Οι δασμοί Τραμπ ακυρώνουν το Σύμφωνο Σταθερότητας;

Οι εξελίξεις στη Γαλλία και η ΕΚΤ αντιμετωπίζουν νέες προκλήσεις, ενώ η πολιτική αστάθεια στην Ευρώπη επιδεινώνεται.

Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Ερίκ Λομπάρ προειδοποιεί για ευρύτερο δημοσιονομικό κενό, συνέπεια των κινήσεων των ΗΠΑ και της οικονομικής ύφεσης

ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΓΕΛΑΝΤΑΛΙ

Σε ένα ενδεχόμενο που το ΑΕΠ της Γαλλίας και τα έσοδα θα είναι χαμηλότερα των στόχων, θα χρειαστεί να αποδεχτούμε ένα δημοσιονομικό κενό ευρύτερο απ’ ό,τι αρχικά προγραμματιζόταν. Δήλωση-σοκ του Ερίκ Λομπάρ, την προηγούμενη Παρασκευή, και αφού στο Παρίσι «μετρούσαν» τις βαθιές πληγές που άφηνε πίσω της η «επίθεση» της Ουάσινγκτον, με την πρώτη δέσμη δασμών. Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας γνώριζε πολύ καλά τι έλεγε, δεν θα μπορούσε άλλωστε να κάνει διαφορετικά, δεδομένης της δυσχερούς θέσης που βρίσκεται η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Πάνω από τα 3,2 τρισ. ευρώ το δημόσιο χρέος (στα 3,05 τρισ. ευρώ το ΑΕΠ/2023), στο 5,8% το έλλειμμα προϋπολογισμού (στοιχεία Insee), ενώ τις τελευταίες εβδομάδες το Παρίσι γίνεται αποδέκτης συνεχών προειδοποιήσεων από τους οίκους αξιολόγησης.

Τον Δεκέμβριο η Moody’s υποβάθμισε την αξιολόγησή της και τόσο η S&P όσο και η DBRS έχουν θέσει αρνητικές προοπτικές από την αρχή του έτους. Συνοπτικά το πλαίσιο για την οικονομία της Γαλλίας, που εάν συνεχίσει να υφίσταται τις συνέπειες των δασμών Τραμπ, θα σφίγγει όλο και περισσότερο σαν μέγκενη γύρω από την επιχειρηματικότητα, την πραγματική οικονομία και το εξίσου σημαντικό την κοινωνία που είναι καιρό τώρα σε «σημείο βρασμού».

Προφανώς και ο Ερίκ Λομπάρ τα γνωρίζει και αυτά -τα κοινωνικά-, όπως και τη σκληρή γραμμή που έχει υιοθετήσει ο Εμανουέλ Μακρόν, ως προς την ενεργοποίηση αντιμέτρων -δηλαδή δασμούς στους δασμούς Τραμπ-, σε κοινή γραμμή με την Γερμανία. Γι’ αυτό και ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών ήταν ξεκάθαρος, λέγοντας πως θέμα νέων περικοπών δεν υφίσταται. Ακόμα και εάν η κατάσταση επιδεινωθεί, όπως προοιωνίζεται με το βασικό σενάριο, δεν θα ήθελε να προβεί σε περαιτέρω περικοπές των δημόσιων δαπανών, που θα είχαν αρνητικό αντίκτυπο στις επιχειρήσεις και στους Γάλλους. Η τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών, να υποθέσει κάποιος ότι οι δηλώσεις γίνονται εν γνώσει του προέδρου της χώρας, συνακόλουθα αποτελεί την αναθεωρημένη θέση του Παρισιού, στην περίπτωση που η κατάσταση επιδεινωθεί περισσότερο. Με αυτή την υπόθεση, οι δηλώσεις Λομπάρ γίνονται με αποδέκτες δύο ακροατήρια, το ένα «εσωτερικό» προς μία κοινωνία που «βράζει», το άλλο προς Βρυξέλλες. Θυμίζουμε ότι πριν από την επιβολή δασμών Τραμπ η γαλλική κυβέρνηση είχε επαναβεβαιώσει ένα σχέδιο για τη μείωση του δημοσιονομικού κενού στο 5,4% της οικονομικής παραγωγής, στόχος που είχε συμπεριληφθεί στον προϋπολογισμό που είχε κατατεθεί με καθυστέρηση (τον Φεβρουάριο), απόρροια πολιτικών εξελίξεων που είχαν οδηγήσει σε παραίτηση την προηγούμενη κυβέρνηση. Αυτά προ 2ας Απριλίου, γιατί από Παρασκευή (4 Απριλίου) έχει ξημερώσει μία άλλη ζοφώδης μέρα, με όσα ακολουθούν να προϊδεάζουν για ακόμα χειρότερες.

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Τούτων -των τελευταίων- δοθέντων, εύλογα είναι τα ερωτήματα, με το πρώτο να αφορά τις Βρυξέλλες, πρακτικά εάν έχουν όντως συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης και όσων έπονται, και εάν μεταξύ όλων των άλλων η Κομισιόν θα επιμείνει στην άτεγκτη δημοσιονομική λογική, που αν προ 2ας Απριλίου έδειχνε δύσκολη, μετά τη 2α Απριλίου είναι ανέφικτη. Επί της ουσίας, με το Σύμφωνο Σταθερότητας, με τον δημοσιονομικό «κορσέ» που φαντασιωνόταν η Γερτρούδη Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τα συναφή, τι θα γίνει; Το δεύτερο αφορά τη Φρανκφούρτη, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που μετά τις τελευταίες εξελίξεις και δη όσες ακολουθούν θα πρέπει να δείξει πως μπορεί να κάνει κάτι. Στις 16-17 Απριλίου η επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ κοντοζυγώνει, με επιπλέον έναν «πονοκέφαλο», τη συνέπεια από την εξασθένιση του δολαρίου, δηλαδή βελτιώνει την εξαγωγιμότητα των αμερικανικών προϊόντων έναντι των ανταγωνιστικών και ιδιαίτερα σε αγορές κρίσιμες, της άμυνας/οπλικών συστημάτων και της ενέργειας.

Και το σταματούμε εδώ, διότι οι συνέπειες σε πολιτικό επίπεδο θα πρέπει να ανησυχούν εξίσου τις ηγεσίες των κρατών-μελών της Ε.Ε. Ενδεικτικά, στη Γερμανία, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση, η διαφορά CDU/CSU -AfD έχει μειωθεί στις μόλις δύο ποσοστιαίες μονάδες, καθώς μειώθηκε η απήχηση του κυβερνητικού κόμματος και αυξήθηκε της Εναλλακτικής, και ακόμη δεν έχει σχηματιστεί κυβέρνηση στο Βερολίνο. Στην δε Ιταλία, το περασμένο Σαββατοκύριακο έπειτα από κάλεσμα του Cinque Stelle, χιλιάδες Ιταλοί διαδήλωσαν κατά του ReArmEu.

Και είμαστε στα πρώτα χιλιόμετρα του… Μαραθωνίου, όπως εκτίμησε γνώστης της κατάστασης.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 11/4/2025)

- Διαφήμιση -
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

spot_img
spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