Σύμφωνα με την έκθεση Αυστραλιανών Ενεργειακών Στατιστικών, του υπουργείου Βιομηχανίας, Επιστήμης, Ενέργειας και Πόρων, που παρέχει τα επίσημα στοιχεία για την κατανάλωση, την παραγωγή και το εμπόριο ενέργειας, στην Αυστραλία δραστηριοποιούνται 1.040 ενεργειακές εταιρίες
Σε αυξημένη ζήτηση για καθαρές και αξιόπιστες πηγές ενέργειας οδηγούν την Αυστραλία οι μεγάλες προκλήσεις των «μοντέρνων καιρών», όπως είναι η κλιματική αλλαγή, η ενεργειακή ασφάλεια και η άνοδος των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Για τους λόγους αυτούς, όπως υπογραμμίζεται στην «Ερευνα αγοράς για τον κλάδο ενέργειας» του ελληνικού γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) στο Σίδνεϊ, την οποία φέρνει στη δημοσιότητα η «Dealnews», η χώρα των καγκουρό αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη αγορά για τα ελληνικά ενεργειακά προϊόντα και τις επενδύσεις, ιδιαίτερα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Δυναμικό «παρών» ήδη δίνει στην Αυστραλία η MYTILINEOS Group, έχοντας προχωρήσει σε μεγάλες επενδύσεις και σε μακροπρόθεσμες συμφωνίες ενέργειας.
Σύμφωνα με την έρευνα αγοράς του ΟΕΥ, παρά τις σοβαρές προκλήσεις που προκάλεσε η πανδημία του Covid-19 στην ενεργειακή αγορά της Αυστραλίας, καθώς και τις σοβούσες γεωπολιτικές εντάσεις, η χώρα αυτή παραμένει σημαντικότατος παραγωγός και εξαγωγέας άνθρακα, φυσικού αερίου, ουρανίου και προϊόντων ΑΠΕ, καθώς και κορυφαίος επενδυτής σε τεχνολογίες ενεργειακής απόδοσης και χαμηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Συνολικά παράγει περίπου το 2,4% της παγκόσμιας ενέργειας και είναι σημαντικός προμηθευτής στις διεθνείς αγορές, εξάγοντας περισσότερα από τα 3/4 της ενεργειακής παραγωγής της, αξίας σχεδόν 80 δισεκατομμυρίων AUD. Διαθέτει το 46% των παγκόσμιων αποθεμάτων ουρανίου, το 6% του άνθρακα και το 2% του φυσικού αερίου.
Ωστόσο, διαθέτει μόλις το 0,3% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου. Συνεπώς, περισσότερες από τις μισές ανάγκες σε υγρά καύσιμα της Αυστραλίας καλύπτονται μέσω εισαγωγών.
Συγκεκριμένα, η Αυστραλία είναι ο 20ός μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας στον κόσμο και η 15η χώρα όσον αφορά την κατά κεφαλήν κατανάλωση ενέργειας. Στην κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας της Αυστραλίας κυριαρχούν ο άνθρακας (περίπου 40%), το πετρέλαιο (34%) και το φυσικό αέριο (22%). Ο άνθρακας χρησιμοποιείται για περίπου το 75% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Αυστραλίας, ακολουθούμενος από το φυσικό αέριο (16%), την υδροηλεκτρική ενέργεια (5%) και την αιολική ενέργεια (2%).
Την τρέχουσα δεκαετία 2010 και 2020 ο ενεργειακός τομέας της Αυστραλίας αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις και ευκαιρίες, όπως η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, η ενσωμάτωση των ΑΠΕ, ο εκσυγχρονισμός του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, η εμφάνιση νέων τεχνολογιών, όπως αυτής του υδρογόνου, καθώς και οι μεταβαλλόμενες προτιμήσεις και συμπεριφορές των καταναλωτών. Ο ενεργειακός τομέας της αναμένεται να συνεχίσει να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται για να επιτύχει την ανταπόκρισή του στις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας.
