Πολλά παιδιά, αλλά και ενήλικες, αντιπαθούν τα λαχανικά της κατηγορίας Brassica, όπως το μπρόκολο, το κουνουπίδι, το λάχανο και τα λαχανάκια Βρυξελλών. Η αιτία είναι ότιστο στόμα, ένζυμα από αυτά τα λαχανικά και από βακτήρια στο σάλιο μπορούν να παράγουν δυσάρεστες, θειώδεις μυρωδιές.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο «Journal of Agricultural and Food Chemistryδιαπίστωσαν τα επίπεδα αυτών των πτητικών ενώσεων είναι παρόμοια σε ζευγάρια γονέων-παιδιών, υποδηλώνοντας κοινά στοματικά μικροβιώματα. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν επίσης ότι τα υψηλά επίπεδα προκαλούν στα παιδιά αντιπάθεια για τα εν λόγω λαχανικά, ενώ στους ενηλίκους η αλληλεπίδραση αυτή δεν προκαλεί το ίδιο δυσάρεστη αίσθηση, καθώς τα επίπεδα των επίμαχων ενζύμων διαφέρουν ανάμεσα στα παιδιά και τους ενήλικες.
Οι ερευνητές του Επιστημονικού και Βιομηχανικού Ερευνητικού Ινστιτούτου της Κοινοπολιτείας στην Αυστραλία (CSIRO) αφού κατηγοριοποίησαν τις κύριες ενώσεις και οσμές που προακλούνται από το κουνουπίδι και το μπρόκολο, ζήτησαν από 98 ζευγάρια παιδιών/γονέων, με παιδιά μεταξύ 6 και 8 ετών, να βαθμολογήσουν τις βασικές μυρωδιές. Το διμεθυλοτρισουλφίδιο, η μυρωδιά του οποίου είναι θειώδης και σάπια, ήταν η λιγότερο αγαπημένη οσμή σε παιδιά και ενήλικες.
Στη συνέχεια, η ομάδα ανέμειξε δείγματα σάλιου με ακατέργαστη σκόνη κουνουπιδιού και ανέλυσε τις πτητικές ενώσεις που παρήχθησαν με την πάροδο του χρόνου. Διαπιστώθηκαν μεγάλες διαφορές στην παραγωγή πτητικού θείου μεταξύ ατόμων και τα παιδιά είχαν συνήθως παρόμοια επίπεδα με τους γονείς τους, κάτι που πιθανώς εξηγείται από παρόμοια μικροβιώματα.
«Τα ευρήματα της μελέτης δείχνουν ότι τα παιδιά έχουν μεγαλύτερη προτίμηση στις πιο γλυκές γεύσεις και δεν αποδέχονται εύκολα τις πιο πικρές σε σχέση με τους ενηλίκους. Ορισμένα βακτήρια που βρίσκονται με φυσικό τρόπο στο σάλιο του ανθρώπου αυξάνουν την παραγωγή θειικών πτητικών ενώσεων που επηρεάζουν τη γεύση και ειδικότερα ενώσεων που επηρεάζουν την κατανάλωση των λαχανικών της οικογένειας στην οποία ανήκουν το μπρόκολο και το κουνουπίδι» αναφέρει ο Ντάμιαν Φράνκ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.