Ημέρα της Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειεας αύριο 20 Νοεμβρίου με την Ένωση Πνευμονολόγων Ελλάδας να κρούει των κώδωνα του κινδύνου τόσο για την άγνοια της νόσου όσο και της ελλείψεις στη δημόσια υγεία.
Η ΧΑΠ αποτελεί μια από τι χρόνιες ασθένειες από την οποία προσβάλλονται και νοσούν εκατομμύρια άνθρωποι (περίπου το 15-20% των καπνιστών νοσούν ή θα νοσήσουν). Περίπου 500.000-700.000 Έλληνες πάσχουν από ΧΑΠ, με τους μισούς να έχουν άγνοια ότι νοσούν.
Τα παραπάνω επεσήμανε σε συνέντευξη Τύπου η Ένωση Πνευμονολόγων Ελλάδας (Ε.Πν.Ελ).
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης κ. Τσάτσο, οι παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος ήταν η 3η συνηθέστερη αιτία θανάτου το 2010 στην Ε.Ε..
Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι ακόμα και μεγάλα Πανεπιστημιακά ή Γενικά Νοσοκομεία της Αττικής (Λαϊκό, ΚΑΤ, Ιπποκράτειο, Αλεξάνδρα, Αρεταίειο, Γ. Γεννηματάς, Τζάνειο κα) δεν έχουν στο οργανόγραμμά τους ούτε μια θέση πνευμονολόγου.
Όπως επεσήμανε ο Αντιπρόεδρος της Ε.Πν.Ελ κ. Ρασιδάκης, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια συχνή πάθηση που οφείλεται σε μια υπερβολική φλεγμονώδη απάντηση των πνευμόνων σε βλαπτικά εισπνεόμενα σωματίδια. Χαρακτηρίζεται από απόφραξη των αεραγωγών (των βρόγχων – είναι οι σωλήνες που μεταφέρουν τον αέρα στους πνεύμονες) και περιορισμό στη ροή του αέρα που δεν αναστρέφεται πλήρως με τη θεραπεία.
Το συχνότερο αίτιο της ΧΑΠ στην Ελλάδα είναι το κάπνισμα, αλλά σε πολλά μέρη του πλανήτη είναι συχνή σε ανθρώπους που δεν έχουν καπνίσει ποτέ, αλλά εμφανίζουν μακροχρόνια έκθεση σε παθητικό κάπνισμα ή σε καύση βιομάζας ιδιαίτερα σε εσωτερικούς χώρους. Η ΧΑΠ ευθύνεται σήμερα για 5% περίπου των θανάτων στον πλανήτη και αναμένεται να είναι η 3η συχνότερη αιτία θανάτου στον κόσμο το 2020, μετά από τις καρδιολογικές παθήσεις και τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Η συχνότητα της νόσου αυξάνεται στις αναπτυσσόμενες χώρες και ιδιαίτερα σε εκείνες με υψηλή καπνισματική συνήθεια, όπως η χώρα μας. Υπολογίζεται ότι περίπου 10% των ενηλίκων ηλικίας άνω των 40 ετών πάσχουν από ΧΑΠ, ενώ περίπου τα 2/3 από αυτούς δεν έχουν διαγνωσθεί. Η ΧΑΠ είναι πιο συχνή στους άνδρες, αλλά η συχνότητά της στις γυναίκες αυξάνεται σταθερά τις τελευταίες 2 δεκαετίες.
Ο Ειδ. Γραμματέας της Ένωσης κ. Κοσμάς αναφέρθηκε σε παλαιότερες μελέτες που έδειξαν το ποσοστό άγνοιας της νόσου το 2004 ενώ μερικά χρόνια αργότερα το ποσοστό αυτό έχε μειωθεί αρκετά.
Τα τελευταία 10-15 χρόνια οι εξειδικευμένοι έλληνες πνευμονολόγοι έχουν κάνει μεγάλη προσπάθεια τόσο στην ενημέρωση όσο και τη θεραπεία της νόσου, τονίζει ο Γεν. Γραμματέας κ. Ζαχαριάδης.
Μια τεράστια δέσμη μέτρων και μέσων των Ελλήνων Πνευμονολόγων στην Ελληνική κοινωνία, έχει ξεκινήσει με την καταγραφή του προβλήματος, με εκδηλώσεις ενημέρωσης κοινού και καμπάνιες για το κάπνισμα, με εμφανίσεις στα μέσα ενημέρωσης και πολλά άλλα.
Η Ε.Πν.Ελ καλεί όλους τους Έλληνες Πνευμονολόγους να εντείνουν τις προσπάθειες για την ενημέρωση της ΧΑΠ.
