Με τους φορολογικούς και ασφαλιστικούς συντελεστές στα ύψη και την πραγματική άνοδο των εισοδημάτων υπαρκτή μεν αλλά πλήρως αντισταθμισμένη, από την αύξηση στο κόστος ζωής, και με πρόβλεψη για πληθωρισμό που θα τρέχει με ρυθμό άνω του 2% τα επόμενα χρόνια, όταν η ανάπτυξη θα διολισθαίνει προς το 1%, ή και χαμηλότερα, όταν τελειώσουν τα κονδύλια της Ε.Ε., θα πορεύεται η ελληνική επιχειρηματικότητα και κοινωνία τα επόμενα χρόνια.
Ο Προϋπολογισμός για το 2025 μαζί με τον πρώτο πολυετή προϋπολογισμό (μεσοπρόθεσμο) ανακοινώθηκε και τελεί πλέον υπό την έγκριση των Βρυξελλών, δίνοντας μία εικόνα ευημερίας στους… αριθμούς, αλλά και επισφραγίζοντας μια πορεία λιτότητας διαρκείας στα στοιχεία που περιέχει και εκτείνονται έως το 2038. Στον βωμό της μείωσης του χρέους περιορίζονται σε ένα εύρος της τάξης των 500 εκατ. ευρώ οι κινήσεις για την τόνωση της αγοράς και για τη στήριξη της κοινωνίας έως το 2028, που διαρκεί ο νέου τύπου προϋπολογισμός, τον οποίο επιτάσσουν οι νέοι κανόνες της Ε.Ε., αλλά και δίδεται το «στίγμα» για τα επόμενα πολλά χρόνια.
Με άλλα λόγια, εξανεμίζονται οι προσδοκίες για μείωση των υψηλών φόρων και εισφορών. Επίσης, δίδεται το στίγμα για νέο, συνεχές πλήγμα στο κοινωνικό κράτος και στις παροχές για να χρηματοδοτηθούν οι νέοι κίνδυνοι: της γήρανσης του πληθυσμού και της κλιματικής κρίσης.
Ο Προϋπολογισμός της Ελλάδας ευημερεί στους αριθμούς. Προβλέπει την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της χώρας με άνεση τα επόμενα χρόνια, τη στιγμή που σε πολλά άλλα κράτη οι πιέσεις είναι μεγάλες, και διασφαλίζει την εικόνα της Ελλάδας στις Βρυξέλλες και στις αγορές. Δείχνει ρυθμό ανάπτυξης υψηλότερο του μέσου όρου στο άμεσο μέλλον, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (άνω του 2% του ΑΕΠ) και συνεχή αποκλιμάκωση του χρέους ως αναλογία του ΑΕΠ.
Οι πέντε παγίδες
Στα νούμερα των αναλυτικών κειμένων, ωστόσο, γίνονται φανερές τουλάχιστο πέντε μεγάλες παγίδες για την πορεία της χώρας το 2025 και τα επόμενα χρόνια:
1. Η πρώτη παγίδα είναι τα αναπτυξιακά κονδύλια της Ε.Ε., τα οποία σταματούν μετά το 2026 με την παρούσα τους μορφή, καθώς τελειώνει το Ταμείο Ανάπτυξης. Αν δεν υπάρξει κάποια άλλη συμφωνία για νέο «χρήμα» από τις Βρυξέλλες, τότε τα στοιχεία δείχνουν μια απότομη βουτιά στις επενδύσεις, που και αυτές πλήττονται από τη λιτότητα. Με επιπτώσεις και στην επιχειρηματικότητα, αλλά και γενικότερα στην αναπτυξιακή δυναμική. Ο Προϋπολογισμός προβλέπει, μαζί με τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, συνολικά κονδύλια για δημόσιες επενδύσεις αξίας 14,8 δισ. ευρώ φέτος -από 11,6 δισ. ευρώ το 2024-, που θα αυξηθούν σε 18,9 δισ. ευρώ το 2025 και θα κορυφωθούν στα 20,9 δισ. ευρώ το 2026, όταν θα πρέπει να ολοκληρωθούν τα δάνεια και οι επιδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Το 2027 καταγράφεται ελεύθερη πτώση στα 13,2 δισ. ευρώ και το 2028 στα 11,2 δισ. ευρώ, γιατί τότε παραμένουν μόνο οι επιδοτήσεις που δίνονται από το ΕΣΠΑ και από τα εθνικά προγράμματα, τα οποία ελάχιστα αυξάνονται έως τα 3,2 δισ. ευρώ, και μέρος του ποσού αυτού δεν αφορά επενδύσεις, αλλά πρόληψη και καταστολή κλιματικών κρίσεων.