Η Αυστραλία έχει δεσμευτεί για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 43% (σε σχέση με τα επίπεδα του 2005) έως το 2030 και στον μηδενισμό τους έως το 2050. Εχει, επίσης, διαθέσει 24,9 δισεκατομμύρια AUD κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου για την υποστήριξη του ενεργειακού μετασχηματισμού της και την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματική αλλαγής. Επί του παρόντος, οι ΑΠΕ αντιπροσωπεύουν το 32% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Αυστραλίας, το υψηλότερο που έχει καταγραφεί, και αναμένεται να φτάσει το 50% έως το 2025.
Δομή
Σύμφωνα με την έκθεση Αυστραλιανών Ενεργειακών Στατιστικών, του υπουργείου Βιομηχανίας, Επιστήμης, Ενέργειας και Πόρων, που παρέχει τα επίσημα στοιχεία για την κατανάλωση, την παραγωγή και το εμπόριο ενέργειας, στην Αυστραλία δραστηριοποιούνται 1.040 ενεργειακές εταιρίες. Μερικοί από τους κορυφαίους παρόχους και προμηθευτές ενέργειας στην Αυστραλία είναι η CovaU Energy, η AGL New Energy, η Infigen Energy και η Upstream Energy. Ο αριθμός των ενεργειακών εταιριών στην Αυστραλία αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς, καθώς η χώρα μεταβαίνει σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα και επενδύει σε τεχνολογίες ΑΠΕ.
Ο τομέας παραγωγής ενέργειας στην Αυστραλία είναι ένας δυναμικός και εξελισσόμενος τομέας, που συμμορφώνεται πλήρως με τη δέσμευση της χώρας για μείωση των εκπομπών και τη μετάβαση σε καθεστώς πλήρους από-ανθρακοποίησης. Ως εκ τούτου, πραγματοποιείται σταδιακός μετασχηματισμός της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, ώστε να λειτουργεί κυρίως με ΑΠΕ και επιδότηση των νέων βιομηχανιών καθαρής ενέργειας, με έμφαση στην απο-ανθρακοποίηση των κλάδων ναυτιλίας και μεταφορών.
Οι κύριες πηγές παραγωγής ενέργειας είναι ο άνθρακας (2.530 PJ), το φυσικό αέριο (1.920 PJ), οι ΑΠΕ (1.350 PJ), το πετρέλαιο και άλλα υγρά καύσιμα (514 PJ). Το δυναμικό παραγωγής ενέργειας της Αυστραλίας αναμένεται να καλύψει την εγχώρια ζήτηση ενέργειας 5.980 PJ το 2023-24, καθώς και να υποστηρίξει την εξαγωγή ενεργειακών εμπορευμάτων, όπως ο άνθρακας, το υγροποιημένο φυσικό αέριο και το ουράνιο. Το δυναμικό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Αυστραλίας το 2023-2024 εκτιμάται ότι είναι 77.600 μεγαβάτ, με τις ανανεώσιμες πηγές να αντιπροσωπεύουν το 33% του συνόλου.
Μέγεθος
Η ζήτηση ενεργειακών προϊόντων στην Αυστραλία τα τελευταία πέντε χρόνια έχει επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες, όπως η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, μετά την άρση των περιορισμών της πανδημίας του Covid-19, η αύξηση του πληθυσμού, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες, η τεχνολογική καινοτομία και το διεθνές εμπόριο. Η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας στην Αυστραλία υπολογίστηκε σε 5,3 exajoules ισοδύναμου πετρελαίου το 2022, με τον άνθρακα (38%), το φυσικό αέριο (28%) και το πετρέλαιο (23%) να είναι οι κύριες πηγές.
