Οι προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) γίνονται ισχυρότερες. Αυτό συμβαίνει καθώς επενδυτές και αναλυτές, εξετάζοντας τις επιπτώσεις των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ, προβλέπουν ότι ο πληθωρισμός θα είναι πιο χαμηλός και η ανάπτυξη θα επηρεαστεί αρνητικά.
Μετά τις ανακοινώσεις Τραμπ, οι αγορές τιμολογούν τουλάχιστον τρεις επιπλέον μειώσεις του κόστους δανεισμού στη ζώνη του ευρώ μέσα στο έτος — από δύο που αναμένονταν προηγουμένως. Οι οικονομολόγοι είναι όλο και πιο βέβαιοι ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει στην πρώτη μείωση τον Απρίλιο, παρά το γεγονός ότι οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας δεν έχουν δώσει σαφή σήματα, γράφει το Bloomberg.
Η αλλαγή στις προσδοκίες βασίζεται στην άποψη ότι οι πολύ υψηλότεροι δασμοί θα πλήξουν την οικονομική ανάπτυξη περισσότερο απ’ όσο θα ενισχύσουν τις τιμές καταναλωτή. Το Bloomberg Economics εκτιμά ότι περίπου 1% του ΑΕΠ της Ε.Ε. βρίσκεται σε κίνδυνο μεσοπρόθεσμα, ασκώντας καθοδική πίεση στον πληθωρισμό.
Το δολάριο, αντιθέτως από τις αρχικές προβλέψεις, εξασθενεί, αντί να ενισχυθεί — μειώνοντας έτσι τον φόβο ότι ένα πιο αδύναμο ευρώ θα καταστήσει τις εισαγωγές πιο ακριβές.
«Συνολικά, ο εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ αυξάνει την πίεση στην ΕΚΤ για μείωση επιτοκίων», δήλωσε ο οικονομολόγος Daniel Hartmann από την Bantleon. Αν και προηγουμένως προέβλεπε παύση αυτόν τον μήνα, τώρα θεωρεί πιθανή τη μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά 0,25 μονάδες στις δύο επόμενες συνεδριάσεις, με πιθανότητα περαιτέρω μείωσης στο 1,75%.
Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs σημείωσαν την Παρασκευή πως μια μείωση σε δύο εβδομάδες είναι «πολύ πιθανή» λόγω των καθοδικών κινδύνων για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Η Deutsche Bank εκτίμησε ότι το αποπληθωριστικό αποτέλεσμα της ασθενέστερης ανάπτυξης «θα κυριαρχήσει στη σκέψη της ΕΚΤ».
Ορισμένοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εμφανίστηκαν πιο συγκρατημένοι. Ο διοικητής της Bundesbank, Joachim Nagel, ανέφερε πως οι δασμοί θα θέσουν σε δοκιμασία τα επιτεύγματα της ΕΚΤ, ενώ ο Peter Kazimir από τη Σλοβακία υπογράμμισε ότι τα μέτρα «επηρεάζουν κυρίως τις τιμές». Μόνο ο Γιάννης Στουρνάρας στήριξε ανοιχτά νέα μείωση αυτόν τον μήνα.
Πριν τις ανακοινώσεις του Τραμπ, η Κριστίν Λαγκάρντ είχε παρουσιάσει ανάλυση που έδειχνε πως οι δασμοί θα μείωναν την ανάπτυξη ενώ θα αύξαναν προσωρινά τον πληθωρισμό. Όμως αυτή η ανάλυση βασιζόταν στην υπόθεση ότι το ευρώ θα εξασθενήσει και ότι θα υπάρξουν αντίποινα από την Ε.Ε., παράμετροι που τώρα αμφισβητούνται.
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε ότι η Ε.Ε. προτιμά να βρεθεί λύση μέσω διαπραγμάτευσης, αποφεύγοντας την κλιμάκωση.
«Η απάντηση της ΕΚΤ θα εξαρτηθεί εν μέρει από το πώς θα αντιδράσει η Ε.Ε. στους δασμούς, αλλά η βασική εκτίμησή μας είναι ότι ενισχύεται η πιθανότητα για περαιτέρω μειώσεις το επόμενο διάστημα», σημείωσε ο Colin Finlayson από το Aegon Strategic Bond Fund.
Επιπλέον, η επιβολή δασμών περίπου 50% από τις ΗΠΑ σε ασιατικές χώρες, περιλαμβανομένης της Κίνας, αυξάνει την πιθανότητα ανακατεύθυνσης του παγκόσμιου εμπορίου και αύξησης του ανταγωνισμού στην Ευρώπη.
Τα τελευταία στοιχεία της ευρωζώνης ενισχύουν τα επιχειρήματα για νέες μειώσεις επιτοκίου. Ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,2% τον Μάρτιο, ενώ ο δείκτης του τομέα των υπηρεσιών έπεσε στο 3,4% — υποδεικνύοντας ασθενέστερες πιέσεις στις εγχώριες τιμές.
Ωστόσο, η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να αξιολογήσει την επίδραση από την απόφαση της Γερμανίας να επενδύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ σε έργα υποδομής και άμυνας τα επόμενα χρόνια. Αυτό αύξησε τις προσδοκίες ανάπτυξης για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και εμπόδισε την ΕΚΤ να προαναγγείλει νέες μειώσεις στη συνεδρίαση του Μαρτίου.
Ο αναλυτής της Danske Bank, Piet Christiansen, προβλέπει μείωση στις 17 Απριλίου, υπογραμμίζοντας ότι τα μηνύματα σχετικά με τα επόμενα βήματα θα είναι κρίσιμα. Τον Ιούνιο, οι αξιωματούχοι θα έχουν νέες οικονομικές προβλέψεις που ενδέχεται να περιλαμβάνουν την επίδραση των δασμών και των δημοσίων δαπανών.
Η ΕΚΤ «έχει την πολυτέλεια να περιμένει περισσότερα δεδομένα και τις νέες προβλέψεις για να αξιολογήσει τις επιπτώσεις στην πολιτική που αφορά τα επιτόκια», είπε.
Μετά από έξι μειώσεις από τον Ιούνιο, τα επιτόκια βρίσκονται πλέον σε επίπεδα που δεν επιβαρύνουν ιδιαίτερα την οικονομία της ευρωζώνης. Ενδέχεται μάλιστα να υπάρξει συζήτηση για μείωσή τους σε επίπεδα που να ενισχύουν την ανάπτυξη, σύμφωνα με την Katharine Neiss από την PGIM.