2. Η δεύτερη παγίδα είναι η πορεία της ανάπτυξης έως το 2026. Η Ελλάδα αναμένεται να τρέχει με ρυθμό όχι εντυπωσιακό, αλλά υψηλότερο του μέσου όρου της Ε.Ε., της τάξης του 2,3% το 2025 και 2% το 2026, που θα επιβραδύνεται σε 1,5% το 2027, σε 1,3% το 2028 και σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα του 1% μετά το 2030. Οι προβολές κάποια χρόνια καταγράφουν άνοδο του ΑΕΠ ακόμα και 0,2%, στο σενάριο βεβαίως που δεν υπάρχουν άλλοι κοινοτικοί πόροι ή κινήσεις αναστροφής της επίπτωσης της γήρανσης του πληθυσμού. Αλλά ακόμα και με κινήσεις τόνωσης της οικονομίας δείχνουν την τάση που συνεπάγεται πλήγμα εισοδηματικά για τη χώρα.
3. Η τρίτη παγίδα είναι o πληθωρισμός, ο οποίος στο πιο καλό σενάριο απλά ελαφρά θα περιοριστεί σε ρυθμό ανόδου των τιμών άνω του 2% ετησίως όλα τα επόμενα χρόνια, σε αντίθεση με αυτό που ήταν η πραγματικότητα έως την ενεργειακή κρίση. Η άνοδος των τιμών όμως αυτή δεν προκαλεί συμπίεση μόνο στα εισοδήματα των πολιτών, αλλά και στην καταναλωτική δυναμική της οικονομίας και την ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Τα στοιχεία δείχνουν ότι όλα τα επόμενα πολλά χρόνια ο δείκτης τιμών θα κυμανθεί κατά μέσο όρο στο 2,4%, πάνω, δηλαδή, από το όριο σταθερότητος που ορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Με άλλα λόγια, διαμορφώνεται ένα τοπίο στο οποίο η ανάπτυξη θα τρέχει πολύ βραδύτερα από την άνοδο των τιμών.
4. Η τέταρτη παγίδα είναι οι δημοσιονομικοί στόχοι, οι οποίοι πλέον έχουν στο επίκεντρο την οροφή στην άνοδο των δαπανών, αλλά ουσιαστικά καταλήγουν στα ίδια υψηλά πλεονάσματα, πάνω από 2% του ΑΕΠ για πολλά πολλά χρόνια. Και αυτό σημαίνει πολύ περιορισμένα περιθώρια για νέες ελαφρύνσεις. Με βάση τους νέους κανόνες, οι δαπάνες θα μπορούν να αυξάνονται στο ορατό μέλλον με ρυθμό 3,5 δισ. ευρώ ετησίως, αλλά ένα μεγάλο μέρος από αυτό το ποσό είναι είδη δεσμευμένο, είτε για εξοπλισμούς είτε για το αυξημένο κόστος των νέων συντάξεων ή για την άνοδο τιμών σε υπηρεσίες και είδη που πληρώνει το ίδιο το κράτος. Υπολογίζεται πως το κράτος από την τσέπη των πολιτών θα πρέπει να δώσει 1 δισ. ευρώ επιπλέον ετησίως για τις υπηρεσίες που αγοράζει πλέον ακριβότερα. Μαζί με τα μετρημένα νέα μέτρα στήριξης που θα διανεμηθούν φέτος και τα επόμενα χρόνια απομένει ένα πόσο της τάξης των 500 εκατ. ευρώ ετησίως για νέες κινήσεις, αν δεν φαγωθεί και αυτό από κάποιο έκτακτο γεγονός ή από μία νέα κρίση.
