Συνεχής η άνοδος της ελάχιστα επεμβατικής θεραπείας
Είναι αλήθεια πως οι ασθενείς με ορθοπεδικές παθήσεις «απεχθάνονται» το χειρουργείο και το δηλώνουν εξαρχής στην πρώτη επίσκεψη στον γιατρό; Συμβαίνει και είναι άραγε δικαιολογημένο;
«Πράγματι, οι ασθενείς το πρώτο πράγμα που σου ζητούν όταν σε επισκέπτονται για κάποιο μυοσκελετικό τους πρόβλημα, είναι να μην τους πεις για χειρουργείο, αλλά να τους προτείνεις μια συντηρητική θεραπεία», υπογραμμίζει ο Ορθοπεδικός Χειρουργός Γεώργιος-Ελευθέριος Κατσιφαράκης, Ειδικός Αθλητικών Κακώσεων και MIS Αρθρώσεων και Σπονδυλικής Στήλης.
Οι λόγοι αυτής της δυσπιστίας και επιφύλαξης απέναντι στις χειρουργικές επεμβάσεις είναι πολλοί και οφείλονται τόσο στον φόβο του χειρουργείου, όσο και σε διαδόσεις και φήμες σχετικά με το γεγονός πως κάποια ανάλογη επέμβαση, δεν είχε επιφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Ο κ. Κατσιφαράκης επισημαίνει πως «αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια πως το 80% των ορθοπαιδικών περιστατικών και ειδικά αυτών που αφορούν παθήσεις της σπονδυλικής στήλης, αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά χωρίς την ανάγκη να καταφύγει ο ασθενής στο χειρουργείο. Μην ξεχνάμε, πως υπάρχουν και περιπτώσεις που η χειρουργική αντιμετώπιση είναι απαγορευτική, όπως για παράδειγμα όταν η ορθοπαιδική πάθηση συνυπάρχει με σοβαρά παθολογικά ή καρδιολογικά προβλήματα».
Η κάθε συντηρητική θεραπεία όμως, σύμφωνα με τον κ. Κατσιφαράκη, δεν αποτελεί πανάκεια, έχει συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αλλά είναι απόλυτο δικαίωμα των ασθενών να πληροφορούνται τα πάντα για τις μη επεμβατικές θεραπείες και φυσικά, εφόσον αυτό είναι επιστημονικά εφικτό να τις ζητούν από τον θεράποντα ιατρό τους.
Η ενεσοθεραπεία στα σημεία του πόνου, σε συνδυασμό με την υπόλοιπη ”ανώδυνη” φαρμακευτική αγωγή και τη δυνατότητα του ασθενή να κάνει φυσιοθεραπεία, υπερβαρικό οξυγόνο, βελονισμό κ.α. , φαίνεται ότι αποτελεί το κλειδί της συντηρητικής θεραπείας, η οποία κερδίζει συνεχώς έδαφος έναντι άλλων πιο επεμβατικών θεραπειών.
«Με τον τρόπο αυτόν, μειώνεται δραματικά η πιθανότητα χειρουργικής αντιμετώπισης του προβλήματος του ασθενή, πάντα βέβαια μετά από αξιολόγηση της πάθησής του και των πιθανών συνοδών προβλημάτων όπως είναι τα καρδιολογικά, τα γαστρεντερικά και τα ενδοκρινολογικά», συμπληρώνει ο κ. Κατσιφαράκης.