Επιβράδυνση της ανάπτυξης και στασιμότητα – Σημαντικές αυξήσεις στα τρόφιμα
Η γερμανική οικονομία, παραδοσιακά ένας από τους κινητήρες της ευρωπαϊκής οικονομίας, αντιμετωπίζει σε αναλογία με την έτερη μεγάλη ευρωπαϊκή οικονομία, τη Γαλλία (βλ. ρεπορτάζ στις σελ. 16-17), μια περίοδο σημαντικών προκλήσεων, καθώς, στην προσπάθειά της να εξέλθει από την ενεργειακή κρίση που ακολούθησε την πανδημική, παρουσιάζει στασιμότητα και επιβράδυνση της ανάπτυξης σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας, όπως αναφέρει σημαντική πρόσφατη οικονομική έρευνα.
Σύμφωνα με το Οικονομικό Ινστιτούτο Ifo Μονάχου (Leibniz Institute for Economic Research, από τα σπουδαιότερα γερμανικά οικονομικά ινστιτούτα), η τρέχουσα οικονομική κατάσταση στη Γερμανία χαρακτηρίζεται μετριοπαθώς στάσιμη, καθώς ο τρέχων Δείκτης Επιχειρηματικού Κλίματος υποχώρησε στις 88,6/100 μονάδες και η πτώση του δείκτη αντανακλά μια γενικά απαισιόδοξη διάθεση μεταξύ των περίπου 9.000 διευθυντικών στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα.
Μολονότι η πρόσφατη διοργάνωση του Euro έδωσε μια τονωτική ανάσα στην τουριστική βιομηχανία και εκφράζονται ελπίδες για ανάκαμψη μέσω της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης, η ζήτηση παραμένει χαμηλή, γεγονός που συνεπάγεται ότι η γερμανική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μια διαρκή στασιμότητα. Οι προβλέψεις για το 2025 ενέχουν αβεβαιότητα και επί του παρόντος δεν υποδηλώνουν σαφή αναπτυξιακή ώθηση, όπως αναφέρει το γραφείο ΟΕΥ του Μονάχου σε πρόσφατο ενημερωτικό σημείωμά του.
Το επιχειρηματικό κλίμα στη μεταποιητική βιομηχανία επιδεινώθηκε πάλι, ύστερα από αρκετούς μήνες θετικών εξελίξεων. Η γερμανική εξαγωγική βιομηχανία έχει εισέλθει σε μια περίοδο έντονης αδυναμίας και, σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ των «Financial Times», η απότομη πτώση της μεταποίησης και η ασθενέστερη από την προβλεπόμενη ανάπτυξη στις υπηρεσίες στη Γερμανία επιβραδύνουν συνολικά την οικονομία της ευρωζώνης.
Ενώ στον τομέα των υπηρεσιών παρατηρούνται ελαφρά ανοδικές τάσεις, οι επιχειρηματικές προοπτικές στον τομέα του λιανικού εμπορίου παραμένουν υποτονικές. Ως προς τον πολύπαθο τομέα των κατασκευών, παρατηρείται μια μικρή βελτίωση, λόγω πιο αισιόδοξων προσδοκιών, ωστόσο κι εκεί ο όγκος των παραγγελιών παραμένει επίσης χαμηλός.
Παρά το γεγονός ότι σημειώθηκε μικρή αύξηση του ΑΕΠ, κατά 0,2%, το α’ τρίμηνο του 2024, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εξαγωγών και των δαπανών στον κατασκευαστικό τομέα, η πρόβλεψη για μια βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη κατά το τρέχον έτος εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από συγκρατημένη αισιοδοξία.
Το επίμονα αδύναμο καταναλωτικό κλίμα, σε συνδυασμό με τα χρόνια δομικά προβλήματα της γερμανικής οικονομίας, όπως η μείωση του ενεργού πληθυσμού και η δυσκίνητη γερμανική γραφειοκρατία, που προκαλεί καθυστερήσεις και ανυπέρβλητα εμπόδια στις επενδύσεις, συνιστούν για το ΔΝΤ σημαντική τροχοπέδη στην προσπάθεια της Γερμανίας να επανέλθει σε σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Παρά την πληθωριστική αποσυμπίεση (2,2% ο πληθωρισμός τον Ιούνιο, από 2,4% τον Μάιο) που ακολούθησε την κορύφωση της ενεργειακής κρίσης, σημαντικές και συνεχείς αυξήσεις καταγράφονται στις τιμές διάφορων κατηγοριών τροφίμων. Σύμφωνα με τη γερμανική στατιστική αρχή DESTATIS, από τον Ιανουάριο του 2020 ως τον Μάιο του 2024 έχουν καταγραφεί σημαντικές αυξήσεις σε βασικά είδη τροφίμων (ζάχαρη 80%, άλευρα και πατάτες 50%, κρέας νωπών πουλερικών 40%).