5. Η πέμπτη παγίδα είναι οι νέες απειλές που έρχονται από το εξωτερικό ή όχι. Ο νέος μεγάλος κίνδυνος για την Ελλάδα είναι η γήρανση του πληθυσμού, στην οποία είναι το τρίτο πιο εκτεθειμένο κράτος της Ε.Ε., όπως εκτεθειμένη είναι και στην κλιματική κρίση. Ο ίδιος ο Προϋπολογισμός αναφέρει ως κινδύνους για τις αναπτυξιακές προβλέψεις τυχόν περαιτέρω όξυνση της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, καθώς και την επιδείνωση της αναταραχής του εμπορίου στην Ερυθρά Θάλασσα, που θα μπορούσε να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις και να καθυστερήσει τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Καμία δέσμευση για νέες ελαφρύνσεις
Κομβικό σημείο της κοινωνικής πολιτικής του νέου Προϋπολογισμού είναι μια σειρά από μεταρρυθμίσεις στα κοινωνικά επιδόματα, τα οποία ως καρότο έχουν την αύξηση των παροχών, αλλά ως μαστίγιο περιορισμούς στην επιλεξιμότητα. Με άλλα λόγια, κάποιοι θα μείνουν εκτός. Ανάλογες περικοπές προωθούνται και στην υγειονομική περίθαλψη και σε άλλους τομείς. Ολα αυτά μαζί με τη διασαφήνιση πως μια γενναία μείωση των εισφορών δεν είναι στον «ορίζοντα», αφού οι ασφαλιστικές εισφορές θα μειωθούν κατά 1 ποσοστιαία μονάδα το 2025 και κατά επιπλέον 0,5 ποσοστιαία μονάδα το 2027 (το κόστος εκτιμάται σε 440 εκατ. ευρώ για το 2025 και επιπλέον 230 εκατ. ευρώ το 2027). Το ίδιο ισχύει και για επιπλέον κινήσεις μείωσης των φορολογικών βαρών, άμεσων ή έμμεσων. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν γίνεται καμία αναφορά ούτε για το μέλλον σε πιθανή μείωση του ΦΠΑ, ενώ ακόμα και για το τέλος επιτηδεύματος η μόνη δέσμευση αφορά το 2025 και όχι την πλήρη κατάργησή του. Αναφέρεται ότι «το τέλος επιτηδεύματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες καταργείται από 1/1/2025, σε συνέχεια της μείωσης κατά 50% που πραγματοποιήθηκε το 2024, με κόστος περίπου 120 εκατ. ευρώ».
Στη «μεταρρύθμιση των κοινωνικών επιδομάτων», που αφορά το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το στεγαστικό επίδομα και το επίδομα τέκνου, αναγγέλλεται η εναρμόνιση των κριτηρίων επιλεξιμότητας, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα «οικοσύστημα» παροχών, τη βελτίωση της στόχευσης μέσω καλύτερων ελέγχων (δίνοντας περισσότερα σε αυτούς που τα χρειάζονται περισσότερο), την άμβλυνση των αντικινήτρων για εργασία, τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και τη βελτίωση των δεικτών φτώχειας και παιδικής φτώχειας. Επισημαίνεται πως «τα ποσά αποζημίωσης αυξάνονται, ενώ ταυτόχρονα εισάγονται νέα στοχευμένα κριτήρια για τον έλεγχο της επιλεξιμότητας».
Αλλά και με στόχο την αύξηση των κινήτρων απασχόλησης, τα επιδόματα ανεργίας βρίσκονται, επίσης, υπό ανασχεδιασμό. Οι κύριες συνιστώσες της μεταρρύθμισης αναφέρεται πως περιλαμβάνουν «την αύξηση της συσχέτισης του επιδόματος με τη χρονική διάρκεια της απασχόλησης και την κλιμάκωση του επιδόματος ανεργίας με την πάροδο του χρόνου, με υψηλότερο επίδομα στην αρχή της περιόδου ανεργίας, που μειώνεται σταδιακά».
