«Με τόσο χαμηλά περιθώρια κέρδους, είναι κάτι περισσότερο από αυταπόδεικτο ότι ο κλάδος μας δεν αισχροκερδεί»
Του Μιχάλη Κοσμετάτου
«Τα λεφτόδεντρα μας τελείωσαν». Η φράση ανήκει στον Αριστοτέλη Παντελιάδη. Ο πρόεδρος της Ενωσης Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας και επικεφαλής ενός εκ των 5 μεγαλύτερων ομίλων του κλάδου, της METRO ΑΕΒΕ και της αλυσίδας My Market, θεωρείται, όχι άδικα, το ιδανικό πρόσωπο για να δώσει απαντήσεις για όλα τα «καυτά» θέματα της εποχής στην ελληνική αγορά.
Ανοίγει τα χαρτιά του στην «DEALnews» και ίσως πρώτη φορά μιλά τόσο αποκαλυπτικά. Δεν τον φοβίζουν τα σκληρά ερωτήματα τα οποία του απηύθυνε η εφημερίδα μας, και οι ατάκες του βγάζουν… τίτλους για το ρεπορτάζ.
Με τις τέσσερις παραπάνω λέξεις του (η μια, τα «λεφτόδεντρα», αποτέλεσε, μάλιστα, αιτία πολιτικών αντιπαραθέσεων μεταξύ κυβέρνησης – αντιπολίτευσης), ο κ. Παντελιάδης περιγράφει με γλαφυρό και παραστατικό τρόπο τις προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων της χώρας, σε μια περίοδο κατά την οποία ο αθροιστικός τζίρος τους μετριέται σε διψήφιο αριθμό δισεκατομμυρίων ετησίως. Αλλά αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος.
Η άλλη; Τα έσοδα «φουσκώνουν», βέβαια, από τις κατά καιρούς ανατιμήσεις των προϊόντων, με την ακρίβεια και τον πληθωρισμό να «ροκανίζουν» τα διαθέσιμα εισοδήματα, άρα και την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Ομως…
«Με τόσο χαμηλά περιθώρια κέρδους, είναι κάτι περισσότερο από αυταπόδεικτο ότι ο κλάδος μας δεν αισχροκερδεί, ούτε καν κερδίζει ανάλογα με τις τεράστιες επενδύσεις στις οποίες έχει προβεί» μας λέει, και υπενθυμίζει δύο δυσάρεστα παραδείγματα του πρόσφατου παρελθόντος, την κατάρρευση δύο εκ των τότε πρωταγωνιστών του κλάδου, του Μαρινόπουλου και του Βερόπουλου, για να «κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου».
Θεωρεί προφανές ότι οποιαδήποτε μείωση περιθωρίου κέρδους ή αύξηση κόστους λειτουργίας επιδεινώνει μια ήδη κακή εικόνα και προειδοποιεί ότι «δεν πρέπει να παίζουμε με τη φωτιά», ενώ αναλύει με ποιες κινήσεις τα ελληνικά σούπερ μάρκετ προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια.
Μιλά για τον ρόλο των πολυεθνικών, προχωρά σε μια σειρά προτάσεων και βάζει στο τραπέζι την επιλεκτική μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένες κατηγορίες τροφίμων!