Ενας βασικός παράγοντας που συνεισφέρει στην πληθωριστική κρίση, σύμφωνα με έκθεση του γραφείου ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας του Βερολίνου, είναι οι επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς έχει ανακύψει σοβαρό κενό στις αλυσίδες εφοδιασμού στη Γερμανία από την αλλαγή των θαλάσσιων διαδρομών μεταφοράς εμπορευμάτων από τη συντομότερη θαλάσσια δίοδο της Ερυθράς Θάλασσας στην πολύ πιο μακρινή και ακριβή δίοδο μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας.
Οι μεγαλύτεροι χρόνοι παράδοσης και το αυξημένο κόστος μεταφοράς αναμένεται να έχουν επιπτώσεις στις δραστηριότητες των γερμανικών εταιριών, καθώς οι πρώτες διακοπές στην παραγωγή καθίστανται ήδη ορατές, με τις αποθήκες να έχουν ήδη αρχίσει να αδειάζουν.
Αναπτυξιακό πακέτο και εθνική στρατηγική για το υδρογόνο
Προσπαθώντας να ανατρέψει το κλίμα αναπτυξιακής επιβράδυνσης, η τρικομματική γερμανική κυβέρνηση ενέκρινε στις αρχές Ιουλίου ένα αναπτυξιακό πακέτο με 49 στοχευμένα μέτρα για μείωση της γραφειοκρατίας, κινητροδότηση της εργασίας και ελάφρυνση της φορολογίας, φιλοδοξώντας αυτό να οδηγήσει σε 0,5% (20 δισ. ευρώ) μεγαλύτερη ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας από το 2025.
Ταυτόχρονα, συνεχίζοντας τις προσπάθειες απεξάρτησης της γερμανικής οικονομίας από το ρωσικό φυσικό αέριο, η κυβέρνηση προχωρά από πέρυσι στην πολυεπίπεδη εθνική στρατηγική για το υδρογόνο, με κομβικό σημείο την κατασκευή του βασικού δικτύου μεταφοράς υδρογόνου (Wasserstoff-Kernnetz).
Τέλος, η Κοινοπραξία Hanseatic Energy Hub ανακοίνωσε την έναρξη της κατασκευής του πρώτου εκ των τριών χερσαίων τερματικών σταθμών μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου στην πόλη Stade της Κάτω Σαξονίας, παρακάμπτοντας τις σοβαρές αντιδράσεις περιβαλλοντικών οργανώσεων.
Σταθερά πολύ καλές οι ελληνογερμανικές εμπορικές σχέσεις
Η Ελλάδα ανέβηκε κατά μία θέση, από τη 40ή το 2022 στην 39η το 2023, μεταξύ των εμπορικών εταίρων της Γερμανίας, μειώνοντας το διευρυμένο εμπορικό πλεόνασμα υπέρ της Γερμανίας κατά πέντε θέσεις, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του γραφείου ΟΕΥ του Βερολίνου.
Η επίδοση αυτή περιλαμβάνει εισαγωγές από την Ελλάδα ύψους 3,2 δισ. ευρώ (0,2% των συνολικών γερμανικών εισαγωγών και αύξηση 5,3% σε σχέση με το 2022) και εξαγωγές προς την Ελλάδα 8,4 δισ. ευρώ (0,5% των συνολικών γερμανικών εξαγωγών και μείωση 2% σε σχέση με το 2022).
Την ίδια στιγμή, η Γερμανία αποτέλεσε για την Ελλάδα τον 1ο εμπορικό εταίρο (8,7% επί του συνολικού όγκου εμπορίου) και τον 3ο σε επίπεδο εξαγωγών για τη χώρα μας (6,7%). Σε σχέση με τις εισαγωγές μας, η Γερμανία καταλαμβάνει για το 2023 την 1η θέση, με μερίδιο 10,5% (από 9,2% και τη 2η θέση το 2022).
Στα κύρια ελληνικά εξαγώγιμα προϊόντα στη Γερμανία περιλαμβάνονται φάρμακα, αλουμίνιο και προϊόντα αυτού, γαλακτοκομικά προϊόντα και επεξεργασμένα φρούτα και λαχανικά, συσσωρευτές και μπαταρίες. Πρέπει να επισημανθεί ότι στον τομέα του τουρισμού, η Ελλάδα αποτελεί τον 5ο δημοφιλέστερο προορισμό των Γερμανών ταξιδιωτών, ανεβαίνοντας από το 3,7% του συνόλου των ταξιδιών το 2022 στο 4,2% το 2023 και συνεισφέροντας άλλη μία χρονιά σε ένα πλεονασματικό εμπόριο υπηρεσιών.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