Περιορισμοί για πολίτες και επιχειρήσεις προκύπτουν όμως και στο πεδίο των φυσικών καταστροφών. «Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η Ελλάδα έχει βιώσει ακραία φυσικά φαινόμενα, συμπεριλαμβανομένων πλημμυρικών φαινομένων και πυρκαγιών, ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής» αναφέρει ο νέος Προϋπολογισμός. Εξηγεί πως η άμεση δημοσιονομική επίπτωση περιλαμβάνει από την ανάγκη αποζημιώσεων για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και αγρότες που έχουν πληγεί έως την αποκατάσταση υποδομών, όπως δρόμοι, γέφυρες, σιδηροδρομικό δίκτυο, απαιτώντας τη διάθεση σημαντικών πόρων. Οσον αφορά την πρόληψη, πρόσθετα ποσά επενδύονται μέσω του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (600 εκατ. ευρώ ετησίως στο εθνικό σκέλος), ενώ μέρος των σχετικών δαπανών καλύπτεται από την αύξηση του τέλους στα ξενοδοχειακά καταλύματα (200 εκατ. ευρώ από το 2025). Αλλά και οι ιδιοκτήτες βάζουν το χέρι στην τσέπη, με επανασχεδιασμό της πολιτικής αποζημιώσεων που προαναγγέλλεται. Περιλαμβάνει ένα μείγμα κινήτρων και κυρώσεων, με έκπτωση του φόρου στην ακίνητη περιουσία (ΕΝΦΙΑ) έως 20% για κατοικίες (αξίας έως 500 χιλ. ευρώ) που θα ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές, αλλά και με δεδομένο πως ακίνητα υψηλής αξίας (άνω των 500 χιλ. ευρώ) και επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των 500 χιλ. ευρώ θα πρέπει να ασφαλίζονται, διαφορετικά δεν θα αποζημιώνονται από το κράτος από τον Ιούνιο 2025 και έπειτα, ενώ τα οχήματα θα πρέπει να ασφαλίζονται υποχρεωτικά για φυσικές καταστροφές από το 2025.
Οι νέοι κανόνες της Ε.Ε.
Σπαζοκεφαλιά στόχων για δαπάνες, έλλειμμα χρέος
Οι όροι επιτήρησης όλων των κρατών-μελών σε δημοσιονομικό επίπεδο από φέτος είναι διαφορετική και το κρας τεστ θα γίνει τον Νοέμβριο, με βάση τα σχέδια Προϋπολογισμού που στέλνονται αυτές τις μέρες. Οι νέες απαιτήσεις διατηρούν κάποια από τα «παλαιά» δεδομένα και εισάγουν νέα. Ο βασικότερος νέος όρος είναι το όριο στην άνοδο των καθαρών πρωτογενών δαπανών, δηλαδή των δαπανών χωρίς να συνυπολογίζονται οι τόκοι ή άλλες έκτακτες κινήσεις. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε στις διμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ κυβέρνησης και Κομισιόν, που έγιναν το καλοκαίρι, είναι να μην είναι υψηλότερος από 3,7% το 2025, με την κυβέρνηση να διατηρεί ένα όριο ασφαλείας με άνοδο δαπανών κατά 3,6%, κάτι που οδηγεί χρηματικά σε επιπλέον δαπάνες 3,5 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο.
Να σημειωθεί πως παραμένει η υποχρέωση ο λόγος δημόσιου χρέους της Γενικής Κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ να τίθεται ή να διατηρείται σε αξιόπιστα καθοδική πορεία, ώστε να φτάσει μεσοπρόθεσμα σε επίπεδα κάτω του 60% του ΑΕΠ -κάτι που δεν προβλέπεται να γίνει στην Ελλάδα για δεκαετίες, αλλά και το δημοσιονομικό έλλειμμα να οδηγείται κάτω από το 3% του ΑΕΠ – κάτι που τηρείται και με μεγάλη διαφορά τα επόμενα χρόνια. Αλλοι δύο όροι είναι πως λόγος του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ πρέπει να μειώνεται κατά ένα ελάχιστο ετήσιο μέσο ύψος 1% και το προβλεπόμενο διαρθρωτικό έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1,5% του ΑΕΠ. Το ελληνικό σχέδιο προβλέπει πως το διαρθρωτικό έλλειμμα θα είναι 1,48% του ΑΕΠ για το 2024 και 1,1%-1,3% του ΑΕΠ την περίοδο 2025-2028.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 11/10/2024)