Τουλάχιστον έξι μήνες διατηρείται η ανοσία έναντι του SARS-COV-2 μετά τον πλήρη εμβολιασμό με το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech, σύμφωνα με νεότερα αποτελέσματα της προοπτικής μελέτης του ΕΚΠΑ που διεξάγεται στο νοσοκομείο “Αλεξάνδρα” από την αρχή των εμβολιασμών του Ελληνικού πληθυσμού.
Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα έχουν δημοσιευτεί με τη μορφή 20 άρθρων σε έγκριτα διεθνή περιοδικά. Στην πιο πρόσφατη δημοσίευση οι ερευνητές παρουσίασαν τα αποτελέσματα από 308 υγειονομικούς και εργαζόμενους του Νοσοκομείου, με διάμεση ηλικία τα 48 έτη, όπως δηλώνει σε συνέντευξη του στο Πρακτορείο FM και στην εκπομπή της Τάνιας Η. Μαντουβάλου “104, 9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ” ο καθηγητής Θεραπευτικής- Ογκολογίας-Αιματολογίας, πρύτανης του ΕΚΠΑ, ο οποίος είναι και ο επιστημονικός υπεύθυνος της μελέτης κ. Θάνος Δημόπουλος.
Ο πρύτανης αναφερόμενος στη διακύμανση των εξουδετερωτικών αντισωμάτων στους 3 και στους 6 μήνες, αλλά και στο ρόλο που παίζει η ηλικία, εξηγεί ότι άνω του 95% των εμβολιασθέντων είχαν υψηλότατους τίτλους εξουδετέρωσης του ιού περίπου 4 μήνες μετά την έναρξη του εμβολιασμού τους. “Όσον αφορά τα αποτελέσματα του 6μήνου μετά τον πλήρη εμβολιασμό η διάμεση τιμή εξουδετερωτικών αντισωμάτων ήταν 81%. Στους 3 μήνες δεν υπήρχε κανείς με τιμές εξουδετερωτικών αντισωμάτων κάτω από το όριο θετικότητος του 30%, ενώ 6 μήνες μετά τον πλήρη εμβολιασμό μόνο το 2,59% (8 άτομα) είχε τιμές αντισωμάτων κάτω από 30% και 12% είχε τιμές κάτω του 50%. Η μείωση του τίτλου των αντισωμάτων ήταν μεγαλύτερης τάξης μεγέθους στα άτομα ηλικίας 51-70 ετών, συγκριτικά με αυτά ηλικίας 20-50 ετών, σε όλες τις χρονικές στιγμές των μετρήσεων”.
Ο κ. Δημόπουλος τονίζει ότι οι υγιείς συμπολίτες μας, ιδιαίτερα μέχρι την ηλικία των 70 ετών, δεν χρειάζεται να κάνουν εξετάσεις αντισωμάτων, ενώ σε ερώτηση για το πώς θα διαχειριστεί η επιστημονική κοινότητα ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες που είναι γνωστό ότι δεν έχουν καλή “απάντηση” στο εμβόλιο, αναφέρει: “Μελετήσαμε ασθενείς με διάφορες αιματολογικές κακοήθειες και τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι περίπου το 40% αυτών των ασθενών δεν αναπτύσσουν εξουδετερωτικά αντισώματα. Δεν γνωρίζουμε αν μια πιθανή τρίτη δόση του ίδιου ή άλλου εμβολίου θα ήταν αποτελεσματική. Αυτό θα το δούμε στη νέα μελέτη του ΕΚΠΑ με αυτό το αντικείμενο. Από την άλλη μεριά η προληπτική χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων, μηνιαίως (όταν αυτά πάρουν έγκριση για προληπτική χορήγηση σε αυτούς τους ασθενείς), την περίοδο που υπάρχει μία έξαρση της πανδημίας, ενδεχομένως να μπορούσε να προστατεύσει τα άτομα που δεν μπορούν να έχουν μία ανοσιακή απόκριση. Υπάρχουν τέτοιες μελέτες που είναι σε εξέλιξη στις ΗΠΑ”.Η μελέτη της Θεραπευτικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, σύμφωνα με τον καθηγητή, θα συνεχιστεί με τη μελέτη όλων των εμβολίων και την αποτελεσματικότητά τους, μέχρι και 18 μήνες, μετά την πρώτη δόση τους.