– Ποια μέτρα λαμβάνει ο κλάδος των σούπερ μάρκετ, κ. Παντελιάδη, αλλά και ποια προτείνει προς την κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και των συνεπειών του πληθωρισμού, ως προς την αύξηση των τιμών στα προϊόντα που πωλούνται από τα καταστήματα λιανικής, με συνέπεια να επιβαρύνεται υπέρογκα ο καταναλωτής;
Πριν περίπου δυόμισι χρόνια, εξαιτίας ενός συνδυασμού της ουκρανικής και της κλιματικής κρίσης, άρχισε ένα κύμα ανόδου των τιμών, στις οποίες αγοράζουμε τα προϊόντα. Από την πρώτη στιγμή ο κλάδος των Supermarkets άρχισε να απορροφά ένα μέρος των αυξήσεων, κάτι που συνεχίζεται ως σήμερα. Αυτό είχε σαφή επίπτωση στα περιθώρια κέρδους, που μειώθηκαν σημαντικά, καθώς άλλοι παράγοντες κόστους, όπως το ρεύμα, τα ενοίκια και το μισθολογικό κόστος, συνέχιζαν να αυξάνονται. Διαπραγματευτήκαμε με τους προμηθευτές μας και σε πολλές περιπτώσεις καθυστερήσαμε τις αυξήσεις των τιμών αγοράς. Το ίδιο έκαναν και αυτοί με τους δικούς τους προμηθευτές, με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός του supermarket στην Ελλάδα να καθυστερήσει σε σχέση με αυτόν των ευρωπαϊκών χωρών. Αυτό, φυσικά, είχε επίπτωση και στην ολοκλήρωση του κύκλου του φαινομένου, που με τη σειρά του επίσης καθυστέρησε, και έτσι μέχρι τους πρώτους μήνες του 2024 είχαμε ακόμη αυξήσεις τιμών. Ευτυχώς, σήμερα η πορεία έχει αντιστραφεί και οι τιμές στο Super market έχουν πτωτική τάση.
Για να πετύχουμε μια πιο έντονη και γρήγορη αποκλιμάκωση των τιμών, θεωρούμε ότι πρέπει να αρθούν τα περιοριστικά μέτρα που έχει λάβει το υπουργείο Ανάπτυξης και έχουν πλέον ολοκληρώσει τον κύκλο τους, με συνέπεια να πετυχαίνουν πλέον αντίθετο αποτέλεσμα και να παρεμποδίζουν πολλές φορές τη μείωση τιμών σε βασικά προϊόντα, ενώ ταυτόχρονα επηρεάζουν αρνητικά το κόστος λειτουργίας μας.
Μια επιλεκτική μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένες κατηγορίες τροφίμων θεωρούμε ότι θα είχε άμεση επίπτωση στις τιμές, αυτό είναι, όμως, μια απόφαση που παίρνει η κυβέρνηση, λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική εικόνα των επιπτώσεων.
Σε πιο μακροπρόθεσμη βάση, είναι σημαντικό να περιορίσουμε παράγοντες που αυξάνουν το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, χωρίς να ωφελούν κανέναν: Γραφειοκρατία, διαφθορά, καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης, ασάφειες πολεοδομικού σχεδιασμού και νομοθεσίας και πολλά ακόμα που ταλαιπωρούν επιχειρήσεις και πολίτες.
– Σε ποιο ποσοστό επηρεάζεται το περιθώριο κέρδους των ελληνικών σούπερ μάρκετ από τα υψηλά λειτουργικά κόστη, το κόστος της ενέργειας, αλλά της μεταφοράς των προϊόντων; Υπάρχει δυνατότητα μείωσης των τιμών από τους ομίλους που δραστηριοποιούνται στο οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων και σε ποιον βαθμό, χωρίς παρέμβαση «τρίτου»;
Τα περιθώρια κέρδους των supermarkets στην Ελλάδα βρίσκονται κοντά στο 1,5% επί του κύκλου εργασιών. Στις ώριμες αγορές του εξωτερικού το ποσοστό αυτό είναι περίπου 4%, ενώ οτιδήποτε κάτω από 3% θεωρείται επισφαλές για την οικονομική υγεία των επιχειρήσεων. Καθώς τα λεφτόδεντρα μας τελείωσαν, είναι προφανές πως οποιαδήποτε μείωση περιθωρίου κέρδους ή αύξηση κόστους λειτουργίας, όπως αυτά που αναφέρετε, επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο μια ήδη κακή εικόνα. Πριν από λίγα χρόνια βιώσαμε το φαινόμενο της κατάρρευσης δύο εκ των μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου, του Μαρινόπουλου και του Βερόπουλου, και συνειδητοποιήσαμε ότι η πτώχευσή τους δεν θα συνέφερε κανέναν, κυρίως την κοινωνία. Τότε οι επιχειρήσεις διάσωσης πέτυχαν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παίζουμε με τη φωτιά.
