Διεθνής ερευνητική ομάδα εντόπισε έξι γονίδια που προδιαθέτουν στην εκδήλωση πονοκεφάλου, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό έντυπο Nature Genetics.
Τα τέσσερα από τα έξι γονίδια είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζονται, ενώ τα άλλα δύο έχουν εντοπιστεί παλαιότερα, ενώ τώρα επιβεβαιώθηκε η σχέση τους με τους πονοκεφάλους.
Οι επιστήμονες της Διεθνούς Κοινοπραξίας για την Γενετική της Κεφαλαλγίας είναι η Τρίτη ομάδα που εντοπίζει γονίδια σχετικά με τον πονοκέφαλο, αλλά η πρώτη που εστιάζει στην συχνότερη μορφή της, την ημικρανία.
Προς το παρόν η αναγνώριση των έξι γονιδίων δεν αναμένεται να συντελέσει σε άμεσο όφελος για τους πάσχοντες από ημικρανία, αλλά ενδεχομένως στο άμεσο μέλλον να οδηγήσει σε νέες θεραπείες.
Οι ημικρανίες, εκτός από περιβαλλοντικές αιτίες, έχουν γενετική βάση και μόλις τώρα οι επιστήμονες αρχίζουν να ανακαλύπτουν τους σχετικούς γενετικούς παράγοντες.
Περσινή αμερικανική έρευνα είχε εντοπίσει τρία γονίδια που σχετίζονται με τις ημικρανίες και είχε υπολογίσει ότι όσοι κληρονομούν ένα από αυτά, έχουν 10% έως 15% μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν χρόνιους πονοκεφάλους.
Η επιστημονική ομάδα της Διεθνούς Κοινοπραξίας Γενετικής του Πονοκεφάλου, με επικεφαλής τον καθηγητή Ααρνο Παλότι του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι στη Φινλανδία, ανέλυσαν γενετικά δεδομένα από περίπου 11.800 ανθρώπους, από τους οποίους οι 4.800 έπασχαν από ημικρανίες, ενώ οι υπόλοιποι δεν είχαν ανάλογο πρόβλημα.
Η ανακάλυψη των γονιδίων ενισχύει την άποψη ότι η δυσλειτουργία ορισμένων μορίων που είναι σημαντικά για την μετάδοση των σημάτων ανάμεσα στους νευρώνες του εγκεφάλου, είναι αυτή που συμβάλλει ιδιαίτερα στην πρόκληση των επίμονων πονοκεφάλων. Δύο από τα γονίδια εξάλλου παραπέμπουν στον πιθανό ρόλο των αιμοφόρων αγγείων και στην πρόκληση διαταραχών στην κυκλοφορία του αίματος στον εγκέφαλο.
Οι ημικρανίες ταλαιπωρούν περίπου μία στις έξι γυναίκες και έναν στους οκτώ άνδρες, αποτελώντας μία από τις κυριότερες αιτίες απουσίας των εργαζομένων από τη δουλειά τους. Περίπου μία στις τρεις ημικρανίες συνοδεύεται από παροδικά νευρολογικά (κυρίως οπτικά) συμπτώματα, τη λεγόμενη «αύρα». Ο πιο κοινός τύπος ημικρανίας, στον οποίο και επικεντρώθηκε η νέα γενετική έρευνα, είναι χωρίς «αύρα».