Απ. Έχετε απόλυτο δίκιο. Αυτό το οποίο γνωρίζουμε και από δικές μας μελέτες και από διεθνείς με μεγάλο αριθμό ατόμων, είναι ότι υπάρχει μία σταδιακή μείωση των εξουδετερωτικών αντισωμάτων, αλλά φαίνεται ότι τουλάχιστον στον υγιή πληθυσμό, τα επίπεδα αυτά είναι ικανοποιητικά για έξι με οκτώ μήνες. Τα αποτελέσματα της δικής μας μελέτης δείχνουν την υψηλή αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού, καθώς περίπου 7 μήνες μετά την πρώτη δόση του εμβολίου, σχεδόν όλοι οι υγιείς μετέχοντες στην μελέτη είχαν πολύ υψηλούς τίτλους προστασίας από την COVID-19. Στο ερώτημα της διάρκειας των εξουδετερωτικών αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό, αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα σε Έλληνες ασθενείς που νόσησαν από COVID-19, και το 75% διατήρησε τα εξουδετερωτικά αντισώματα τουλάχιστον 8 μήνες μετά το πρώτο σύμπτωμα, πιστεύουμε ότι τα αντισώματα από τον εμβολιασμό θα κρατήσουν για τουλάχιστον ένα έτος στη μεγάλη πλειονότητα των υγειών ανθρώπων. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι οι εμβολιασθέντες αναπτύσσουν τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων πολύ υψηλότερους ακόμη και από όσους νόσησαν από COVID-19 και χρειάστηκαν νοσηλεία, ενώ ο ρυθμός πτώσης τους είναι μικρός.
Ερ: Τελικά πόσο χρήσιμο είναι να κάνουμε τεστ αντισωμάτων
Απ: Δεν υπάρχει ένδειξη ότι πρέπει να κάνουμε τεστ αντισωμάτων στο γενικό πληθυσμό. Τα δεδομένα που σας ανέφερα υποστηρίζουν ότι οι υγιείς συμπολίτες μας, ιδιαίτερα μέχρι την ηλικία των 70 ετών, δεν χρειάζεται να κάνουν εξετάσεις αντισωμάτων, καθώς η πιθανότητα να μην έχουν αναπτύξει υψηλούς τίτλους, ακόμη και 6 μήνες μετά τον πλήρη εμβολιασμό, είναι σχεδόν μηδενική.
Ερ: Γνωρίζουμε ότι ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες δεν έχουν καλή απάντηση στο εμβόλιο. Πώς θα αντιμετωπίσει η επιστημονική κοινότητα αυτές τις περιπτώσεις;
Απ: Μελετήσαμε ασθενείς με διάφορες αιματολογικές κακοήθειες, πχ 276 ασθενείς με πολλαπλούν μυέλωμα, 170 με λεμφώματα διαφόρων τύπων, 106 με χρόνια λεμφογενή λευχαιμία και 86 ασθενείς με συστηματική αμυλοείδωση. Τα αποτελέσματα μάς δείχνουν ότι περίπου το 40% των ασθενών με τα παραπάνω νοσήματα δεν αναπτύσσουν εξουδετερωτικά αντισώματα. Τα νοσήματα αυτά, από τη φύση τους, συνοδεύονται από σοβαρή ανοσοκαταστολή, ενώ και οι θεραπείες που χορηγούνται επηρεάζουν σημαντικά την χημική ανοσολογική ανταπόκριση, δηλ την παραγωγή αντισωμάτων. Ιδιαίτερα, αυτοί που λαμβάνουν θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα, αναπτύσσουν εξουδετερωτικά αντισώματα μετά τον εμβολιασμό σε μικρά ποσοστά (μεταξύ 20%-40%). Το ερώτημα είναι ποια είναι η καλύτερη αντιμετώπιση αυτών των ασθενών, που δεν αναπτύσσουν αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2. Δεν γνωρίζουμε αν μια πιθανή τρίτη δόση του ίδιου ή άλλου εμβολίου θα ήταν αποτελεσματική. Αυτό θα το δούμε στη νέα μελέτη του ΕΚΠΑ με αυτό το αντικείμενο. Από την άλλη μεριά η προληπτική χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων, μηνιαίως όταν αυτά πάρουν έγκριση για προληπτική χορήγηση σε αυτούς τους ασθενείς, την περίοδο που υπάρχει μία έξαρση της πανδημίας, ενδεχομένως να μπορούσε να προστατεύσει αυτά τα άτομα που δεν μπορούν να έχουν μία ανοσιακή απόκριση. Υπάρχουν τέτοιες μελέτες που είναι σε εξέλιξη στις ΗΠΑ.
Ερ: Επειδή σε λίγο καιρό ξεκινάει και ο εμβολιασμός για γρίπη, έχετε γνώση πώς θα γίνονται τα δύο εμβόλια; Μαζί ή με διαφορά ημερών; Τι προβλέπεται;
Απ: Δεν υπάρχει κάποια αντένδειξη στο να γίνουν συγχρόνως, αλλά επειδή καμία φορά μπορεί να έχουμε κάποιες ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες από τα εμβόλια, θα μπορούσε κανείς να τα κάνει με μία μικρή απόσταση, μίας εβδομάδας ή ενός μήνα.