Τι ανησυχεί τους Έλληνες ειδικούς
Η «μαύρη» περίοδος του 2020-2021 θα μείνει για πάντα χαραγμένη στην ιστορία λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ωστόσο, εξίσου ιστορικής σημασίας είναι και τα στοιχεία για τη γρίπη.
Σε περίπου δύο εβδομάδες από σήμερα λήγει η περίοδος επιτήρησης της γρίπης με ένα πρωτοφανές ρεκόρ: Μηδέν κρούσματα, μηδέν θάνατοι στην Ελλάδα. Ενδεικτικά, την περίοδο 2018-2019 στη χώρα καταγράφηκαν 154 θάνατοι από τη γρίπη.
«Τελειώνει η επιτήρηση και δεν έχουμε τίποτα στα χέρια μας»
«Πρώτη φορά βλέπουμε κάτι τέτοιο, δεν το περίμενα ποτέ. Πέρυσι, αν θυμάστε, έκλειναν σχολεία λόγω γρίπης, Γενάρη και Φλεβάρη, με Η3, Η1 και Β. Είχε έξαρση. Πιστεύαμε, τώρα που πλησιάζει ο Μάιος, ότι θα είχαμε έστω γρίπη τύπου Β, την οποία πάντα βλέπουμε στο τέλος της περιόδου, αλλά διαψευστήκαμε μέχρι στιγμής», λέει στο iefimerida.gr ο Αθανάσιος Κοσσυβάκης, μοριακός βιολόγος και προϊστάμενος του εργαστηρίου του Ινστιτούτου Παστέρ, ένα από τα δύο Εθνικά Εργαστήρια Αναφοράς Γρίπης -μαζί με το ΑΠΘ.
«Στην “εβδομάδα 20” του έτους, τον Μάιο, τελειώνει η επιτήρηση της γρίπης. Eίμαστε στη 17η εβδομάδα και δεν έχουμε τίποτα στα χέρια μας. Δεν είναι μόνο δικό μας φαινόμενο. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ευρώπη. Ειδικά στη Βόρεια Ευρώπη, χώρες που “παραδοσιακά” έχουν σημαντικές εξάρσεις γρίπης, παρατηρούνται οι ίδιοι, σχεδόν μηδενικοί αριθμοί», προσθέτει ο κ. Κοσσυβάκης.
Γιατί «έσβησε» φέτος η γρίπη και όχι ο κορωνοϊός
Το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει είναι το γιατί σε μια περίοδο όπου εφαρμόστηκαν lockdown, καθολική χρήση μάσκας, αποστάσεις και άλλα υγειονομικά μέτρα η γρίπη «μηδενίστηκε» και ο κορωνοϊός επέμεινε, προκαλώντας χιλιάδες απώλειες. Η απάντηση, που επιβεβαιώνει την αποδοτικότητα των μέτρων, δεν είναι απλή.
«Ενας από τους βασικούς λόγους είναι ότι η γρίπη είναι εποχική, θέλει υγρασία και κρύο, και εμποδίστηκε την κατάλληλη στιγμή. Με την απαγόρευση ταξιδιών νωρίς τον χειμώνα δεν μπήκε ο ιός στην Ελλάδα. Σε εμάς συνήθως έρχεται από Βόρεια Ευρώπη, όπου λόγω κλιματολογικών συνθηκών ξεκινά νωρίτερα η γρίπη», τονίζει ο κ. Κοσσυβάκης.
Επιπλέον, «με το lockdown, τις μάσκες και τις αποστάσεις ουσιαστικά μηδενίστηκαν και τα λίγα κρούσματα γρίπης που ενδεχομένως υπήρχαν». Υπάρχει όμως ένας ακόμη λόγος που «εξαφανίστηκε» η γρίπη φέτος, ενώ ο κορωνοϊός συνέχισε τη διαδρομή του, σχεδόν ανεμπόδιστος. «Με τον κορωνοϊό δεν υπάρχει ανοσία στον πληθυσμό και βρίσκει έδαφος ο ιός. Η γρίπη είναι πιο “γνώριμη” στον άνθρωπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό με τη γρίπη των χοίρων , το 2009, όταν αποδείχθηκε ότι ήταν καλύτερα προστατευμένοι οι άνθρωποι πολύ μεγάλης ηλικίας. Αυτό συνέβαινε γιατί είχαν από παλιά αντισώματα που έμοιαζαν και τούς προσέφεραν προστασία», προσθέτει ο επιστήμονας του Ινστιτούτου Παστέρ.
Ενας ακόμη σημαντικός παράγοντας, σύμφωνα με τον Αθανάσιο Κοσσυβάκη, έχει να κάνει με την επιτήρηση της γρίπης. «Φέτος είχαμε πολύ λιγότερα δείγματα. Δυστυχώς το σύστημα Sentinel που κάνει αυτή τη δουλειά, δηλαδή να ελέγχει δείγματα γρίπης που συλλέγονται, κυρίως, από Κέντρα Υγείας δεν λειτούργησε. Ο κόσμος δεν ήξερε και λόγω φόβου, όταν εκδήλωνε συμπτώματα, πήγαινε σε νοσοκομείο ή σε ιδιωτικό εργαστήριο. Επίσης και να ζητούσαν να εξεταστούν για γριπώδη συνδρομή, εν τέλει θα έκαναν covid τεστ. Γι’ αυτούς κυρίως τους λόγους υπολειτούργησε το Sentinel και δεν είχαμε δείγματα ή κρούσματα», σημειώνει.
