Στην Ουάσιγκτον επισπεύδουν, στις Βρυξέλλες καθεύδουν

ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΓΕΛΑΝΤΑΛΙ

Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις μετά τη σαρωτική επικράτηση του Τραμπ, με τον επερχόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ μέσα σε λίγες ημέρες να έχει συγκροτήσει το πολιτικό και οικονομικό επιτελείο του. Σχεδόν δύο μήνες προτού αναλάβει ο νέος πρόεδρος και δύο εβδομάδες μετά τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου στην Ουάσινγκτον η μία μετά την άλλη «κλειδώνουν» οι νευραλγικές θέσεις της κυβέρνησης, που θα έχει τα ηνία της μεγαλύτερης δύναμης του πλανήτη από το πρωί της 21ης Ιανουαρίου.

Πρακτικά στις ΗΠΑ το επερχόμενο σύστημα επισπεύδει, καθιστά προφανή τη στόχευσή του από την εξωτερική πολιτική – διεθνείς σχέσεις, την τακτική που θα ακολουθήσει σε οικονομία, εμπόριο μέχρι την πολιτισμική ατζέντα που προτεραιοποιεί. Σε αυτή τη συγκυρία, στις Βρυξέλλες πέντε μήνες μετά τις ευρωεκλογές και ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί η σύνθεση της Κομισιόν. Την ίδια ώρα, στο εκτελεστικό επιτελείο της Ε.Ε. διαπιστώνουν πως όλο και περισσότερες προτάσεις της προέδρου Φον ντερ Λάιεν είτε αμφισβητούνται ευθέως είτε δεν περνούν καν. Και αυτά ενόσω στους διαδρόμους του Μπερλεμόν πυκνώνουν οι φήμες πως η «παγωμένη» υπόθεση του Pfizergate ενδέχεται να ξανά έρθει στο προσκήνιο. Το χειρότερο για την «ενιαία Ευρώπη», η παντελής απουσία ενός κέντρου, που συγκροτημένα θα μπορούσε να σταθεί απέναντι στη νέα ηγεσία των ΗΠΑ, μιας ομάδας ικανής να αντεπεξέλθει των επιθετικών τακτικών που θα εφαρμόσει η Ουάσινγκτον.

Αναπόφευκτη η επίδραση της ρευστότητας σε πολιτικό και σε  επίπεδο οικονομικό, και όχι μόνο. Με οριακά θετικό ρυθμό ανάπτυξης η ευρωπαϊκή οικονομία, με χαμηλή ανταγωνιστικότητα, με σταθερή εκροή κεφαλαίων (κυρίως προς ΗΠΑ), με ανάλογη φυγή επιχειρήσεων, με αναποτελεσματικότητα διαχείρισης του ενεργειακού προβλήματος, με κατακερματισμό δυνάμεων και έλλειψη κεφαλαίων να (υπο)στηρίξουν πρακτικές Ντράγκι, η Ευρώπη βρίσκεται, ήδη, με την «πλάτη στον τοίχο».

