Οι μετακομίσεις μιας οικογένειας σε άλλη περιοχή, λόγω αλλαγής κατοικίας, αποτελούν παράγοντα αυξημένου κινδύνου για την ψυχική υγεία των παιδιών, ιδίως των εφήβων, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ψυχίατρο Τζέφρι Μίλεγκαν του Ιατρικού Κέντρου του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ στην Καλιφόρνια ,ανέλυσαν ιατρικά αρχεία άνω του μισού εκατομμυρίου παιδιών ηλικίας έξι έως 17 ετών, διαπιστώνοντας ότι οι πιθανότητες ένα παιδί να προσφύγει σε γιατρό λόγω ψυχολογικών προβλημάτων είναι έως 20% μεγαλύτερη μετά από μία οικογενειακή μετακόμιση, κάτι που συμβαίνει συχνά σε περιπτώσεις που οι γονείς είναι στρατιωτικοί.
Η ανάλυση έδειξε ότι το σοβαρότερο πρόβλημα έχουν τα παιδιά στην εφηβική ηλικία (12 έως 17 ετών), στα οποία είναι αυξημένη κατά 19% έως 20% η πιθανότητα να επισκεφθούν ψυχολόγο ή ψυχίατρο μέσα το επόμενο έτος μετά την μετακόμιση, ενώ ο κίνδυνος είναι πολύ χαμηλότερος (γύρω στο 3%) για τα μικρότερα παιδιά ηλικίας έξι έως 11 ετών.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η μετακόμιση επηρεάζει αρνητικά κυρίως τους εφήβους, επειδή βρίσκονται σε μια κρίσιμη ηλικία που αναζητούν την ένταξή τους σε μία ομάδα, ώστε να διαμορφώσουν μια δική τους ταυτότητα, έξω από την οικογένειά τους. Όταν οι παρέες στο σχολείο και στη γειτονιά διακόπτονται λόγω της μετακόμισης, τότε μπορεί ο έφηβος να εμφανίσει ψυχικά προβλήματα, που απαιτούν ιατρική βοήθεια.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι έχει μεγάλη σημασία η κατάλληλη προετοιμασία των εφήβων πριν από μια μελλοντική μετακόμιση, ώστε να νιώσουν πιο έτοιμοι από ψυχολογική πλευρά για τις αλλαγές στη ζωή τους. «Η αλλαγή δημιουργεί στρες και οι γονείς οφείλουν να μιλήσουν στα παιδιά τους για την επερχόμενη μεταβατική περίοδο», όπως αναφέρουν.