Ανάλογη αύξηση παρατηρείται στον καρκίνο του θυροειδούς
Με αφορμή την 25η Μαΐου Παγκόσμια Ημέρα του Θυρεοειδούς (ΠΗΘ), o καθηγητής Ενδοκρινολογίας του Πανεπιστημίου της Ουλμ Γερμανίας, Ενδοκρινολογική Μονάδα Ευγενιδείου Θεραπευτηρίου, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Λεωνίδας Ντούντας, και η καθηγήτρια Παιδικής Ενδοκρινολογίας – Νεανικού Διαβήτη, Α΄ Παιδιατρική Κλινική Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων “Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ” κ. Χριστίνα Κανακά – Gantenbein, επισήμαναν την ανοδική πορεία που καταγράφουν οι παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα σε διεθνές επίπεδο.
Σύμφωνα με την κ. Κανακά – Gantenbein, την ίδια αυξητική πορεία καταγράφει παγκοσμίως και η επίπτωση του καρκίνου του θυρεοειδούς, ο οποίος υπολογίζεται ότι το 2019 θα αποτελεί τον πιο συχνό καρκίνο στις γυναίκες, με παράλληλο ετήσιο κόστος διαχείρισης τα 2 δισ. δολάρια. Ταυτόχρονα, αξιοσημείωτο είναι ότι τα θυρεοειδικά νοσήματα αποτελούν τη δεύτερη πιο συχνή διαταραχή στην εγκυμοσύνη, κατά τη διάρκεια της οποίας έκδηλος υποθυρεοειδισμός παρουσιάζεται σε ποσοστό 0.3 – 0.5%, υποκλινικός υποθυρεοειδισμός 2 – 3% και υπερθυρεοειδισμός 0.1 – 0.4% αντίστοιχα.
Οι επιστήμονες θεωρούν ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων η ανεπαρκής ή η αυξημένη πρόσληψη ιωδίου σε πολλές περιοχές του πλανήτη, η μειωμένη πρόσληψη σεληνίου, πιθανώς η ανεπάρκεια βιταμίνης D, η βαριά ρύπανση, η έκθεση σε ακτινοβολία από πυρηνικά ατυχήματα και δοκιμές πυρηνικών όπλων, ο καπνός, τα χημικά πρόσθετα τροφίμων και τα συντηρητικά είναι μερικοί από τους βασικούς παράγοντες.
Όπως ανέφερε ο κ. Ντούντας, οι διαταραχές στη λειτουργία του θυρεοειδούς μπορούν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις σε πολλά συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού. Ο αδένας είναι ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς παράγει δύο ζωτικής σημασίας ορμόνες, τη θυροξίνη (Τ4) και την τριιωδοθυρονίνη (Τ3), οι οποίες, με τη σειρά τους, ρυθμίζουν απαραίτητες κυτταρικές λειτουργίες για την κατανάλωση ενέργειας στους ιστούς. Γι’ αυτό, ο έλεγχος της λειτουργίας του θυρεοειδούς είναι απαραίτητος για την πρόληψη των παθήσεων του θυρεοειδούς, ιδιαίτερα στις ομάδες που είναι πιο εκτεθειμένες, όπως τα παιδιά, οι έγκυες γυναίκες και οι ηλικιωμένοι. Η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα Ηashimoto είναι πιο συχνή νόσος του θυρεοειδούς, ιδιαίτερα στον γυναικείο πληθυσμό, και αποτελεί την κύρια αιτία υποθυρεοειδισμού, ενώ σημαντική αύξηση των ποσοστών της αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας παρατηρείται και στα παιδιά.
Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι ορμόνες του θυρεοειδούς και κατά την ενδομήτρια ζωή και μπορεί να έχουν μακροχρόνιες, μη αναστρέψιμες συνέπειες στην υγεία του παιδιού που θα γεννηθεί. Έτσι, αν η έγκυος γυναίκα κατά το 1ο τρίμηνο της κύησης παρουσιάζει υποθυρεοειδισμό, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το δείκτη νοημοσύνης του παιδιού. Παράλληλα, ο υπερθυρεοειδισμός κατά τη διάρκεια της κύησης μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην νευροανάπτυξη και εξέλιξη του παιδιού.
Η μεγάλη σημασία που επίσης έχει και η επάρκεια των θυρεοειδικών ορμονών για κάθε νεογέννητο παιδί οδήγησε και στην ένταξη του συγγενούς υποθυρεοειδισμού στα νεογνικά ανιχνευτικά προγράμματα, που γίνονται σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες. Δηλαδή, κατά την 3η-4η ημέρα ζωής προσδιορίζεται σε αποξηραμένη σταγόνα αίματος η τιμή της TSH, η οποία είναι αυξημένη όταν ο θυρεοειδής δεν παράγει επαρκείς ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών, ώστε να τεθεί η διάγνωση νωρίς, προτού εκδηλωθούν οποιαδήποτε συμπτώματα, και να καλυφθεί το νεογνό με την απαραίτητη ποσότητα θυροξίνης, ώστε να εξασφαλιστεί η φυσιολογική του ψυχοκινητική ανάπτυξη.