Εμβόλιο: Το «μπούμερανγκ» που φοβούνται οι ειδικοί
Τα παραπάνω στοιχεία για τη γρίπη μοιάζουν ενθαρρυντικά. Ομως ο ιός έχει έναν «κρυφό άσο» που ενδεχομένως να μας απασχολήσει έντονα τον χειμώνα που έρχεται. Οπως αναφέρει ο κ. Κοσσυβάκης, λόγω της απουσίας δειγμάτων δεν υπάρχει επαρκές υλικό για να σχεδιαστεί το εμβόλιο της γρίπης για την επόμενη χρονιά.
Προ ημερών, στο ζήτημα του εμβολίου της γρίπης εστίασε και το Bloomberg. «Το φετινό εμβόλιο της γρίπης πιθανώς να μη λειτουργήσει τόσο καλά όσο τα προηγούμενα χρόνια, λόγω της δραματικής μείωσης των κρουσμάτων και των μέτρων που ελήφθησαν για τον κορωνοϊό, όπως οι μάσκες», ανέφερε το σχετικό δημοσίευμα. Τον ίδιο φόβο συμμερίζονται και οι ειδικοί στην Ελλάδα.
«Είναι η πρώτη χρονιά που δεν στείλαμε αναφορά για χαρακτηρισμό του στελέχους της γρίπης, ώστε να δούμε αν τελικά θα μοιάζουν με του εμβολίου. Αν δεν μοιάζει, θα πρέπει να βρούμε τι στέλεχος έχει επικρατήσει και να μπει στο εμβόλιο της νέας χρονιάς. Οπως έχουν σήμερα τα πράγματα, το επόμενο εμβόλιο για τη γρίπη (σ.σ.: χρειάζεται περίπου 6 μήνες η παρασκευή του) θα χτιστεί πάνω στα ελάχιστα δείγματα που έχουμε, με τον κίνδυνο να είναι μηδενική η αποτελεσματικότητά του. Δεν ξέρουμε δηλαδή αν αυτό το στέλεχος που επιλέξαμε θα είναι το στέλεχος που θα επικρατήσει», υπογραμμίζει ο Αθανάσιος Κοσσυβάκης.
Υπάρχει περίπτωση να δούμε μια πανδημία γρίπης;
Ερωτηθείς αν, λόγω μειωμένης κυκλοφορίας, υπάρχει πιθανότητα να μην έχει μεταλλαχθεί ο ιός, και το υπάρχον εμβόλιο να είναι επαρκές, ο ειδικός του Παστέρ τονίζει:
«Είναι άγνωστο. Με τη γρίπη πολλές φορές δεν ξέρεις τι θα ακολουθήσει. Ο ιός της γρίπης έχει μια διαφορά με τον κορωνοϊό. Τα τμήματά του μπορεί να μεταφερθούν αυτούσια σε άλλο στέλεχος και να είναι εντελώς διαφορετικό. Και ξαφνικά ένα στέλεχος που μολύνει τα πτηνά να μπορεί να μολύνει το ανθρώπινο αναπνευστικό. Αυτό έχει γίνει με το Η5Ν1 και φοβόμαστε όλοι την πανδημία. Εν τέλει, όμως, περιμέναμε πανδημία γρίπης και η πανδημία μάς ήρθε από άλλη οικογένεια ιών».
Ο κ. Κοσσυβάκης σημειώνει ότι ο κορωνοϊός έχει διαφορετική συμπεριφορά. «Ο SARS δεν συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο. Απλά μεταλλάσσεται διαρκώς γιατί είναι κι αυτός RNA ιός. Κάνει λάθη ένα ένζυμο που προσπαθεί να φτιάξει το γενετικό του υλικό και ανάλογα με την πίεση που υπάρχει, ανοσία και εμβόλια, προσπαθεί να παραμείνει ζωντανός», επισημαίνει. Ενα άλλο δυσοίωνο σενάριο που απασχολεί τους επιστήμονες είναι το ενδεχόμενο η γρίπη να αναπτύξει αντοχές στα αντιιικά.
«Θα είναι πολύ σοβαρό αν συμβεί αυτό. Τα αντιιικά, όπως το Tamiflu, υποτίθεται ότι βοηθούν σε όλα τα στελέχη της γρίπης. Δεν είναι όπως το εμβόλιο, αλλά είναι σημαντικό. Αν υπάρξει όμως κάποια στιγμή ανοχή, δηλαδή τα στελέχη δεν επηρεάζονται από τα αντιιικά, τότε θα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Ομοιο με αυτό που έχουμε σήμερα με τον κορωνοϊό, για τον οποίο δεν υπάρχει αντιιική θεραπεία», λέει καταλήγοντας.