Η ΕΚΤ είναι υπό πίεση, καθώς το ευρώ διολισθαίνει ήδη -έως το 1,05 έναντι του δολαρίου- και, όπως όλα δείχνουν, πολύ δύσκολα θα αποφευχθεί η «απόλυτη ισοτιμία» του ενός ευρώ προς ένα δολάριο των ΗΠΑ. Σε τροχιά διολίσθησης το ευρωπαϊκό νόμισμα, ούτως ή άλλως και προ 5ης Νοεμβρίου, αλλά με τη σαρωτική επικράτηση των Ρεπουμπλικάνων η τάση έχει επιταχυνθεί δραματικά. Πριν από δύο μήνες, και λόγω των προοπτικών αδύναμης ανάπτυξης στην ευρωζώνη, το ευρώ είχε «σπάσει» το όριο του 1,09 για να διαμορφωθεί κοντά στα χαμηλά 20ετίας, όπου «κατηφορίζει» πλέον δίχως αντιστάσεις. Μία φορά αρχές του 2000 και άλλη μία το 2022 καταγράφηκε ανάλογη ισοτιμία. Σημείο αναφοράς το 1 προς 1 -πέραν από ψυχολογικό όριο-, προεξοφλείται ότι θα επιτείνει τις εκροές από το ευρώ προς το δολάριο. Τι σημαίνει ένα αδύναμο ευρώ; Καταρχήν, αισθητή επιβάρυνση στο κόστος των εισαγωγών (και δίχως να έχει επιβάλει δασμούς η Ουάσινγκτον). Το ντόμινο, σχεδόν νομοτελειακό, αύξηση στις τιμές των τροφίμων, της ενέργειας, των πρώτων υλών κ.ά., δηλαδή όσων «χτυπούν» κατευθείαν στον πληθωρισμό. Ενδεχομένως αυτό να είχε κατά νου η Κριστίν Λαγκάρντ όταν σημείωνε ότι ο πληθωρισμός προτού υποχωρήσει θα ανέβει ξανά. Σε κάθε περίπτωση, η επικεφαλής της ΕΚΤ θα έχει να διαχειριστεί μία εξαιρετικά σύνθετη κατάσταση. Από τη μία η επιδίωξη να μειώσει κι άλλο τα επιτόκια, προκειμένου να διευκολύνει χρηματοδοτικά τις επιχειρήσεις και την οικονομία, από την άλλη η διαχείριση ενός πληθωρισμού που περιορίζει δραστικά την αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων, συνακόλουθα τη ζήτηση. Συν τις κοινωνικές εντάσεις που πυροδοτούνται. 

Ποια τα θεωρητικώς θετικά αποτελέσματα από ένα φθηνότερο ευρώ

Ομως ένα φθηνότερο ευρώ καθιστά φθηνότερες τις εξαγωγές, που είναι ένα θετικό ενδεχόμενο για μεγάλες οικονομίες, λ.χ., θα μπορούσε να πάρουν ξανά τα πάνω τους οι εξαγωγές γερμανικών αυτοκινήτων, πλην όμως αυτό θεωρητικά, δίχως να συνεκτιμώνται αντιμονοπωλιακές τακτικές από την πλευρά της Ουάσινγκτον, επιβολή δασμών και άλλες περιοριστικές πρακτικές. Θεωρητικά το φθηνότερο ευρώ μπορεί να έχει και κάποιο θετικό αποτέλεσμα, όμως το συγκριτικό πλεονέκτημα εύκολα ανατρέπεται στην πράξη, λ.χ., στο κόστος εισαγωγής πρώτων υλών και ενέργειας που τιμολογούνται σε όρους αμερικανικού δολαρίου. 

Επιπλέον, η διολίσθηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου ενισχύει μία άλλη τάση που ήδη είναι ενεργή στον ευρωπαϊκό χώρο, την τάση «φυγής» κεφαλαίων, κυρίως προς την περιοχή του δολαρίου, τόσο σε μετοχικά asset όσο και σε χρέος κρατικού και ιδιωτικού. Ακόμα πιο δυσχερής η τάση εάν ενεργοποιηθούν οι οικονομικές πολιτικές Τραμπ για δασμούς και φοροελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις. Παράλληλα και με κατάργηση κάθε εμποδίου στην παραγωγή και την απελευθέρωση της εξόρυξης και χρήσης ορυκτών καυσίμων. Και η ΕΚΤ έχει προϊδεάσει για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων. Στην περίπτωση που αποφασίσει να στηρίξει το ευρώ, θα πρέπει να κινηθεί ανάποδα στις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει, αυξάνοντας τα επιτόκια, συνακόλουθα περιορίζοντας κάθε περιθώριο αναχρηματοδότησης της οικονομίας, αλλά και μείωσης του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 22/11/2024)

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