Μια νέα μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) αποκαλύπτει τα σημαντικά οφέλη που αποφέρει στην ελληνική οικονομία η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, οι λεγόμενες “επιχειρήσεις ζόμπι”, δηλαδή εκείνες που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, αποτελούν ένα σημαντικό βάρος για την οικονομία. Η μελέτη υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος συμβάλλει στην απελευθέρωση πόρων, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
Το φάντασμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων
Η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει ξεφύγει από τη χειρότερη φάση της κρίσης, ωστόσο, ένα φάντασμα συνεχίζει να την στοιχειώνει: τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΑ). Παρότι τα επίπεδα των ΜΕΑ έχουν μειωθεί σημαντικά από τα υψηλά επίπεδα του 2015, παραμένουν σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα, ειδικά σε ορισμένους τομείς της οικονομίας.
Σύμφωνα με την εν λόγω μελέτη του ΙΟΒΕ, η παρατεταμένη ύπαρξη των ΜΕΑ, ιδιαίτερα σε επιχειρήσεις-«ζόμπι» που δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τους τόκους επί των δανειακών τους υποχρεώσεων, αποτελεί ένα σοβαρό εμπόδιο για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Οι επιχειρήσεις αυτές απορροφούν κεφάλαια που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε πιο υγιείς και παραγωγικές επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα πλήττουν τον ανταγωνισμό και περιορίζουν τις δυνατότητες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Η μελέτη καταδεικνύει ότι οι υγιείς επιχειρήσεις παρουσιάζουν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις σε όρους επενδύσεων, απασχόλησης και παραγωγικότητας σε σύγκριση με τις επιχειρήσεις-«ζόμπι». Η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου στις τελευταίες αποτρέπει την ανακατανομή πόρων προς πιο δυναμικούς τομείς της οικονομίας.
Κόκκινα δάνεια: Η αλήθεια κρύβεται εκτός των τραπεζικών ισολογισμών
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν δραστικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους προς τις επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, από το 2016 έως το 2022, τα κόκκινα δάνεια μειώθηκαν κατά ένα εντυπωσιακό 85%. Αυτή η μείωση αποδίδεται κυρίως σε διαγραφές, πωλήσεις και τιτλοποιήσεις, παρά σε μια βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των δανειοληπτών.
Το ζήτημα είναι ότι, ενώ τα κόκκινα δάνεια έχουν μειωθεί σημαντικά εντός των τραπεζικών ισολογισμών, το συνολικό πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί πλήρως. Ένα μεγάλο μέρος των “κόκκινων” δανείων έχει μεταφερθεί σε εξωτερικούς διαχειριστές (servicers), όπου και παραμένει. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, το απόθεμα των κόκκινων δανείων που διαχειρίζονται οι servicers ανέρχεται σε 33,4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η εξέλιξη των «ζόμπι» επιχειρήσεων στην ελληνική οικονομία
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, το ποσοστό των «ζόμπι» επιχειρήσεων στην Ελλάδα παρουσίασε μια ανοδική τάση από το 2005 έως το 2013, φτάνοντας στο 18,6%. Από τότε, παρατηρείται μια σταδιακή αποκλιμάκωση, με το ποσοστό να διαμορφώνεται στο 8,9% το 2022.
Η σχέση με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι υπάρχει μια στενή σχέση μεταξύ του ποσοστού των «ζόμπι» επιχειρήσεων και του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΑ) στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Η ανάλυση δείχνει ότι η αύξηση του ποσοστού των «ζόμπι» επιχειρήσεων προηγήθηκε της αύξηςης των ΜΕΑ, ενώ αντίστοιχα και η μείωση του πρώτου προηγήθηκε της μείωσης του δεύτερου. Αυτό υποδηλώνει ότι το ποσοστό των «ζόμπι» επιχειρήσεων μπορεί να θεωρηθεί ως ένας πρόδρομος δείκτης για την εμφάνιση των ΜΕΑ.
Κλαδικές διαφορές
Η ανάλυση σε επίπεδο κλάδου αποκαλύπτει σημαντικές διαφορές. Οι τομείς των κατασκευών, της φιλοξενίας και της διαχείρισης ακινήτων παρουσίασαν διαχρονικά υψηλότερο ποσοστό «ζόμπι» επιχειρήσεων σε σχέση με τον μέσο όρο της οικονομίας. Από την άλλη πλευρά, οι τομείς της μεταποίησης και του εμπορίου, αν και παρουσίασαν σημαντικό αριθμό «ζόμπι» επιχειρήσεων, χαρακτηρίζονταν από υψηλότερο επίπεδο υποχρεώσεων προς τις τράπεζες.