Μία χημική ουσία των φυτών μπορεί να βελτιώσει τη ζωή των βρεφών που πάσχουν από μία σπάνια ασθένεια των μυών, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου ανακάλυψαν ότι μία φυτική χρωστική που λέγεται κερσετίνη και υπάρχει σε ορισμένα φρούτα, λαχανικά, βότανα και σπόρους, μπορεί να αποτρέψει τις βλάβες στα νεύρα που σχετίζονται με την σπονδυλική μυϊκή ατροφία (SMA).
Η σπονδυλική μυϊκή ατροφία είναι μία γενετική διαταραχή που εκδηλώνεται σε 1 στα 6.000 βρέφη και προσβάλλει το τμήμα του νευρικού συστήματος που ελέγχει τις εκούσιες κινήσεις των μυών.
Τα μωρά που πάσχουν από αυτήν έχουν ελάχιστο έως καθόλου έλεγχο των κινήσεών τους και τα μισά χάνουν τη ζωή τους πριν από την ηλικία των δύο ετών.
Οι επιστήμονες του Εδιμβούργου ανακάλυψαν ότι υπεύθυνη για ορισμένα από τα συμπτώματα των βρεφών είναι η συσσώρευση μορίων βήτα-κατενίνης στο εσωτερικό των κυττάρων.
Η βήτα-κατενίνη (ή β-κατενίνη) είναι μία πρωτεΐνη η οποία παίζει ρόλο σε ουσιώδεις λειτουργίες των κυττάρων, όπως η μεταγραφή του γενετικού τους υλικού.
Ωστόσο, οι μεταλλαγμένες μορφές του γονιδίου που την κωδικοποιεί εμπλέκονται σε διάφορα προβλήματα υγείας, ακόμα και στον καρκίνο.
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «Journal of Clinical Investigation» (JCI),στο επόμενο στάδιο της έρευνάς της προσπάθησαν να μειώσουν τα επίπεδα της βήτα-κατενίνης, χορηγώντας σε πειραματόζωα εκχύλισμα κερσετίνης, επειδή η ουσία αυτή επιτίθεται στην βήτα-κατενίνη.
Τα ψάρια, οι μύγες και τα ποντίκια στα οποία δοκιμάστηκε το εκχύλισμα επέδειξαν σημαντική βελτίωση στην υγεία των νεύρων και των μυών τους.
«Το εύρημα αυτό αποτελεί το πρώτο, αλλά σημαντικό βήμα προς την βελτίωση μια μέρα της ζωής των βρεφών με σπονδυλική μυϊκή ατροφία και των οικογενειών τους», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Τιμ Γκίλινγκγουοτερ, καθηγητής Νευροανατομίας στο Εδιμβούργο.
«Προς το παρόν δεν υπάρχει τρόπος ίασης της νόσου, συνεπώς χρειαζόμαστε επειγόντως μεθόδους που θα ανακόπτουν την εξέλιξή της», πρόσθεσε.
Η κερσετίνη δεν μπορεί να αποτρέψει όλα τα συμπτώματα της SMA, διευκρινίζουν οι ερευνητές στο άρθρο τους. Εντούτοις, θα μπορούσε να αποτελέσει μία χρήσιμη θεραπευτική επιλογή στα πρώτα στάδια της νόσου.