Σύμφωνα με το αυστραλιανό Γραφείο Στατιστικής (ABS), η καθαρή παροχή ενέργειας στην Αυστραλία μειώθηκε κατά 4% το 2021-22, σε 22.914 πετατζούλες (PJ), ενώ οι εξαγωγές ενέργειας μειώθηκαν κατά 2%, σε 17.834 PJ. Η τελική χρήση της οικιακής ενέργειας μειώθηκε επίσης κατά 4%, σε 913 PJ. Κατά την ίδια περίοδο, η τελική βιομηχανική χρήση ενέργειας αυξήθηκε κατά 2%, στα 3.232 PJ, λόγω της αύξησης δραστηριότητας στους τομείς εξόρυξης και μεταποίησης.
Η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην Αυστραλία, σύμφωνα με τον αυστραλιανό Διαχειριστή Ενεργειακής Αγοράς (AEMO), προβλέπεται να αυξάνεται κατά 1,3% ετησίως από το 2020 έως το 2030, λόγω της αύξησης της οικονομικής δραστηριότητας. Η ζήτηση για φυσικό αέριο αναμένεται, επίσης, να αυξηθεί κατά 1,6% ετησίως την ίδια περίοδο, κυρίως λόγω της αύξησης των εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Παράλληλα, η ζήτηση για προϊόντα πετρελαίου, όπως η βενζίνη και το ντίζελ, προβλέπεται να μειωθεί κατά 0,7% ετησίως από το 2020 έως το 2030, αποτέλεσμα της βελτιωμένης απόδοσης καυσίμου και της αυξημένης χρήσης ηλεκτρικών οχημάτων.
Ο AEMO προβλέπει ότι οι ΑΠΕ, όπως η αιολική, η ηλιακή, η υδροηλεκτρική και η βιομάζα, θα αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 50% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Αυστραλίας έως το 2030, από 24% το 2020, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη μετάβαση σε ένα σύστημα χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
ΟΜΙΛΟΣ MYTILINEOS
Ελληνική παρουσία με προοπτικές
«Το ενδιαφέρον εταιριών ενεργειακών συμφερόντων για επενδυτικό ή εξαγωγικό προσανατολισμό στην Αυστραλία είναι παραδοσιακά περιορισμένο, ωστόσο συνεχώς αυξανόμενο», σύμφωνα με την έρευνα αγοράς του ΟΕΥ.
Οπως αναφέρεται στην έρευνα, ο ελληνικός όμιλος MYTILINEOS από το 2019 έως σήμερα έχει επενδύσει σε έξι έργα φωτοβολταϊκών πάρκων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στις πολιτείες NSW και Queensland, καθεμία με δυναμικότητα που κυμαίνεται από 40 έως 110 MW. Η εταιρία πουλάει το παραγόμενο ηλεκτρικό ρεύμα κυρίως σε αυστραλιανούς εταιρικούς καταναλωτές (όπως η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Coles).
Ακόμα έχει συνάψει μακροπρόθεσμες συμφωνίες πώλησης ενέργειας μέσω PPA με εταιρίες όπως η Telstra (κορυφαία εταιρία τηλεπικοινωνιών) και η NBN Co (δημόσια επιχείρηση σχεδιασμού, κατασκευής και λειτουργίας του εθνικού δικτύου ευρυζωνικότητας της χώρας).
«Μπήκαν» στον ΔΕΔΔΗΕ
Παράλληλα, παρόλο που και το αυστραλιανό ενδιαφέρον για ενεργειακές επενδύσεις στην Ελλάδα υπήρξε ισχνό στο παρελθόν, το 2021 ο αυστραλιανός Ομιλος Macquarie Infrastructure and Real Assets Group (MIRA) επένδυσε το συνολικό ποσόν των 2,1 δισ. ευρώ για την απόκτηση του 49% των μετοχών του ΔΕΔΔΗΕ (Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) και ανακοίνωσε επένδυση 2,44 δισ. AUD (1,5 δισ. ευρώ) σε έργα ΑΠΕ στη βόρεια Ελλάδα.
