Η είσοδος των νέων αντιπηκτικών φαρμάκων στα οξέα στεφανιαία επεισόδια, είναι πιθανόν να περιορίσει τη χρήση της ασπιρίνης στο μέλλον.
Ο αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας που παρατηρείται με την χρήση των νέων αυτών φαρμάκων ενδέχεται, σύμφωνα με μελέτες, να οφείλεται ακριβώς στην ταυτόχρονη χρήση της ασπιρίνης.
Την επισήμανση αυτή έκανε ο καθηγητής Καρδιολογίας, Χριστόδουλος Στεφανάδης, σε συνέντευξη Τύπου που δόθηκε με αφορμή το 28ο Διεθνές Συνέδριο Κλινικής Καρδιολογίας, το οποίο διοργανώνεται από το Ελληνικό Ιδρυμα Καρδιολογίας και την Α′ Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στις 9-11 Μαΐου 2013 στην Αθήνα.
Ο κ. Στεφανάδης αναφέρθηκε και στα βασικά σημεία της μελέτης FREEDOM, η οποία έδειξε ότι οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη και πολυαγγειακή στεφανιαία νόσο που αντιμετωπίζονται με αορτοστεφανιαία παράκαμψη, παρουσιάζουν σημαντικά χαμηλότερη επίπτωση θανάτου από οποιοδήποτε αίτιο, μη θανατηφόρου εμφράγματος ή εγκεφαλικού, σε σύγκριση με τους διαβητικούς που υποβάλλονται σε αγγειοπλαστική.
Στη συνέντευξη Τύπου, μίλησαν επίσης ο διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Ερρίκος Ντυνάν», Γεώργιος Ανδρικόπουλος, ο διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών, Δημήτριος Ρίχτερ, και ο επίκουρος καθηγητής Καρδιολογίας της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνος Τσιούφης.
Σύμφωνα με τον κ. Ανδρικόπουλο, η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί τη συχνότερη αρρυθμία και είναι μια από τις κύριες αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο στον ελληνικό πληθυσμό. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 200.000 ασθενείς των οποίων ο αριθμός αυξάνει συνεχώς λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Πρόσφατη πανελλήνια μελέτη για την κολπική μαρμαρυγή έδειξε ότι το 40% των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή δεν λαμβάνει την ενδεδειγμένη φαρμακευτική αγωγή για την πρόληψη των εγκεφαλικών επεισοδίων.
Ο κ. Ρίχτερ αναφέρθηκε στην καρδιαγγειακή πρόληψη, που αποτελεί ένα από τα σημαντικά θέματα για την καρδιαγγειακή προστασία.
Στις ΗΠΑ, η μείωση των θανάτων από καρδιαγγειακά συμβάντα τα τελευταία 20 χρόνια βασίστηκε κατά 50% στην αλλαγή τρόπου ζωής πριν την εμφάνιση του καρδιαγγειακού επεισοδίου και μόνο κατά 50% από την επεμβατική και χειρουργική θεραπεία της στεφανιαίας νόσου, καθώς και την φαρμακευτική αγωγή μετά από ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο.
Η άσκηση σε καθημερινή βάση, η διακοπή του καπνίσματος και η ισορροπημένη διατροφή πρέπει να αποτελούν προτεραιότητες στην καρδιαγγειακή πρόληψη.
Από την πλευρά του ο κ. Τσιούφης, ανέφερε ότι οι πάσχοντες από υπέρταση, οι οποίοι ανήκουν στα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα, τείνουν να έχουν σχεδόν διπλάσια επίπεδα αυξημένου καθημερινού στρες.
«Με την αύξηση της ανεργίας το πρόβλημα αυτό μπορεί να λάβει σημαντικές διαστάσεις. Μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού κινδυνεύει να αποκτήσει υπέρταση», τόνισε.
Ο κ. Τσιούφης αναφέρθηκε στα ευρήματα μελέτης που δημοσιεύτηκε στον περιοδικό Hypertension. Στη μελέτη _ συμμετείχαν 123.000 άτομα – έδειξε ότι το στρες σχετίζεται στενά με την υψηλή αρτηριακή πίεση.
Επίσης, μίλησε για τα οφέλη της συχνής αερόβιας άσκησης (30 λεπτά, 5-7 φορές την εβδομάδα), η οποία μπορεί να μειώσει κατά 20% τη θνησιμότητα στους πάσχοντες από υπέρταση. Μάλιστα η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία σε πρόσφατη οδηγία της προτείνει τη μέτριας έντασης αερόβια άσκηση ως μέσο μείωσης της πίεσης στους υπερτασικούς ασθενείς κατά 5-10 mmHg.
«Με άλλα λόγια, εάν κάποιος ασκείται τακτικά έχει αντιυπερτασικό όφελος αντίστοιχο ενός φαρμάκου», είπε.
Ο κ. Τσιούφης παρουσίασε παράλληλα, τα αποτελέσματα της μελέτης HARVEST, η οποία αποκάλυψε το «μυστικό» για την πτώση της πίεσης.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι κάποιος παρότι έχει διαγνωσθεί με υπέρταση σταδίου Ι (συστολική πίεση 140-159 mmHg και διαστολική πίεση 90-99 mmHg) μπορεί χωρίς φάρμακα να γίνει νορμοτασικός εντός λίγων μηνών με αλλαγή του τρόπου ζωής και απλά υγιεινοδιαιτητικά μέσα. Το πιο σημαντικό είναι ότι τα άτομα που από υπερτασικά έγιναν νορμοτασικά παρέμειναν υγιή για διάστημα παρακολούθησης άνω των 15 ετών.