Η μεσογειακή χώρα αδυνατεί να ξεφύγει από μια πολυεπίπεδη οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση που έχει «παγώσει» το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον για τα υποθαλάσσια κοιτάσματα της, την ανάπτυξη ΑΠΕ και την τουριστική βιομηχανία.
Ο Λίβανος βρίσκεται στο επίκεντρο της πολεμικής κρίσης μεταξύ Ισραήλ – Ιράν, μετά τη δολοφονία στην Τεχεράνη του ηγέτη της Χαμάς και την αντίστοιχη στη Βηρυτό του στρατιωτικό διοικητή της -συμμάχου του Ιράν- λιβανικής οργάνωσης Χεζμπολάχ. Ενώ εικόνες χάους καταφθάνουν από τα εκεί αεροδρόμια, η «DEALnews» εξετάζει τις πολιτικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στη γειτονική της Κύπρου χώρα, όπου επικρατούν μια πολυεπίπεδη πολιτικοοικονομική κρίση και κοινωνικοοικονομική χρεοκοπία.
Με βάση την πρόσφατη έκθεση του γρ. ΟΕΥ της Βηρυτού για το 2023, ο Λίβανος αδυνατεί να εξέλθει από την έντονη πολιτική αστάθεια που διέρχεται από την έναρξη της βαθύτατης οικονομικής κρίσης το 2019. Υστερα από τέσσερα χρόνια απότομης οικονομικής συρρίκνωσης (2018-2022), κατά τα οποία χάθηκε το 33,7% του πραγματικού ΑΕΠ, ο ρυθμός συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας στον Λίβανο επιβραδύνθηκε στο 0,2% το 2023. Οι εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας πριν από την τρέχουσα κλιμάκωση της πολεμικής έντασης ανέμεναν μια μικρή αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,5% το 2024, την ίδια στιγμή που η αναλογία δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ προβλέπεται στο 201,2% του ΑΕΠ το 2023, ένα από τα υψηλότερα παγκοσμίως.
Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα είναι ο υπερπληθωρισμός. Η απότομη υποτίμηση της λιβανικής λίρας συνεχίστηκε το 2023, με τον πληθωρισμό να είναι τριψήφιος από τον Ιούλιο του 2020 και να διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 221,3%, ένας εκ των υψηλότερων παγκοσμίως. Λόγω του υπερπληθωρισμού, ο Λίβανος κατατάσσεται στην τρίτη θέση μεταξύ των χωρών με τη χειρότερη οικονομία (δείκτης HAMI 2023) και 31ος διεθνώς μεταξύ 34 χωρών στον Δείκτη Βιωσιμότητας Τροφίμων. Καθώς ο Λίβανος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές τροφίμων, η επισιτιστική ασφάλεια της χώρας έχει πληγεί δομικά από τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Συρία, που αποτελούσαν τις κύριες χώρες εισαγωγής τροφίμων, και πλέον το μέσο νοικοκυριό δαπανά 20% με 30% των αποδοχών του σε τρόφιμα.
Οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές δυσκολίες αναμίχθηκαν με μια μακροχρόνια πολιτική κρίση, που συνοδεύεται από έντονες κοινωνικές διαμαρτυρίες και απεργίες. Η θέση του προέδρου της Δημοκρατίας της χώρας παραμένει κενή από τα τέλη Οκτωβρίου 2022, την ίδια στιγμή που και η λιβανική κυβέρνηση λειτουργεί ως υπηρεσιακή. Η αδυναμία σχηματισμού μιας σταθερής κυβέρνησης έχει παρεμποδίσει την εφαρμογή των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων από το ΔΝΤ και την Ε.Ε., μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της χώρας. Η οικονομική κρίση του Λιβάνου θεωρείται βαθύτερη και μεγαλύτερη από τις περισσότερες οικονομικές κρίσεις, σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Παγκόσμιας Τράπεζας στην τελευταία έκθεση του Lebanon Economic Monitor.