Η διάγνωση της ΧΑΠ βασίζεται σε 3 παραμέτρους:
-Ιστορικό καπνισματικής συνήθειας: συνήθως απαιτούνται περισσότερα από 10-20 πακέτα- έτη (υπολογίζονται ως ο αριθμός των πακέτων 20 τσιγάρων ημερησίως επί τα έτη καπνίσματος)
-Συμπτώματα από το αναπνευστικό: τα συνηθέστερα είναι ο βήχας (συνήθως παραγωγικός – με απόχρεμψη) και η δύσπνοια (δυσκολία στην αναπνοή) κυρίως κατά την προσπάθεια
-Σπιρομέτρηση: η εξέταση αυτή είναι απαραίτητη για τη διάγνωση της ΧΑΠ. Η απλή αυτή εξέταση διαρκεί λίγα λεπτά και ο ασθενής πρέπει απλά να φυσήξει με όλη του τη δύναμη σε ένα επιστόμιο. Με τον τρόπο αυτό προσδιορίζεται η αναπνευστική του λειτουργία και ο βαθμός απόφραξης των αεραγωγών.
Η θεραπεία της ΧΑΠ είναι σύνθετη και περιλαμβάνει:
-Διακοπή καπνίσματος: είναι απαραίτητη για την επιβράδυνση εξέλιξης της νόσου, όπως και η αποφυγή άλλων παραγόντων κινδύνου.
-Τακτική σωματική άσκηση και ένταξη σε προγράμματα αναπνευστικής αποκατάστασης (όταν είναι διαθέσιμα). Η άσκηση βοηθάει στη βελτίωση της φυσικής κατάστασης και της λειτουργικότητας των ασθενών με ΧΑΠ.
-Εμβολιασμοί: οι περισσότεροι ασθενείς με ΧΑΠ θα πρέπει να εμβολιάζονται έναντι της γρίπης και του πνευμονιοκόκκου.
-Φαρμακευτική θεραπεία: η βάση της θεραπείας της ΧΑΠ είναι τα εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά φάρμακα, που βελτιώνουν τη δύσπνοια των ασθενών και την καθημερινότητά τους. Η σύγχρονη τάση της φαρμακοθεραπείας της ΧΑΠ περιλαμβάνει εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά (β2-διεγέρτες και αντιχολινεργικά) μακράς δράσης που λαμβάνονται έως και μία φορά την ημέρα και διευκολύνουν τη συμμόρφωση του ασθενούς στη θεραπεία. Νεότερα βρογχοδιασταλτικά φάρμακα μακράς δράσης κυκλοφορούν ήδη σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρόκειται να κυκλοφορήσουν σύντομα και στην Ελλάδα, ενώ αναμένεται στο άμεσο μέλλον να κυκλοφορήσουν και συνδυασμοί βρογχοδιασταλτικών μακράς δράσης που θα προσφέρουν επιπρόσθετη βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας και ανακούφιση των συμπτωμάτων των ασθενών. Επιπρόσθετες θεραπείες περιλαμβάνουν αντιφλεγμονώδη φάρμακα όπως τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, αλλά και φάρμακα χορηγούμενα από το στόμα, όπως η ροφλουμιλάστη και η θεοφυλλίνη.
-Μακροχρόνια οξυγονοθεραπεία: λίγοι ασθενείς με σοβαρή ΧΑΠ εμφανίζουν αναπνευστική ανεπάρκεια και πρέπει να λαμβάνουν μακροχρόνια οξυγόνο σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού τους, κατά κανόνα κατά τις ώρες του ύπνου και για περισσότερες από 15 ώρες ανά 24ωρο.
-Αντιμετώπιση συνυπαρχουσών παθήσεων: οι ασθενείς με ΧΑΠ είναι κατά κανόνα μέσης και μεγάλης ηλικίας και εμφανίζουν συχνά συνυπάρχουσες παθήσεις, με συχνότερες τις καρδιαγγειακές παθήσεις, τον καρκίνο του πνεύμονα, την οστεοπόρωση, το σακχαρώδη διαβήτη και το μεταβολικό σύνδρομο καθώς και το άγχος και την κατάθλιψη.
Στόχοι της θεραπείας της ΧΑΠ σήμερα είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων των ασθενών, η βελτίωση της ικανότητας για άσκηση, η βελτίωση της ποιότητας ζωής, η πρόληψη και σωστή αντιμετώπιση των παροξύνσεων, η πρόληψη της εξέλιξης της νόσου και η μείωση της θνησιμότητας.