Στα σχοινιά στριμώχνει τη Λαγκάρντ ο Πάουελ

Τα ρέστα των Fed - ECB στο 2ήμερο 30-31 Ιανουαρίου… και η κάλπη της 23ης Φεβρουαρίου κρησάρα για το Βερολίνο

ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΓΕΛΑΝΤΑΛΙ

«Η επόμενη μείωση επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε να αργήσει περισσότερο μετά την πρόσφατη άνοδο του πληθωρισμού» δήλωνε στην «εκπνοή» του 2024 o Ρ. Χόλτσμαν. Μόνο τυχαίος δεν είναι ο επικεφαλής της Oesterreichische Nationalbank, από τους κεντρικούς τραπεζίτες σημεία αναφοράς του Governing Council στα κεντρικά της Φρανκφούρτης. Δεν βλέπει καμία αύξηση επιτοκίων αυτή τη στιγμή, σημείωνε ο κεντρικός τραπεζίτης της Αυστρίας στην «Kurier», αυτό που θα μπορούσε να συμβεί είναι περισσότερος χρόνος μέχρι την επόμενη κίνηση από την επικεφαλής της ΕΚΤ. Η δήλωση/εκτίμηση του Αυστριακού έγινε σε μία συγκυρία που οι προβλέψεις για τη γερμανική οικονομία παρέπεμπαν σε οριακή ή μηδενική ανάπτυξη το 2024, αβέβαιο ρυθμό για το 2025, καθώς η βαριά βιομηχανία της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης βρίσκεται σε παρατεταμένη κρίση, συνέπεια της απώλειας φθηνής ενέργειας (από τη Ρωσία) και της μείωσης της ζήτησης από τον οξύ ανταγωνισμό (της Κίνας).

Η Γερμανία έχει ένα από τα χειρότερα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, oι γιατροί χρησιμοποιούν ακόμη το φαξ και υπάρχουν πολλά μαγαζιά που δέχονται μόνο μετρητά, επισημαίνει στο βιβλίο του «Kaput» ο Βόλφγκανγκ Μούνχαου. Ο δημοσιογράφος-οικονομικός αναλυτής σημειώνει πως η Γερμανία είναι ξεκάθαρο ότι δεν έχει ηγετική θέση σε οτιδήποτε έχει σχέση με την τεχνολογία αιχμής. Δεν έχει καμία τεχνολογική εταιρεία αιχμής, αναφέρει στο Brussels Signal. Η… δυστοπική οικονομία της Γερμανίας είναι το ένα από τα δύο πολύ μεγάλα προβλήματα που έχει να διαχειριστεί η Κριστίν Λαγκάρντ φέτος, καθώς παραμένει ωσεί παρούσα η Γερτρούδη Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με την ενοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος ακόμη στα σπάργανα.

Η έλλειψη μιας ολοκληρωμένης ένωσης κεφαλαιαγορών προκαλεί περισσότερα προβλήματα άντλησης κεφαλαίων στις ευρωπαϊκές σε σχέση με τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Τα ποικίλα εμπόδια που υφίστανται για την εξεύρεση κεφαλαίων επηρεάζει το 20% των επιχειρήσεων της Ε.Ε, σε αντίθεση με το μόλις 8% των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, που φαίνεται να επηρεάζονται από ανάλογα προβλήματα. Γεγονός που εξηγεί τη συνεχή «μετανάστευση» επιχειρήσεων (και άλλων λογής assets) από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ. Η παραγωγικότητα υποχωρεί και κατά συνέπεια και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών της. Η μελέτη του ΔΝΤ επαναλαμβάνει τις διαπιστώσεις και άλλων εκθέσεων, όπως αυτής του Μάριο Ντράγκι.
Πώς επιχειρεί μέχρι τώρα να το διαχειριστούν στη Φρανκφούρτη (οι Βρυξέλλες είναι αλλού για αλλού…); Με την εμβάθυνση της «ενιαίας αγοράς», που όμως κοινό μυστικό πως δεν είναι και τόσο ενιαία και που σε εύθετο χρόνο -με την επιθετική τακτική που θα ακολουθήσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ- η μία χώρα μετά την άλλη θα επιδιώκει να συνάψει διμερείς διακρατικές σχέσεις με την Ουάσινγκτον. Το έχει δηλώσει άμεσα ο Βίκτορ Ορμπαν, το έχει εννοήσει έμμεσα η Τζόρτζια Μελόνι, με τον Ούγγρο πρωθυπουργό να λειτουργεί σαν proxy του Ντόναλντ Τζον και επί οικονομικών/επιχειρηματικών ζητημάτων. Τι μπορεί να κάνει η ΕΚΤ στη συνεδρίαση στις 30-31 Ιανουαρίου, όταν παράλληλα θα συνεδριάζει η Fed, με τον Τζερόμ Πάουελ να κρατά σταθερά τα επιτόκια, προκειμένου να διατηρήσει υψηλά τις αποδόσεις των ομολόγων των ΗΠΑ, και τη Γαλλίδα ομόλογό του να πρέπει να μειώσει το κόστος χρήματος προκειμένου να συντηρηθεί -όσο είναι δυνατόν- η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας/επιχειρήσεων έναντι των ΗΠΑ (που θα εφαρμόζουν επιθετική δασμολογική πολιτική εναντίον της Κίνας);