Παρά τη μικρή μείωση του εμπορικού ελλείμματος πέρυσι (14 δισ. δολάρια το 2023, έναντι 15,5 δισ. δολαρίων το 2022), αυτό παραμένει υψηλό, περίπου στο 70% του ΑΕΠ, ένα από τα υψηλότερα επίπεδα στις αναδυόμενες αγορές συνολικά, γεγονός που υποδηλώνει μια συνεχιζόμενη εξάρτηση από το εξωτερικό. Η λιβανική οικονομία στηρίζεται κατά κύριο λόγο στον τομέα των υπηρεσιών (75,4% του ΑΕΠ) και επικεντρώνεται σε περιορισμένο αριθμό κλάδων (κυρίως τραπεζικό, ασφαλιστικό, ακινήτων, τουρισμού, υγείας, εκπαίδευσης). Ο γεωργικός τομέας, αν και σημαντικός, βαίνει φθίνων. Στις χρόνιες μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές αδυναμίες του Λιβάνου περιλαμβάνονται υποδομές χαμηλής ποιότητας, με συνεχιζόμενες διακοπές ρεύματος σε ολόκληρη τη χώρα, ένας προβληματικός τομέας υγείας, με σοβαρές ελλείψεις φαρμάκων και ελλείψεις ύδρευσης, και ανεπαρκής διαχείριση στερεών αποβλήτων και λυμάτων.
Η διαφθορά είναι παρούσα σε όλη την κοινωνία και σε όλους τους τομείς της κυβέρνησης, καθώς το 2023 ο Λίβανος κατετάγη στη θέση 149 μεταξύ 180 χωρών χωρών στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς. Μια έντονη διαμάχη μεταξύ δικαστικού και τραπεζικού τομέα εκτυλίσσεται τα τελευταία χρόνια, καθώς έχουν απαγγελθεί κατηγορίες κατά αρκετών τραπεζών για «ξέπλυμα» χρήματος και βρίσκονται εν εξελίξει σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες έρευνες για τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας της χώρας, για υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Ολα τα παραπάνω έχουν συμβάλει στο φαινόμενο της ταχείας υποτίμησης της λιβανικής λίρας (σε περισσότερα από τέσσερα χρόνια το εθνικό νόμισμα έχει υποτιμηθεί άνω του 98% της αξίας του) κι έχουν διαμορφώσει μία έντονα δολαριοποιημένη και νομισματική οικονομία («cash economy», που υπολογίζεται στο 46% του ΑΕΠ), ένα φαινόμενο που αυξάνει τον κίνδυνο «ξεπλύματος» χρήματος, διογκώνει την παράλληλη οικονομία και διευκολύνει περαιτέρω την φοροδιαφυγή.
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι ο Λίβανος, απολαμβάνει τη δεύτερη θέση μεταξύ των δέκα αραβικών χωρών με τα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού (286,8 αποθεματικοί τόνοι χρυσού – το 43,3% των συνολικών συναλλαγματικών αποθεμάτων του), ενώ και ο όγκος των εμβασμάτων που αποστέλλουν οι ομογενείς στον Λίβανο ανήλθε το 2023 στο υψηλότατο ποσό των 6,7 δισ. δολαρίων.
Πλούσιος σε υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου και ΑΠΕ
Παρά ό,τι ο Λίβανος εισάγει το 96% με 98% των αναγκών της πρωτογενούς ενέργειας, κυρίως από πετρέλαιο και παράγωγα, από δεκαπέντε εταιρίες, τοπικές ή θυγατρικές πολυεθνικών (από Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Σαουδική Αραβία, Ρωσία κ.α.), υπάρχουν έντονες ενδείξεις ότι ή χώρα διαθέτει μεγάλα ανεκμετάλλευτα υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου.
Ο πόλεμος στη Γάζα πάγωσε την ιστορική συμφωνία τον Οκτώβριο του 2022 για την οριοθέτηση των νότιων θαλάσσιων συνόρων μεταξύ του Λιβάνου και του Ισραήλ, στην οποία μπλέκεται και η γαλλική ενεργειακή Τοtal, που έχει ήδη περιφερειακή παρουσία στην Κύπρο και την Αίγυπτο. Η συμφωνία αναμενόταν να προάγει, τα επόμενα χρόνια, την αξιοποίηση νέων ζωτικών ενεργειακών πόρων και αποτέλεσε σημάδι ελπίδας οικονομικής ανάκαμψης και προσέλκυσης ξένων επενδύσεων. Ωστόσο, πρόσφατα (2 Ιουλίου 2024) έληξε η προθεσμία για την υποβολή προσφορών για τα οικόπεδα 8 και 10 της λιβανέζικης ΑΟΖ, για τα οποία ενδιαφερόταν η QatarEnergy, ως εταίρος με τη γαλλική TotalEnergies και την ιταλική Eni, με την κοινοπραξία των τριών εταιριών να αρνείται δύο από τους όρους που έθεσε το λιβανικό κράτος.