– Ποιος ο ρόλος των πολυεθνικών ομίλων – προμηθευτών για την ακρίβεια στο ράφι; Σε ποιον βαθμό ευθύνονται για το φαινόμενο;
Το ΙΕΛΚΑ είναι ένα ερευνητικό ινστιτούτο που, μεταξύ άλλων, κάνει κάθε τρίμηνο μια εκτεταμένη έρευνα σύγκρισης τιμών χιλιάδων προϊόντων supermarkets μεταξύ της Ελλάδας και αρκετών χωρών της Ευρώπης. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι συνήθως η φθηνότερη από όλες τις αγορές που εξετάζονται. Η διαφορά μεγαλώνει, αν οι τιμές υπολογιστούν προ ΦΠΑ, καθώς η Ελλάδα έχει έναν από τους ακριβότερους μέσους συντελεστές στην Ευρώπη.
Δυσκολεύομαι, λοιπόν, να πιστέψω ότι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις έχουν δυσανάλογα μεγάλα περιθώρια κέρδους στη χώρα μας. Προφανώς υπάρχουν προϊόντα που θα βρει κανείς φθηνότερα σε άλλες χώρες, αλλά αυτό δεν είναι η συνολική εικόνα. Και οπωσδήποτε πρέπει να λάβει κανείς υπόψη ότι στην Ελλάδα πολλά προϊόντα πωλούνται, καλώς ή κακώς, κάτω από καθεστώς προσφορών, και μάλιστα μεγάλων προσφορών.
ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ
«Ο κλάδος μας δεν κερδίζει ανάλογα με τις επενδύσεις του»…
– Πώς σχολιάζετε τη διαφορά των τιμών, που είναι πολύ υψηλότερες στην Ελλάδα, σε πλήθος προϊοντικών κατηγοριών σε σύγκριση με τις πωλήσεις αντίστοιχων προϊόντων στα σούπερ μάρκετ σε χώρες του εξωτερικού, όπως προκύπτει από πρόσφατη έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος; Στην κοινή γνώμη υπάρχει και η άποψη περί φαινομένων αισχροκέρδειας. Τι απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν αυτή τη γνώμη;
Οπως σας είπα, μια πολύ εκτεταμένη και τεκμηριωμένη έρευνα καταδεικνύει το αντίθετο. Δεν γνωρίζω τη μεθοδολογία της έκθεσης της ΤτΕ, καθώς αυτή δεν αναγράφεται στο κείμενο που δημοσιοποιήθηκε, και έτσι δεν μπορώ να την κρίνω. Δεν συμφωνώ, όμως, καθόλου με την άποψη περί αισχροκέρδειας. Με τόσο χαμηλά περιθώρια κέρδους είναι κάτι περισσότερο από αυταπόδεικτο ότι ο κλάδος μας δεν αισχροκερδεί, ούτε καν κερδίζει ανάλογα με τις τεράστιες επενδύσεις στις οποίες έχει προβεί.
Καλό είναι να μελετούμε προσεκτικά τα στοιχεία προτού καταλήξουμε σε συμπεράσματα, ώστε αυτά να μην είναι αυθαίρετα. Υπάρχει πρόβλημα στην Ελλάδα, μόνο που αυτό δεν εντοπίζεται τόσο στις τιμές πώλησης όσο στα εισοδήματα των πολιτών. Αυτά είναι που πρέπει να ανέβουν. Και εκεί ο κλάδος μας συμβάλλει ουσιαστικά, καθώς οι 115 χιλιάδες εργαζόμενοί του έχουν λάβει σημαντικές αυξήσεις μισθών τα τελευταία χρόνια. Και η αίσθησή μου είναι ότι η τάση αυτή θα έχει και συνέχεια.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