Εύλογο το ερώτημα πώς θα απαντήσει η επικεφαλής της ΕΚΤ στην περίπτωση που ο Σκοτ Μπέσεντ προωθήσει τακτικές νομισματικής παρέμβασης αλά Plaza Accord, όταν τον Σεπτέμβριο του 1985 επιχειρήθηκε η αναχαίτιση της ανόδου του δολαρίου έναντι νομισμάτων όπως το γεν, με ποια «εργαλεία», όταν το ευρώ θα υφίσταται περαιτέρω «αποπληθωρισμό» σε σχέση με το αμερικανικό νόμισμα. Προφανώς και το 2025 δεν είναι 1985, ούτε και οι ΗΠΑ ο απόλυτος κυρίαρχος, όπως και οι αγορές, «πλημμυρισμένες» με εξωπραγματικό κρατικό (και ιδιωτικό) χρέος μοχλευμένο και χωρίς επαρκή εποπτικό έλεγχο.

Δεν είναι τυχαίο πως, ενώ ο επικεφαλής της Fed αναφερόταν μέχρι πρόσφατα σε τέσσερις ή και πέντε μειώσεις επιτοκίων το 2025, αίφνης στα μέσα Δεκεμβρίου εμφανίστηκε εξαιρετικά φειδωλός, κάνοντας λόγο για μόλις δύο μειώσεις. Αλλωστε, είναι κοινό μυστικό πως στην τελευταία συνεδρίαση της Fed για το 2024 υπήρξαν μέλη της FOMC που πρότειναν να μη γίνει νέα μείωση επιτοκίων. Και η ΕΚΤ δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να την αναχαιτίσει. Και η απειλή του «στασιμοπληθωρισμού», για την οποία είχε μιλήσει αρκετές φορές μέσα στο 2024 ο Γιάννης Στουρνάρας, νάσου την και πάλι εδώ. Λίγο πολύ μοιάζει με έναν «φαύλο κύκλο» που τροφοδοτείται από τον συνδυασμό τόσο της εσωτερικής αδυναμίας της Ευρωζώνης να χειριστεί αυτόνομα και ανεξάρτητα τη σχέση δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής όσο και από τις ανάγκες της αμερικανικής οικονομίας να «εξάγει» για άλλη μία φορά τα δικά της αδιέξοδα σε «φίλους και εχθρούς». Μπορεί το ευρώ να αντέξει αυτή την πίεση και να μη τη «μετακυλίσει» με βίαιο τρόπο στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά της Ευρωζώνης μέσα στο 2025;

Και σαν να μη φτάνουν αυτά, στη Φρανκφούρτη έχουν στραμμένη την προσοχή τους στις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου στη Γερμανία. Στις 6 Μαρτίου είναι η δεύτερη, για φέτος, συνεδρίαση των μελών της ΕΚΤ, που με την υπόθεση πως δεν θα έχει μειώσει τα επιτόκια στις 30 Ιανουαρίου θα βρίσκεται στα σχοινιά. Με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει τόσο για την «εσωτερική» ευρωπαϊκή αγορά όσο για την ελληνική, που προφανώς επηρεάζεται από τις αναταράξεις σε κεντρικό επίπεδο.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 3/1/2025)

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