Οι καμήλες είναι πιθανόν να είναι ένας από τους φορείς μετάδοσης του νέου κορονοϊού MERS στον άνθρωπο, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύεται σήμερα από την ιατρική επιθεώρηση The Lancet.
Ο νέος κορονοϊός εμφανίσθηκε τον περασμένο χρόνο στη Μέση Ανατολή και έχει ήδη προσβάλει 94 ανθρώπους, 46 από τους οποίους έχουν καταλήξει, σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Οι ερευνητές θεωρούν εδώ και κάποιο διάστημα ότι οι νυχτερίδες είναι οι φορείς του νέου κορονοϊού, αλλά θεωρούν επίσης ότι για να μεταδοθεί στον άνθρωπο ο ιός χρησιμοποιεί ενδιάμεσους ξενιστές.
Για να επιβεβαιώσει αυτήν την υπόθεση, η υπό τον ολλανδό δρ. Σαντάλ Ρόισκεν διεθνής ομάδα ερευνητών, μελέτησε δείγματα αίματος 349 ζώων, κυρίως καμηλών, αγελάδων και προβάτων που προέρχονται από πλειάδα χωρών, ανάμεσά τους το Ομάν, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Χιλή.
Αντισώματα του κορονοϊού MERS εντοπίσθηκαν στις αναλύσεις αίματος σε 50 καμήλες από το σουλτανάτο του Ομάν και σε μικρότερο βαθμό σε καμήλες που προέρχονται από τις Κανάριες Νήσους, μία περιοχή όπου δεν έχει ακόμη εντοπισθεί κρούσμα του κορονοϊού.
«Η παρουσία αντισωμάτων σημαίνει ότι οι καμήλες αυτές έχουν έρθει σε επαφή με τον ιό ή κάποιον συγγενή ιό. Πρέπει να εντοπίσουμε τον ιό πριν να είμαστε σε θέση να πούμε με βεβαιότητα εάν πρόκειτια για τη μορφή που προσβάλλει τους ανθρώπους», εξηγεί η Μάριον Κούπμανς, μία από τους ερευνητές, διευκρινίζοντας ότι δεν μπορεί να προσδιορισθεί ο χρόνος της επαφής.
Οι καμήλες είναι πολύ δημοφιλή ζώα στη Μέση Ανατολή, όπου χρησιμοποιούνται ως μεταφορικό μέσο, σε αγώνες ταχύτητας, αλλά και για το γάλα και το κρέας τους.
Νέες μελέτες είναι απαραίτητες, τόσο στους ανθρώπους όσο και στα ζώα για να εξακριβωθεί εάν η μετάδοση συμβαίνει μέσω της επαφής ή δια της κατανάλωσης προϊόντων που προέρχονται από τα μολυσμένα ζώα, όπως είναι το γάλα ή το κρέας της καμήλας, προειδοποιούν οι ερευνητές.
Ο νέος κορονοϊός προς το παρόν παραμένει χαμηλής μεταδοτικότητας από άνθρωπο σε άνθρωπο και πλήττει κυρίως άτομα με εύθραυστη υγεία λόγω χρόνιων παθήσεων ή σε ανοσοκαταστολή. Προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα, πνευμονία και ταχείας εξέλιξης νεφρική ανεπάρκεια.