Ο Λίβανος είναι, επίσης, μια μεσογειακή χώρα ευλογημένη με άφθονο νερό, άνεμο και ηλιακή ακτινοβολία και το κράτος, ήδη από τον Αύγουστο του 2019, έχει στοχεύσει στην αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ, ενώ δεσμεύτηκε να παράγει το 30% της ενεργειακών αναγκών του, μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2030. Κατόπιν μακροχρόνιας διαδικασίας, ο Λιβανέζος υπηρεσιακός υπουργός Ενέργειας και Υδάτων υπέγραψε τον προηγούμενο Μάιο συμβάσεις με 11 κοινοπραξίες, που υπόσχονται να παράγουν συνολικά 165 μεγαβάτ ηλιακής ενέργειας σε ολόκληρη τη χώρα, με τη συνολική αξία του έργου να εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 100 εκατ. δολ. Οπως σημειώνει το γρ. ΟΕΥ της Βηρυτού, πρόκειται για έναν τομέα που παρουσιάζει δυνητικές εξαγωγικές ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρίες του κλάδου των ΑΠΕ.
Ο διεθνής ανταγωνισμός για τον Λιμένα της Βηρυτού
Ο λιμένας Βηρυτού συγκαταλέγεται μεταξύ των 10 πιο σημαντικών λιμένων της Μεσογείου και θεωρείται από καιρό η πύλη προς τη Μέση Ανατολή. Μετά τη μεγάλη έκρηξη στις 04/08/20, πολλές περιφερειακές όσο και διεθνείς δυνάμεις επέδειξαν ενδιαφέρον για συμμετοχή στην ανοικοδόμηση του λιμένα: Το Κουβέιτ προσέφερε τη βοήθειά του για επανεκκίνηση επιχειρήσεων στο λιμάνι, ενώ ενδιαφέρον έχει επιδείξει και η Κίνα, καθώς η εξασφάλιση μιας βάσης στον Λίβανο θα μπορούσε να εδραιώσει έτι περαιτέρω την κυριαρχία της στις θαλάσσιες εμπορικές οδούς της Ανατολικής Μεσογείου. Η Γαλλία, πάντως, μέσω του γαλλολιβανεζικού ναυτιλιακού κολοσσού της CMA CGM (που έχει ήδη αναλάβει τη διαχείριση του τερματικού σταθμού εμπορευματοκιβωτίων), ξεχωρίζει αναμφισβήτητα ως η πρώτη επιλογή να αναλάβει το λιμάνι, λόγω των ιστορικών και πολιτιστικών δεσμών της με τον Λίβανο, ενώ το ενδιαφέρον της Τουρκίας αυξάνει περαιτέρω την πιθανότητα γαλλικής χρηματοδότησης για την ανοικοδόμηση.
ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Η Ελλάδα 2ος κύριος προμηθευτής του Λιβάνου
Η Ελλάδα παραμένει διαχρονικά ένας εκ των πρώτων τριών εμπορικών εταίρων του Λιβάνου. Η μικρή πτώση, της τάξεως του 6,6%, που παρατηρήθηκε μεταξύ του 2022 και του 2023 (από 1,905,19 δισ. δολ. Σε 1,778,32 δισ.) δεν εμπόδισε τη χώρα μας να καταλάβει τη δεύτερη θέση (το 2022 κατείχε την 3η) μεταξύ των κυριότερων προμηθευτών του Λιβάνου. Συγκεκριμένα, οι τρεις κορυφαίοι εισαγωγικοί εταίροι της χώρας για το 2023 ήταν η Κίνα, η Ελλάδα και η Ελβετία, με αντίστοιχα μερίδια 11,52%, 9,81% και 9,67%.
Σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, το 2023 παρουσίασε μείωση των ελληνικών εξαγωγών κατά 6,6% προς τον Λίβανο, πάντα καθοδηγούμενη από την πορεία των εξαγωγών καυσίμων (μείωση 7%), ύστερα από ισχυρή, ωστόσο, αύξηση της τάξεως του 44%, που είχε σημειωθεί το 2022. Το εμπορικό πλεόνασμα της Ελλάδας σε σχέση με τη φιλοξενούσα χώρα ανήλθε, κατόπιν αυτών, σε 1,673,7 δισ. δολ.
Πέρα από το πετρέλαιο και τα προϊόντα πετρελαίου, εμβληματικά ελληνικά προϊόντα διατηρούν τη θέση τους στα λιβανέζικα σούπερ μάρκετ (π.χ. Μπισκότα Παπαδοπούλου, Υοlanda, Μέλι Αττικής, γιαούρτια, γραβιέρα & φέτα ΜΕΒΓΑΛ, Δωδώνη, ούζο, λικέρ μαστίχας, ελληνικά τυριά). Γενικά, κλάδοι στους οποίους η Ελλάδα διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα και, κυρίως, συμπληρωματικότητα με την τοπική οικονομία, και από τους οποίους δύναται να προέλθει ευρύτερη διαφοροποίηση του εξαγωγικού μείγματος, είναι τα φαρμακευτικά, τα δομικά υλικά/διαχείριση υδάτων – απορριμμάτων, ΑΠΕ, φωτοβολταϊκά, αγροτικός εξοπλισμός, τρόφιμα – ποτά και καλλυντικά.
Χρυσή βίζα και τουρισμός
Ο Λίβανος βρίσκεται μεταξύ των κορυφαίων χωρών που επενδύουν στην Ελλάδα. Χιλιάδες συναλλαγές τα τελευταία χρόνια οφείλονται στις αγορές που πραγματοποιούνται για την απόκτηση της χρυσής βίζας σε ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια του 2023 το Γραφείο ΟΕΥ έλαβε αρκετά αιτήματα για αγορά ή επένδυση στην Ελλάδα, με τελικό σκοπό τη χορήγηση της χρυσής βίζας. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτημάτων αφορούσε ακίνητα για ιδιοκατοίκηση ή εκμετάλλευση (μακροπρόθεσμη ενοικίαση ή Airbnb). Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι αυξημένες τουριστικές ροές, καθώς ολοένα μεγαλύτερος αριθμός Λιβανέζων (66.141 το 2023) επισκέπτεται, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, την Ελλάδα. Στο πλαίσιο της τριμερούς συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Λιβάνου, έχει ήδη εκπονηθεί 5ετές μνημόνιο συνεργασίας στον τομέα του τουρισμού, που υπογράφηκε από τους υπουργούς Τουρισμού των τριών χωρών στις 12 Μαΐου 2023 στην Αθήνα.
Ο Λίβανος αποτελεί αναμφισβήτητα ελκυστικό τουριστικό προορισμό και παρουσιάζει ελληνικό επενδυτικό ενδιαφέρον, λόγω της προνομιακής γεωγραφικής θέσης του, της πλούσιας ποικιλίας της φύσης, της εγγύτητας ορεινών και παράκτιων περιοχών, του μεσογειακού κλίματος, του αρχαιολογικού πλούτου και του υψηλού επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η τουριστική βιομηχανία του Λιβάνου είναι επικεντρωμένη σε θερινούς τουρίστες από τις χώρες του Κόλπου, ο τουριστικός κλάδος συνέβαλε έως, προ κρίσης τουλάχιστον, περίπου 25% στο ΑΕΠ της χώρας, ενώ απασχολούσε το 20% του συνολικού εργατικού δυναμικού. Σημειώνεται, τέλος, ότι έχοντας ως συνδετικό κρίκο την ελληνική διασπορά στον Λίβανο (4.500 άτομα), ο ελληνικός και ο λιβανέζικος λαός παρουσιάζουν εντυπωσιακές πολιτισμικές ομοιότητες (π.χ. παραδοσιακά θερμή φιλοξενία, αμεσότητα, αγάπη για τα ταξίδια, το καλό φαγητό και τις τέχνες), που διευκολύνουν τόσο τις τουριστικές ροές όσο και την ευρύτερη οικονομική συνεργασία.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 09/08/2024)