Η Alpha Bank σημείωσε σημαντική ανάπτυξη στα κέρδη της κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Αυτή η θετική εξέλιξη αποδίδεται κυρίως σε δύο βασικούς παράγοντες:
- Επέκταση του δανειακού χαρτοφυλακίου: Η τράπεζα κατάφερε να αυξήσει το σύνολο των δανείων που χορήγησε κατά 4%. Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι πελάτες επέλεξαν να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους μέσω της Alpha Bank, γεγονός που ενίσχυσε τα έσοδα από τους τόκους.
- Υψηλά έσοδα από διαχείριση περιουσίας: Οι υπηρεσίες Wealth Management, που αφορούν τη διαχείριση μεγάλων περιουσιών για τους πελάτες, συνέβαλαν σημαντικά στα κέρδη της τράπεζας. Αυτό υποδηλώνει ότι η Alpha Bank κατάφερε να προσελκύσει και να διατηρήσει πελάτες με σημαντικό διαθέσιμο εισόδημα, οι οποίοι επένδυσαν τα χρήματά τους μέσω της τράπεζας.
Τα προσαρμοσμένα κέρδη μετά από φόρους της τράπεζας αυξήθηκαν κατά 22,6% σε σχέση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους και ανήλθαν στα €437 εκατομμύρια. Αυτό το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό, λαμβάνοντας υπόψη ότι η τράπεζα αντιμετώπισε αρνητικές επιπτώσεις ύψους €108,2 εκατομμυρίων ευρώ από συναλλαγές που αφορούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Παράλληλα, η Τράπεζα παραμένοντας απόλυτα προσηλωμένη στην ανθεκτικότητα του ισολογισμού της μείωσε τον Δείκτη ΜΕΑ κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες στο 4,7%, υπερβαίνοντας ήδη από το Α’ εξάμηνο τον στόχο που είχε θέσει τον Μάρτιο για το σύνολο του έτους (Δείκτης ΜΕΑ 5%).
“Κατά το Α΄ εξάμηνο του 2024, καταφέραμε να σημειώσουμε ταχεία πρόοδο στην υλοποίηση της στρατηγικής μας, επιτυγχάνοντας σειρά στόχων νωρίτερα από τον σχεδιασμό μας”, ανέφερε χαρακτηριστικά ο CEO του Ομίλου Βασίλης Ψάλτης σε δήλωσή του.
Η υπερεπίτευξη των στόχων της Διοίκησης της Τράπεζας, το θετικό μακροοικονομικό περιβάλλον σε συνδυασμό με την ενισχυμένη κερδοφορία σε όρους RoTBV που ανήλθε σε 13,6% για το Α’ εξάμηνο και την περαιτέρω μείωση των ΜΕΑ οδήγησε τη Διοίκηση της Τράπεζας να ανακοινώσει νέους υψηλότερους στόχους για το 2024, αναμένοντας:
-Τον δείκτη ROTE να ανέλθει πάνω από 13,5%
-Τα συνολικά έσοδα να ξεπεράσουν τα €2,1 δισ.
-Το Κόστος Πιστωτικού Κινδύνου να διαμορφωθεί κάτω από 70 μ.β. και
-Τα Προσαρμοσμένα Κέρδη ανά Μετοχή (EPS) να ανέλθουν σε €0,33, αυξημένα κατά 6%
Ηγετική θέση της Alpha Bank στο Wholesale Banking
Περαιτέρω ενίσχυση της θέσης της Τράπεζας στο Wholesale Banking έδειξαν τα αποτελέσματα Α’ εξαμήνου, με τον καθαρό δανεισμό προς τις επιχειρήσεις να αυξάνεται κατά 6% σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2023 και τις εκταμιεύσεις δανείων να ανέρχονται στα €3 δισ., οδηγώντας σε αύξηση 5% τα έσοδα της επιχειρηματικής τραπεζικής σε επίπεδο εξαμήνου. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι αναμένεται περαιτέρω άνοδος του δανειακού χαρτοφυλακίου, καθώς όπως ανέφερε στη δήλωσή του ο κ. Ψάλτης, η Alpha Bank κατέγραψε “αξιοσημείωτη πρόοδο στη διαμόρφωση ενός ισχυρού δανειακού προγράμματος, το οποίο θα εκταμιευθεί εντός των επόμενων τριμήνων”.
Καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση του χαρτοφυλακίου επιχειρηματικών δανείων της Alpha Bank διαδραμάτισε η νέα δομή που υιοθέτησε η Τράπεζα με νέες ομάδες που δίνουν έμφαση σε συγκεκριμένους τομείς όπως μεταξύ άλλων η ενέργεια, οι υποδομές, η υγεία, ο τουρισμός και η τεχνολογία. Ενισχυτικά στην κερδοφορία του Wholesale Banking λειτούργησαν επίσης η αναβάθμιση του Transaction Banking και τα νέα ψηφιακά προϊόντα (όπως πληρωμές σε ξένο νόμισμα στο trade finance, πληρωμές SWIFT, account balance verification) που παρέχει στους επιχειρηματικούς της Πελάτες, των οποίων η παραγωγή αυξήθηκε κατά 45% σε σχέση με το 2023.
Ρεκόρ επιδόσεων για τα Αμοιβαία Κεφάλαια της Τράπεζας
Ισχυρή άνοδο της τάξης του 51% κατέγραψαν και τα Αμοιβαία Κεφάλαια της Τράπεζας σε επίπεδο εξαμήνου, τα οποία αυξήθηκαν κατά €1,5 δισ., ως αποτέλεσμα των θετικών τάσεων που επικρατούν στην αγορά και της μεγάλης αύξησης των πωλήσεων, οδηγώντας στην εδραίωση της ηγετικής θέσης της Τράπεζας στα αμοιβαία κεφάλαια. Οι ισχυρές αυτές επιδόσεις οδήγησαν σε αύξηση του μεριδίου αγοράς στα αμοιβαία κεφάλαια κατά 3 π.μ. στο 25%, με τις πωλήσεις αμοιβαίων κεφαλαίων να διαμορφώνονται στο 33% το Α’ εξάμηνο, ξεπερνώντας σημαντικά τον ανταγωνισμό.
Παράλληλα, εντυπωσιακή άνοδο της τάξης του 71% σε επίπεδο εξαμήνου γνώρισαν και τα επαναλαμβανόμενα έσοδα των αμοιβαίων κεφαλαίων, με την Alpha Bank να εξασφαλίζει βιώσιμα περιθώρια κέρδους, υψηλότερα από τις υπόλοιπες τράπεζες.
Επιταχύνεται η υλοποίηση της εμπορικής συμφωνίας με την UniCredit
Με γρήγορους ρυθμούς τρέχει η στρατηγική συμφωνία της Alpha Bank με την UniCredit, καθώς την υπογραφή της δεσμευτικής συμφωνίας για την πώληση της Alpha Bank Romania στην ιταλική τράπεζα στις 15 Ιουλίου, ακολούθησε η υλοποίηση της εμπορικής συμφωνίας για τη διανομή των αμοιβαίων κεφαλαίων UniCredit onemarkets.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην παρουσίαση αποτελεσμάτων Α’ εξαμήνου, η διανομή των UniCredit onemarkets από το Δίκτυο της Τράπεζας ξεκίνησε ήδη από τον Ιούλιο, ενώ το επόμενο διάστημα αναμένεται να υπάρξουν νέες συνέργειες στα τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα καθώς και νέες διασυνοριακές συνεργασίες.
Στη σημασία της συνεργασίας της Alpha Bank με την UniCredit αναφέρθηκε και ο κ. Ψάλτης, σε δήλωσή του, χαρακτηρίζοντάς την “ευκαιρία να ηγηθούμε των εξελίξεων στην ελληνική αγορά, εισάγοντας καινοτόμα προϊόντα ως μέρος ενός εκτεταμένου πανευρωπαϊκού δικτύου”.
Τα υψηλότερα επιτόκια της ΕΚΤ θα οδηγήσουν σε υψηλότερο Καθαρό Έσοδο Τόκων
Σε αναθεώρηση των εκτιμήσεών της για τα επιτόκια προχώρησε η Διοίκηση της Τράπεζας, βλέποντας το 3Μ Euribor να ανέρχεται σε 3,6% από 3,5% για το 2024, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει σε οριακή μείωση του Καθαρού Εσόδου από Τόκους από -5% που ήταν οι αρχικές της εκτιμήσεις.
Επιπλέον, όπως σημειώνεται στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων, η ευαισθησία του Καθαρού Εσόδου Τόκων της Τράπεζας για κάθε μείωση των επιτοκίων κατά 25 μ.β. μειώθηκε περαιτέρω στα περίπου €12 εκατ. από €18 εκατ., επιβεβαιώνοντας την πλεονεκτική θέση της Τράπεζας στο νέο περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων που διαμορφώνεται.
Τέλος, σε ό,τι αφορά στις καταθέσεις, συνεχίστηκε η αργή μετάβαση στις προθεσμιακές, με τη Διοίκηση της Τράπεζας να εκτιμά ότι η αύξηση των επιτοκίων στο σύνολο των εγχώριων καταθέσεων, ως ποσοστό της αύξησης των επιτοκίων της αγοράς (beta), θα διαμορφωθεί στο 20% για το 2024 έναντι 24%, που ήταν οι αρχικές της εκτιμήσεις.