συμφωνία εναλλαγής το 2026 με ένα μέλος των Σοσιαλιστών. Εναλλακτική πρόταση είναι να αναλάβει τη θέση της προέδρου της Κομισιόν η απερχόμενη πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα.
Για τη θέση κρίσιμη του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε περίπτωση που οι δικαστικές περιπέτειες του Πορτογάλου Αντόνιο Κόστα εμποδίσουν την πορεία του στο τραπέζι είναι και το όνομα της Δανής πρωθυπουργού Μέττε Φρεντέρικσεν. Κλειδί βεβαίως σε όλα αυτά είναι η Τζόρτζια Μελόνι καθώς ελέγχει την ευρωομάδα των Συντηρητικών (ECR) που μένει να φανεί πόσο θα «χρειασθούν» και για την τοποθέτηση προσώπων αλλά και για την επικύρωση των πολιτικών της ΕΕ στη συνέχεια…
Η διαδικασία
Ουσιαστικά, την επομένη των ευρωεκλογών ξεκινάει στο Στρασβούργο και στις Βρυξέλλες ένας αγώνας δρόμου για την κατανομή των κορυφαίων θέσεων στην Ευρώπη. Τη σκυτάλη αναλαμβάνουν ουσιαστικά οι αρχηγοί των 27 κρατών. Θα πρέπει να καταλήξουν στους επόμενους προέδρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο πρώτος απολογισμός των αποτελεσμάτων θα γίνει σε σύγκλιση του Ευρωκοινοβουλίου στις 11 Ιουλίου και έως τότε οι ηγέτες θα έχουν την ευκαιρία να ολοκληρώσουν τις ζυμώσεις τους σε 3 γεγονότα που θα προηγηθούν: στις 13 Ιουνίου θα συναντηθούν στην Απουλία της Ιταλίας (σύνοδος κορυφής G7), ενώ θα ακολουθήσουν στις 17 Ιουνίου η άτυπη σύνοδος Kορυφής (με τη μορφή δείπνου) και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 27 – 28 Ιουνίου στο οποίο και θα επιχειρηθεί να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.
Εκτεταμένη οικονομική ατζέντα για την Ελλάδα
Διαβουλεύσεις για τη νέα διανομή της πίτας
Η Ελλάδα από τα πιο πριμοδοτημένα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όρους επιδοτήσεων. Δέχεται ετησίως από τον κοινοτικό προϋπολογισμό (ως αντιστάθμισμα των απωλειών που έχει ως ένα κράτος με χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ και απόκλιση από την ΕΕ σημαντικά κονδύλια κρατικών ενισχύσεων από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναμένεται να λάβει έως και το 2026 επιπλέον κονδύλια ίσα με το 3% του ΑΕΠ από το ταμείο ανάκαμψης (με τη μορφή δανείων και επιδοτήσεων). Στα κονδύλια αυτά άλλωστε οφείλει και τον (συγκριτικά με την ΕΕ) ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης που αναμένεται να έχει και φέτος (2,5%), πολύ πιο υψηλό από τα κράτη του βορρά. Αυτή άλλωστε η μηδενική σχεδόν ανάπτυξη στη βόρεια Ευρώπη τα τελευταία χρόνια είναι αυτή που έχει ενισχύσει (μαζί με τον πληθωρισμό που επίσης πλήττει τα υπόλοιπα κράτη) τους ευρωσκεπτικιστές η ισχύς των οποίων θα κριθεί στη κάλπη της Κυριακής.
Όσο στην Ευρώπη θα εξελίσσεται αυτή μέσα στο καλοκαίρι, η Ελλάδα θα έχει τις δικές της αγωνίες. Η κυβέρνηση έχει ήδη καταθέσει προτάσεις τις οποίες θα υπερασπιστεί και στη συνέχεια και σε γεωπολιτικό επίπεδο αλλά και για ένα ταμείο ανάκαμψης Νο2, παρεμβάσεις για τη στήριξη του ανταγωνισμού και για επαρκή χρηματοδότηση της ΕΕ .Ωστόσο, αυτό που πραγματικά θα την απασχολεί θα είναι οι συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον νέο πολυετή προϋπολογισμό που θα της σταλούν στις 21 Ιουνίου και μέσα στο καλοκαίρι θα πρέπει να κλειδώσουν (μετά από διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) οδηγώντας σε έναν νέο «κλειδωμένο» πολυετή προϋπολογισμό ο οποίος θα ορίζει το ανώτατο όριο στις δαπάνες που θα μπορεί να κάνει η Ελλάδα. Δηλαδή θα ορίζει τι θα μπορεί να χρηματοδοτήσει τα επόμενα τουλάχιστον 4 χρόνια με βάση τις δικές της δυνάμεις και ότι ξεπερνάει αυτό το στόχο θα πρέπει να αντισταθμίζεται με μέτρα από την πλευρά των εσόδων. Όλα αυτά με ορόσημο συγκεκριμένους στόχους μείωσης του χρέους….
Παράλληλα με αυτή τη διαπραγμάτευση θα προωθηθεί και η νέα αναδιάρθρωση του ταμείου ανάκαμψης με «χειρουργικές» κινήσεις με βάση τις νέες δυνατότητες που έδωσε την προηγούμενη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και η προσπάθεια του ΟΔΔΗΧ να προβεί σε άμεσες κινήσεις μεγαλύτερης απομείωσης του χρέους και πρόωρης αποπληρωμής ακριβών δανείων βελτιώνοντας το προφίλ του, δεδομένης της χαμηλότερης (από την αναμενόμενη) ανάπτυξη.
Βεβαίως, η πιο «εμφανής» μάχη της κυβέρνησης θα είναι η πάταξη της ακρίβειας. Αφού η «ψήφος» μέσω των δημοσκοπήσεων ήταν ξεκάθαρη για το πιο μεγάλο αγκάθι κατά την άποψη των ψηφοφόρων.