Στον εξαγωγικό κλάδο, κατά το έτος 2022-23 οι ελληνικές εξαγωγές βιομηχανικών ενεργειακών προϊόντων περιορίστηκαν σε 1,4 εκατ. AUD (σε σύνολο εξαγωγών αξίας περίπου 395 εκατ. AUD), ενώ οι αντίστοιχες αυστραλιανές εισαγωγές ανήλθαν σε 10,8 εκατ. AUD (σε σύνολο εισαγωγών αξίας μόλις 32 εκατ. AUD). Ειδικότερα, η Αυστραλία εξήγαγε στην Ελλάδα κυρίως άνθρακα και οπτάνθρακα, ενώ εισήγαγε από την Ελλάδα κυρίως λιπαντικά και γράσα. Με βάση τις τρέχουσες τάσεις και προβλέψεις, σημειώνεται στην έρευνα, είναι πιθανό η Αυστραλία να συνεχίσει να έχει εμπορικό πλεόνασμα όσον αφορά τα ενεργειακά προϊόντα σε σχέση με την Ελλάδα.
Οσον αφορά τις προοπτικές των ελληνικών προϊόντων ενέργειας, στην έρευνα του ΟΕΥ αναφέρεται: «Αμφότερες Ελλάδα και Αυστραλία επιδιώκουν τη διαφοροποίηση του ενεργειακού τους μείγματος, την υποστήριξη της περιφερειακής ενεργειακής συνεργασίας και την προώθηση της έρευνας και ανάπτυξης σε ΑΠΕ και καθαρές τεχνολογίες».
Ειδικότερα, η Ελλάδα είναι μια χώρα με σημαντικότατο δυναμικό στην παραγωγή ενέργειας, όπως η υδροηλεκτρική, η αιολική και η ηλιακή μέσω ΑΠΕ. Το δυναμικό αυτό τής επιτρέπει να αναπτύξει έναν ανταγωνιστικό και διαφοροποιημένο ενεργειακό τομέα, ο οποίος συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Η Ελλάδα είναι, επίσης, βασικός παράγοντας στις περιφερειακές και διεθνείς αγορές ενέργειας, καθώς εξάγει τα ενεργειακά της προϊόντα σε γειτονικές χώρες, συμμετέχοντας ταυτόχρονα σε πλήθος ενεργειακών δικτύων και πρωτοβουλιών, όπως ο Trans Adriatic Pipeline (TAP), ο EuroAsia Interconnector κ.ά.
Παράλληλα, η Αυστραλία είναι μία από τις πιο πολλά υποσχόμενες αγορές για τα ελληνικά ενεργειακά προϊόντα και τις επενδύσεις, ιδιαίτερα στον τομέα των ΑΠΕ. Η χώρα έχει υψηλή ζήτηση για καθαρές και αξιόπιστες πηγές ενέργειας, καθώς αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής, της ενεργειακής ασφάλειας και της αύξησης των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.
Είναι, επίσης, σημαντικός παραγωγός και εξαγωγέας άνθρακα και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), γεγονός που δημιουργεί ευκαιρίες για συνεργασία και εμπόριο με την Ελλάδα. Συνεπώς, καταλήγει η έρευνα, «η προοπτική των ελληνικών ενεργειακών προϊόντων στην Αυστραλία είναι ευοίωνη, καθώς και οι δύο χώρες μοιράζονται κοινή στόχευση στον ενεργειακό τομέα, ενώ διαφοροποιούνται στα αποθέματα ενεργειακών πόρων (δυναμικό ΑΠΕ στην Ελλάδα, δυναμικό κρίσιμων ορυκτών πόρων και υδρογόνου στην Αυστραλία). Η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει την τεχνογνωσία, την τεχνολογία και την καινοτομία της στις ΑΠΕ και το φυσικό αέριο στην Αυστραλία, ενώ η Αυστραλία μπορεί να προσφέρει τις καλές πρακτικές, τις υποδομές και την πρόσβαση στην αγορά στην Ελλάδα».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