Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης S&P Global Ratings εξέδωσε μια δυσοίωνα προειδοποίηση, προβλέποντας αύξηση των κρατικών χρεοκοπιών τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με την έκθεση, ο αυξανόμενος όγκος του δημόσιου χρέους σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος δανεισμού σε ξένο νόμισμα αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών.
Οι αναλυτές της S&P επισημαίνουν ότι τα κράτη που βρέθηκαν αντιμέτωπα με χρεοκοπία τα προηγούμενα χρόνια, δαπανούσαν κατά μέσο όρο το 20% των κρατικών εσόδων για την εξυπηρέτηση του χρέους σε ξένο νόμισμα. Αυτός ο δυσβάσταχτος φόρτος οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων, όπως ο πληθωρισμός, οι αποτιμήσεις των νομισμάτων και οι διαταραχές στις διεθνείς αγορές.
Η προειδοποίηση της S&P έρχεται σε μια περίοδο που πολλές χώρες αντιμετωπίζουν οικονομικές προκλήσεις, όπως οι επιπτώσεις της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία. Οι αυξημένες κρατικές δαπάνες για την αντιμετώπιση αυτών των κρίσεων, σε συνδυασμό με τις αυξήσεις των επιτοκίων, εντείνονται οι ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους σε πολλές χώρες.
«Οι περισσότερες κρατικές χρεοκοπίες σε ξένο νόμισμα την περίοδο 2000-2023 ήταν αποτέλεσμα αδύναμων θεσμικών, δημοσιονομικών παραγόντων και παραγόντων σύνθεσης του χρέους», έγραψε σε έκθεσή της η πιστωτική αναλύτρια της S&P Global Giulia Filocca. «Δεν υπάρχει ένα ενιαίο μέτρο που να προβλέπει με συνέπεια και αξιοπιστία τις κρατικές χρεοκοπίες».
Τα κράτη με υψηλές και αυξανόμενες καθαρές θέσεις εξωτερικών υποχρεώσεων – όπου το σύνολο των οφειλών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προς μη κατοίκους υπερβαίνει τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν επενδύσει οι κάτοικοι στο εξωτερικό – είναι πιο πιθανό να χρεοκοπήσουν, ενώ οι καθαροί εξωτερικοί πιστωτές σπάνια αντιμετωπίζουν αυτόν τον κίνδυνο, σύμφωνα με την S&P.
Δεδομένων των εξωτερικών ανισορροπιών, πολλά κράτη που αντιμετωπίζουν χρεοκοπία σε ξένο νόμισμα, όπως η Κύπρος, η Γρενάδα και η Ελλάδα, συχνά έχουν πολύ μεγαλύτερες ανάγκες χρηματοδότησης από τις εισπράξεις του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και τα συναλλαγματικά τους αποθέματα, σημειώνει η S&P.